Οι κάτοικοι της Κομοτηνής θα έπρεπε να είχαν τιμηθεί με Νόμπελ Ειρήνης εδώ και έναν αιώνα. Κουβαλούν στην πλάτη τους την ευθύνη της εφαρμογής της Συνθήκης της Λωζάννης. Ζουν καθημερινά με την πρόκληση δίπλα τους, αλλά, διαχρονικά ειρηνικοί, προσπερνούν την πρόκληση με στρατηγική ψυχραιμία.
Το τελευταίο διάστημα, ο πόλεμος νεύρων που τους γίνεται μέσα από τα τζαμιά που ελέγχει μέσω του ψευτομουφτή το τουρκικό προξενείο έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο. Από τις 05.30 το πρωί βγαίνουν στον μιναρέ οι μουεζίνηδες και καλούν σε προσευχή τους μουσουλμάνους, ξυπνώντας τους. Από κει που στο παρελθόν αυτό συνέβαινε δύο έως τρεις φορές τη μέρα, εσχάτως έχει πολλαπλασιαστεί – γίνεται εσκεμμένα πολύ περισσότερες. Και με ηχογραφημένα μηνύματα σε ώρες κοινής ησυχίας το μεσημέρι. Ο ανομολόγητος στόχος που κρύβεται πίσω από την «ανεξιθρησκία» είναι σαφής και συγκεκριμένος: όσο περισσότερο ακούγεται ο μουεζίνης και όσο λιγότερο ηχούν στον άτυπο διαγωνισμό με τις εκκλησίες οι ορθόδοξες καμπάνες τόσο περισσότερο καλλιεργείται στον ανίδεο επισκέπτη η αίσθηση ότι η πόλη μπορεί να είναι και… ισλαμική.
Οι ορθόδοξοι ιερείς και ο εξαιρετικός μητροπολίτης Παντελεήμων, όμως, γνωρίζουν πώς να αντεπεξέρχονται με χριστιανική αυτοπεποίθηση και καρτερία στις προκλήσεις των τζαμιών που ελέγχει το προξενείο. Και έρχεται η στιγμή που δίνουν μαζί με τον λαό της πόλεως απάντηση καθολική και σιωπηρή σε όλους όσοι θέλουν να διαταράξουν τις αρμονικές σχέσεις μεταξύ των δύο σύνοικων στοιχείων, της χριστιανικής πλειονότητας και της μουσουλμανικής μειονότητας. Μια τέτοια στιγμή ήταν προχθές, Τρίτη, την παραμονή του εορτασμού των Ελευθερίων της πόλης: της ενσωμάτωσής της στον εθνικό κορμό το 1920. Την παραμονή του εορτασμού αυτής της ημέρας, οι τοπικές Αρχές και σύσσωμος ο λαός -όταν λέμε «σύσσωμος» εννοούμε «σύσσωμος»- υποδέχονται την εικόνα της Παναγίας, η οποία μεταφέρεται από την Ιερά Μονή Βαθυρρύακος, που βρίσκεται σε ένα χωριό έξω από την Κομοτηνή, στο κέντρο της πόλεως, στο δημαρχείο. Φέτος, έπειτα από πολλά χρόνια, έζησα ξανά την ευλογία να παρακολουθήσω την υποδοχή της εικόνας έξω από το δημαρχείο της Κομοτηνής και να ακολουθήσω μαζί με τουλάχιστον 5.000 Κομοτηναίους τη λιτανεία της μέχρι τον Ναό της Παναγίας στο τέλος της οδού Βενιζέλου.
Τα συναισθήματα ήταν μοναδικά. Ολη η πόλη στεκόταν ευλαβικά και στις δύο πλευρές του δρόμου, σε μια διαδρομή 3 χιλιομέτρων. Χιλιάδες χριστιανοί (αλλά και μετριοπαθείς μουσουλμάνες, που σέβονται την Παναγία) έδωσαν σιωπηρή και αξιοπρεπή απάντηση σε όλους όσοι επιδιώκουν να αμφισβητήσουν τον -κατά βάση χριστιανικό- χαρακτήρα αυτής της πόλεως. Και εμμέσως τον ελληνικό χαρακτήρα αυτής της πόλεως. Νέοι, φοιτητές, παιδιά, εργαζόμενοι, μεσήλικες, πρεσβύτεροι, όλοι είχαν βγει στους δρόμους για να υποδεχθούν την εικόνα της Παναγίας, την οποία μετέφεραν με καμάρι με το τζιπ οι άνδρες των Ενόπλων Δυνάμεων. Τα μπαλκόνια ήταν γεμάτα, ο κόσμος κρεμόταν σαν τα τσαμπιά. Οι καμπάνες των εκκλησιών ηχούσαν σταθερά, αλλά ισχυρά. Ολος ο κλήρος του νομού με τα επίσημα κόκκινα άμφιά του συνόδευε την εικόνα ως φρουρός στη Χάρη Της. Οι φαντάροι χαμογελούσαν. Οι στιγμές που βίωσαν ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Φιλόθεος και ο πνευματικός του πατέρας, μητροπολίτης Χαλκίδος Χρυσόστομος, τους οποίους είχε προσκαλέσει ο σεβασμιότατος μητροπολίτης Μαρωνείας Παντελεήμων, ήταν μοναδικές. Υπήρχαν αληθινή κατάνυξη, αγάπη για την Παναγία μας, αλλά στον αέρα αιωρείτο η αίσθηση ότι αυτή η μεγάλη συγκέντρωση φιλήσυχων ανθρώπων, που βγήκαν από τα σπίτια τους για να ασκήσουν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, ήταν και μια ισχυρή έμμεση απάντηση σε όλους όσοι χρησιμοποιούν μεγάφωνα και τζαμιά για να κάνουν ψυχολογικό πόλεμο στον πιο έμπειρο πληθυσμό των Βαλκανίων: τους Κομοτηναίους.
Θα κρατήσω τα συναισθήματά μου για μένα και δεν θα επεκταθώ περισσότερο. Ωστόσο, διασχίζοντας την πόλη από το δημαρχείο και την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής μέσω του Μνημείου του Σπαθιού προς την οδό Δημοκρίτου και τη Λέσχη Κομοτηναίων, για να καταλήξω στον ιστορικό Ναό της Παναγίας, μπορώ να πω μόνο ότι έζησα μία από τις πιο όμορφες ημέρες της ζωής μου. Με τη σημαία και τον σταυρό. Μία ώρα πριν από τη λιτανεία έβρεχε καταρρακτωδώς. Αλλά ο μητροπολίτης Παντελεήμων με πίστη μού είπε όταν τον συνάντησα στο «Ανατόλια»: «Εγώ, παιδί μου, ό,τι και να γίνει τη λιτανεία θα την κάνω!» Την έκανε και δεν έβρεξε! Αλλά… πλημμύρισαν οι ψυχές μας.
ΠΕΣ ΜΟΥ ΟΤΙ ΗΤΑΝ ΚΑΙ Ο ΤΣΙΑΡΑΣ ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΧΕ ΠΕΙ ΤΟ ΑΜΙΜΗΤΟ ΠΕΡΙ ΕΒΡΟΥ ΚΑΙ ΘΑ ΤΑ ΧΩ ΔΕΙ ΟΛΑ