Ο Μπενιαμίν Νετανιάχου, σε μία ακόμη έκρηξη ρητορικής έντασης, επιτέθηκε δημόσια κατά της Βρετανίας, της Γαλλίας και του Καναδά, κατηγορώντας τους για υποκρισία και για «προτροπή σε νέες φρικαλεότητες» στη Γάζα.
Αφορμή στάθηκαν οι δηλώσεις των δυτικών ηγετών, που ζήτησαν από το Ισραήλ να σταματήσει τη στρατιωτική του επίθεση και άφησαν ανοιχτό το ενδεχόμενο αναγνώρισης παλαιστινιακού κράτους.
«Οι ηγέτες στο Λονδίνο, την Οττάβα και το Παρίσι προσφέρουν ένα τεράστιο δώρο σε όσους διέπραξαν γενοκτονική επίθεση κατά του Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου, ενθαρρύνοντας έτσι κι άλλες παρόμοιες ενέργειες», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Χ. Σύμφωνα με τον ίδιο, τέτοιες θέσεις των Δυτικών «ενισχύουν την τρομοκρατία» και υποσχέθηκε ξανά ότι το Ισραήλ θα αναλάβει «πλήρη έλεγχο της Γάζας».
Την ίδια στιγμή, ο ισραηλινός στρατός ξεκίνησε εκ νέου μαζικές επιχειρήσεις στη Γάζα, στο πλαίσιο της επιχείρησης «Άρματα του Γεδεών», με στόχο — όπως δηλώνεται — την εξουδετέρωση της Χαμάς. Οι ισραηλινές δυνάμεις σχεδιάζουν να διαχωρίσουν τη Λωρίδα της Γάζας σε τομείς και να μετακινήσουν τον άμαχο πληθυσμό για «την ασφάλειά του».
Από την πλευρά τους, οι κυβερνήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου, της Γαλλίας και του Καναδά καταδίκασαν τις «απαράδεκτες πράξεις» της κυβέρνησης Νετανιάχου, απαιτώντας την άμεση παύση των στρατιωτικών επιχειρήσεων και την άρση των περιορισμών στην ανθρωπιστική βοήθεια. Ξεκαθάρισαν, μάλιστα, ότι αν δεν αλλάξει στάση το Τελ Αβίβ, θα υπάρξουν συγκεκριμένες συνέπειες.
Πίσω από αυτή τη σύγκρουση φρασεολογίας και συμφερόντων κρύβεται μια βαθύτερη πραγματικότητα: η αυξανόμενη απομόνωση του Ισραήλ στη διεθνή σκηνή και η ολοένα και πιο επιθετική του στάση, σε μια περίοδο που οι εικόνες από τη Γάζα έχουν σοκάρει την κοινή γνώμη παγκοσμίως. Την ώρα που χώρες της Δύσης αρχίζουν, έστω και με δισταγμό, να ασκούν κριτική, η ισραηλινή ηγεσία αντεπιτίθεται, επιμένοντας στη γραμμή του απόλυτου ελέγχου και της στρατιωτικής λύσης.