Πολύ κοντά βρίσκονται οι συμβασιούχοι του Δημοσίου στην αναγνώριση των εργασιακών σχέσεων τους ως αορίστου χρόνου και κατ’ επέκταση όλων των εργασιακών και συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που απορρέουν.
Και αυτό γιατί στη Λευκάδα το Πρωτοδικείο δικαίωσε συμβασιούχο που όντας στο επάγγελμα υδραυλικός, υπέγραφε επί δώδεκα χρόνια σειρά συμβάσεων είτε ορισμένου χρόνου, είτε έργου, είτε μαθητείας αφού κρίθηκε πως βρισκόταν σε διαρκή σχέση εργασίας με τον δήμο Λευκάδας.
Πρόκειται για βαρύνουσας σημασίας απόφαση αφού μέχρι πρότινος το Δημόσιο δεν προστατεύει τους συμβασιούχους που εργάζονται στο Δημόσιο, στα ΝΠΔΔ, στους οργανισμούς και τις επιχειρήσεις του δημόσιου τομέα και τους ΟΤΑ.
Για να ισχυροποιήσει μάλιστα τη θέση του αυτή, το Δημόσιο φέρει ως επιχείρημα αποφάσεις του Αρείου Πάγου, σύμφωνα με τις οποίες ως αορίστου χρόνου αναγνωρίζονταν οι συμβασιούχοι που προσλήφθηκαν ως και το 2006. Συνεπώς πέραν της χρονολογίας αυτής, οι συμβασιούχοι δεν χρίζουν προστασίας.
Όσοι συμβασιούχοι, δε, έχουν καταφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο, βλέπουν τις αγωγές τους να απορρίπτονται αντικρούοντας στο άρθρο 103 του Συντάγματος, που ορίζει πως «απαγορεύεται η από τον νόμο μονιμοποίηση προσωπικού (σ.σ.: στον δημόσιο τομέα) ή η μετατροπή των συμβάσεών του σε αορίστου χρόνου».
Δείτε επίσης: Ο ΟΤΕ ζήτησε πίσω τα κατασχεμένα από την υπόθεση Siemens
Η ριζική αλλαγή του Πρωτοδικείου Λευκάδας
Αντίθετα με όλες τις προηγούμενες εκδικασμένες υποθέσεις, το Πρωτοδικείο Λευκάδας προχώρησε σε μία απόφαση-σταθμό για τους συμβασιούχους.
Συγκεκριμένα, λαμβάνοντας υπ’ όψιν όλες τις διατάξεις και τη νομολογία του Αρείου Πάγου, κρίθηκε πως εφόσον αποδείχθηκε η διαρκής και πάγια σχέση εργασίας με τον Δήμο Ακτίου, οι συμβάσεις του εργαζομένου αναγνωρίζονται ως μία ενιαία σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Παράλληλα, υποχρέωσε τον εργοδότη δήμο να αποδέχεται την εργασία του ως εργαζομένου που ανήκει στο τακτικό προσωπικό του, με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου.
Αξίζει, δε, να αναφερθεί πως ο δικαστής επικαλέστηκε το Π.Δ. 164/2004 (διάταγμα Παυλόπουλου), το Σύνταγμα και τις ευρωπαϊκές συνθήκες, δίχως να διαπιστώνει κώλυμα από τη νομολογία του Αρείου Πάγου.
Έτσι, άνοιξε και επίσημα το δρόμο για χιλιάδες άλλους συμβασιούχους να διεκδικήσουν την αναγνώριση της εργασιακής τους σχέσης.
Σημειώνεται, μάλιστα, πως ο δήμος Λευκάδας δεν άσκησε έφεση στην απόφαση, η οποία και κρίθηκε τελεσίδικη (υπόθεση υπ’ αριθμόν 292/2019).
Η εν λόγω απόφαση αναφέρει πως «η σύναψη των διαδοχικών συμβάσεων δεν δικαιολογείται από κανένα αντικειμενικό λόγο, όπως θα ήταν η ανάγκη κάλυψης πρόσκαιρων ή προσωρινών αναγκών του, απέβη δε για τον ενάγοντα ιδιαίτερα καταχρηστική, αφού επέτρεψε την παροχή της εργασίας του υπό μισθολογικούς και συνταξιοδοτικούς όρους κατά πολύ δυσμενέστερους από εκείνους υπό τους οποίους θα έπρεπε κανονικά να γίνει η πρόσληψή του, για την κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών του εργοδότη του».
Όσον αφορά το άρθρο 103 του Συντάγματος που μέχρι πρότινος στεκόταν εμπόδιο στους συμβασιούχους, η δικαστής του Πρωτοδικείου έκρινε πως ο σκοπός του είναι «η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας» και «η κοινωνική προστασία των εργαζομένων ορισμένου χρόνου», άρα «δεν μπορεί να ερμηνεύεται στενά».