Απλοί πολίτες έχουν πέσει θύματα όχι μόνο υπεξαίρεσης χρημάτων, βλέποντας τους τραπεζικούς λογαριασμούς τους να αδειάζουν και τις πιστωτικές τους κάρτες να χρεώνονται, αλλά έχουν καταστεί και κατηγορούμενοι, χωρίς να έχουν καμία ευθύνη, μόνο και μόνο επειδή πίστεψαν σε μία «ιδανική θέση εργασίας με μεγάλες αποδοχές».
Η διαδρομή του παράνομου χρήματος
Καθώς οι ηλεκτρονικές απάτες αυξάνονται με ανησυχητικούς ρυθμούς, το ερώτημα που τίθεται δεν είναι μόνο πώς διαπράττονται αλλά κυρίως τι γίνεται με τα χρήματα που αποσπώνται από τα θύματα. Τα κυκλώματα των ηλεκτρονικών απατεώνων έχουν αναπτύξει εξελιγμένες μεθόδους για να «ξεπλύνουν» τα παράνομα κέρδη τους και να εξαφανίσουν τα ίχνη της εγκληματικής τους δραστηριότητας.
Αχυράνθρωποι στην υπηρεσία του εγκλήματος
Μία από τις πιο διαδεδομένες μεθόδους είναι η χρήση «αχυρανθρώπων» – ανυποψίαστων πολιτών που στρατολογούνται συχνά μέσω αγγελιών εργασίας ή πλαστών ευκαιριών. Αυτοί οι άνθρωποι παρέχουν πρόσβαση στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς, χωρίς να γνωρίζουν ότι εμπλέκονται σε παράνομες δραστηριότητες.«Τα κυκλώματα συχνά χρησιμοποιούν ανυποψίαστους πολίτες ως ‘ενδιάμεσους’ διακίνησης της λείας τους», επισημαίνει ειδικός σε θέματα ηλεκτρονικού εγκλήματος της Διεύθυνσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος.
Η διαδρομή του χρήματος
Η τυπική πορεία μιας τέτοιας απάτης ακολουθεί συγκεκριμένα βήματα:
1. Αρχική απάτη: Μέσω phishing, απάτης με επενδύσεις, ψεύτικων διαδικτυακών καταστημάτων ή άλλων μεθόδων, το θύμα πείθεται να μεταφέρει χρήματα.
2. Πρώτη μεταφορά: Τα χρήματα καταλήγουν αρχικά σε έναν λογαριασμό που ελέγχεται από το κύκλωμα, συχνά στο όνομα κάποιου «αχυράνθρωπου».
3. Ανακατεύθυνση: Μέσα σε λίγες ώρες, το ποσό διασπάται και μεταφέρεται σε πολλαπλούς άλλους λογαριασμούς, συχνά σε διαφορετικές χώρες.
4. Μετατροπή σε κρυπτονομίσματα: Συχνά, μέρος των χρημάτων μετατρέπεται σε Bitcoin ή άλλα κρυπτονομίσματα, δυσχεραίνοντας την παρακολούθηση της διαδρομής.
5. Επανεισαγωγή κλοπιμαίων: Τελικά, τα χρήματα επιστρέφουν στη νόμιμη οικονομία μέσω αγορών ακινήτων, πολυτελών αγαθών ή επενδύσεων.
Παράδειγμα: Η απάτη των 25.000 ευρώ
Πρόσφατα, οι διωκτικές αρχές εξιχνίασαν μια υπόθεση όπου ένας άνδρας έπεσε θύμα επιτήδειων που παρουσιάστηκαν ως εκπρόσωποι επενδυτικής εταιρείας. Έπεισαν το θύμα να επενδύσει 25.000 ευρώ, υποσχόμενοι μεγάλες αποδόσεις. Τα χρήματα μεταφέρθηκαν αρχικά στον λογαριασμό ενός φοιτητή, ο οποίος είχε προσληφθεί δήθεν ως «διαχειριστής πληρωμών» μιας διαδικτυακής επιχείρησης. Ο φοιτητής, ακολουθώντας οδηγίες, μετέφερε τα χρήματα σε τρεις διαφορετικούς λογαριασμούς εντός 24 ωρών. Από εκεί, τα ποσά διασπάστηκαν περαιτέρω σε μικρότερα και ένα μέρος τους μετατράπηκε σε κρυπτονομίσματα. Μέσα σε μόλις τρεις μέρες, η διαδρομή των χρημάτων είχε γίνει σχεδόν αδύνατο να ανιχνευθεί.
Τι πρέπει να προσέχετε
Οι αρχές επισημαίνουν ορισμένα σημάδια που θα πρέπει να προβληματίσουν όποιον λάβει προτάσεις για «εύκολη εργασία» με υψηλές αποδοχές:
– Προσφορές εργασίας που απαιτούν τη χρήση του προσωπικού τραπεζικού λογαριασμού
– Υποσχέσεις για υψηλές αμοιβές με ελάχιστη εργασία
– Αιτήματα για προώθηση χρημάτων σε άλλους λογαριασμούς
– Επικοινωνία αποκλειστικά μέσω διαδικτύου, χωρίς φυσική συνάντηση
Η Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος προειδοποιεί ότι οι «αχυράνθρωποι», ακόμη και αν δεν γνωρίζουν την προέλευση των χρημάτων, μπορεί να αντιμετωπίσουν κατηγορίες για συνέργεια σε απάτη και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες. «Η άγνοια δεν αποτελεί δικαιολογία ενώπιον του νόμου, ειδικά όταν κάποιος διαχειρίζεται μεγάλα χρηματικά ποσά τρίτων. Οι πολίτες πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και να αναφέρουν ύποπτες δραστηριότητες στις αρχές», τονίζει εκπρόσωπος της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος.
Για την προστασία των πολιτών, οι ειδικοί συμβουλεύουν:
– Να μη χρησιμοποιούν ποτέ τον προσωπικό τους λογαριασμό για επαγγελματικές συναλλαγές τρίτων
– Να αμφισβητούν προσφορές εργασίας που φαίνονται «πολύ καλές για να είναι αληθινές»
– Να ερευνούν διεξοδικά κάθε εταιρεία που τους προσφέρει εργασία
– Να αναφέρουν άμεσα στις αρχές ύποπτες συναλλαγές ή προτάσεις
Καθώς το φαινόμενο των ηλεκτρονικών απατών συνεχίζει να εξελίσσεται, η ενημέρωση και η επαγρύπνηση αποτελούν τα βασικότερα όπλα για την προστασία των πολιτών από επιτήδειους που επιχειρούν όχι μόνο να αποσπάσουν χρήματα, αλλά και να εμπλέξουν ανυποψίαστους πολίτες στο έγκλημά τους.