Σε ευθεία παραδοχή της σοβαρής καθυστέρησης στην υλοποίηση της Γραμμής 4 του Μετρό της Αθήνας προχώρησε ο υφυπουργός Υποδομών, Νίκος Ταχιάος, σηματοδοτώντας επίσημα μια αναπροσαρμογή προσδοκιών γύρω από το έργο προϋπολογισμού 1,8 δισ. ευρώ. Όπως ανέφερε από το βήμα του συνεδρίου του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΤΕΕ), η «Ελληνικό Μετρό» έχει ήδη ζητήσει από την κοινοπραξία που έχει αναλάβει την κατασκευή του έργου αναθεώρηση του αρχικού χρονοδιαγράμματος.
Ο κ. Ταχιάος εμφανίστηκε επιφυλακτικός όσον αφορά την ολοκλήρωση του έργου μέχρι το 2029: «Θεωρητικά ολοκληρώνεται το 2029, αλλά δεν θα έβαζα το χέρι μου στη φωτιά»), ανέφερε, ενώ συμπλήρωσε με νόημα: «Δεν μετρά σε μήνες η καθυστέρηση προφανώς. Τώρα πότε θα ολοκληρωθεί, θα δούμε».
Ως βασική αιτία της υστέρησης, ο υφυπουργός απέδωσε ευθύνες στον λανθασμένο αρχικό σχεδιασμό της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, με επίκεντρο τον διαχωρισμό των πρόδρομων εργασιών από την κύρια σύμβαση, δημιουργώντας εξαρχής τεχνικά και χρονολογικά χάσματα στην υλοποίηση. Δεν παρέλειψε, ωστόσο, να αναγνωρίσει πως αυτή η επιλογή δεν αποτελεί τη μοναδική πηγή καθυστερήσεων.
Ο κ. Ταχιάος αναφέρθηκε και σε δύο κρίσιμα ανοιχτά μέτωπα, που επιτείνουν την υστέρηση και επηρεάζουν καθοριστικά τη συνολική πρόοδο. «Αυτό εκ των πραγμάτων δημιουργεί μια πρώτη καθυστέρηση, αλλά υπάρχουν κι άλλοι λόγοι καθυστερήσεων στο έργο. Έχουμε δύο μεγάλες εκκρεμότητες: η μία είναι τα Εξάρχεια και η άλλη είναι το πάρκο Ριζάρη, ο σταθμός του Ευαγγελισμού», τόνισε.
Η κατασκευάστρια κοινοπραξία καλείται πλέον να καταθέσει νέο, τεκμηριωμένο χρονοδιάγραμμα. Η διαπραγμάτευση που θα ακολουθήσει θα κινηθεί σε δύο επίπεδα: τον επαναπροσδιορισμό του χρόνου ολοκλήρωσης και την αποτίμηση του πρόσθετου κόστους που ενδέχεται να προκύψει από την αναπροσαρμογή. «Ο στόχος είναι να το τεκμηριώσει γιατί πάντα υπάρχουν και ευθύνες των αναδόχων στις καθυστερήσεις», υποστήριξε ο υφυπουργός, προσθέτοντας: «Το να θεωρούμε ότι είναι το Δημόσιο αυτό που ευθύνεται για όλα είναι λάθος».
Στο πλαίσιο αυτό, τέθηκε επί τάπητος και η ανάγκη επιλογής μεταξύ δύο διαφορετικών τεχνικών προσεγγίσεων για την πρόοδο των έργων. Η πρώτη περιλαμβάνει την εκσκαφή του σταθμού πριν από τη διέλευση του μετροπόντικα, ενώ η δεύτερη προβλέπει πρώτα την ολοκλήρωση της σήραγγας και έπειτα την κατασκευή του σταθμού. Ο κ. Ταχιάος επικαλέστηκε την εμπειρία από τον σταθμό «Βενιζέλου» στη Θεσσαλονίκη, επισημαίνοντας πως η επιλογή του τεχνικού σεναρίου πρέπει να συνοδεύεται από ρεαλιστική πρόβλεψη χρόνου και ευθύνη από πλευράς αναδόχου.
«Στο χρονοδιάγραμμα ο ανάδοχος πρέπει να παραδεχτεί τις αποδοχές αυτού που του λέει η υπηρεσία. Οπότε είναι λάθος να θεωρούμε ότι αν υπάρχει μια καθυστέρηση από μόνη της παρατείνει το χρονοδιάγραμμα όσο διαρκεί η καθυστέρηση. Ο ανάδοχος έχει τις εναλλακτικές λύσεις εκείνες, οι οποίες επιτρέπουν να τρέξει. Στη βάση αυτή θα παρακολουθήσουμε το χρονοδιάγραμμα, το οποίο πιστεύω ότι θα μας φέρει μέσα στις αμέσως προσεχείς ημέρες», σημείωσε.
Ωστόσο, η εκπόνηση ενός νέου χρονοδιαγράμματος δεν θα είναι μια απλή υπόθεση, ειδικά από τη στιγμή που κρίσιμα σημεία του έργου, όπως τρεις βασικοί σταθμοί, δεν έχουν ακόμα παραδοθεί στον ανάδοχο. Εάν επιλεγεί η δεύτερη, πιο σύνθετη μέθοδος υλοποίησης, τότε είναι σχεδόν βέβαιο πως το κόστος θα αυξηθεί, ανοίγοντας τον δρόμο για περαιτέρω οικονομικές απαιτήσεις από πλευράς της κατασκευάστριας κοινοπραξίας.
Σημειώνεται ότι, παρότι το έργο έχει φτάσει στο μέσο του συμβατικού του χρόνου, τρεις σταθμοί παραμένουν εκτός χρονοδιαγράμματος, μη παραδοθέντες. Για τους σταθμούς που έχουν ήδη παραληφθεί από τον ανάδοχο, οι καθυστερήσεις κυμαίνονται από 20 έως 30 μήνες, γεγονός που καθιστά δυσχερή την επίτευξη του αρχικού στόχου ολοκλήρωσης. Οι δεσμεύσεις που απορρέουν από τη σύμβαση είναι αυστηρές, και τυχόν υπερβάσεις ενδέχεται να οδηγήσουν σε προσφυγές για αποζημιώσεις.
Όσον αφορά στους τρεις εκκρεμείς σταθμούς, κάθε περίπτωση παρουσιάζει τις δικές της ιδιαιτερότητες. Στην Πανεπιστημιούπολη, η παρουσία αρχαιολογικών ευρημάτων έχει προκαλέσει σημαντικές καθυστερήσεις, παρά την έγκριση από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο για την απόσπαση και μεταφορά του δρόμου. Αντίστοιχα, στον σταθμό Γουδή, η απρόβλεπτη εμφάνιση μεγάλου αγωγού της ΕΥΔΑΠ οδήγησε στην ανάγκη επανασχεδιασμού και αναζήτησης νέας χωροθέτησης. Και τέλος, στον Ευαγγελισμό, η εκκρεμότητα αφορά την έγκριση της Τεχνικής Περιβαλλοντικής Μελέτης για το πάρκο Ριζάρη, η οποία βρίσκεται ακόμη υπό αξιολόγηση από τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠΕΝ.