Μπορεί επισήμως ο Αλέξης Τσίπρας να χαρακτηρίζει προβληματική τη θέση του Κυριάκου Μητσοτάκη για την παραπομπή της υπόθεσης της υφαλοκρηπίδας στη Χάγη, θεωρώντας ότι βάζει στο «καλάθι» τις έωλες διεκδικήσεις της Άγκυρας, αλλά και ο ίδιος είναι υποχρεωμένος να πατάει σε… πολλές βάρκες, προκειμένου να τηρεί τις δέουσες ισορροπίες στο εσωτερικό του.
Παραδοσιακά, οι κομματικοί που έχουν μια αμέριμνη προσέγγιση σε αυτά τα δύσκολα ζητήματα (όπως επίσης και βαθιά άγνοια) υποστηρίζουν με εύηχη ρητορεία, γενικώς και αορίστως, μια φιλειρηνική πολιτική. Από την πλευρά του, ο κ. Τσίπρας, που ανακάλυψε εσχάτως ότι δεν αποδίδει η πολιτική κατευνασμού, προσπαθεί να εντάξει στα κομματικά κείμενα την έννοια της αποτροπής, όπως και την ανάγκη ισχυρών Ενόπλων Δυνάμεων, υπογραμμίζοντας ότι δεν γίνεται να πάμε στη Χάγη υπό συνθήκες ωμών εκβιασμών.
Οι Σημιτικοί
Τα ορφανά του ψευδεπίγραφου Σημιτικού «εκσυγχρονισμού», που έχουν προσχωρήσει, με δυναμική αρθρογραφία υπερασπίζονται τη γραμμή του συμβιβασμού, διεκδικώντας το δικαίωμα να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των κομματικών θέσεων.
Δείτε επίσης: Σε τεντωμένο σχοινί ο ΣΥΡΙΖΑ ενόψει ανασυγκρότησης
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, στους κόλπους του ΣΥΡΙΖΑ συνυπάρχουν (τρόπος τού λέγειν…) στελέχη και απλός κόσμος των παλλαϊκών συνθημάτων των αρχών του 1980 για εθνική ανεξαρτησία. Το γεγονός υποχρεώνει τον πρόεδρο του κόμματος να ξεχωρίζει τις κυβερνητικές περιόδους του ΠΑΣΟΚ, επαινώντας μόνο την πρώτη οκταετία του «πατριωτικού Κινήματος». Να σημειωθεί, μάλιστα, ότι οι πολίτες αυτοί, όπως και η συντριπτική πλειονότητα του ελληνικού λαού, απορρίπτουν την απαράδεκτη Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία αποτελεί προμετωπίδα στην πολιτική της Κουμουνδούρου. Η γραμμή «ναι μεν, αλλά» του κ. Τσίπρα δεν φαίνεται να αντέχει για πολύ ακόμα…