Την ώρα που η επικαιρότητα κατακλύζεται από τη δημοσίευση της λίστας των μεγαλοοφειλετών του Δημοσίου, άλλη μια πτυχή της ανεξέλεγκτης παραοικονομίας επανέρχεται στο προσκήνιο, προκαλώντας έντονο προβληματισμό. Πρόκειται για τη διαρκώς διογκούμενη δραστηριότητα των πλανόδιων μασέρ που «αλωνίζουν» κάθε καλοκαίρι στις παραλίες της χώρας, προσφέροντας υπηρεσίες χωρίς κανένα φορολογικό αποτύπωμα. Το φαινόμενο, αν και γνωστό εδώ και χρόνια, μοιάζει πλέον να έχει μετατραπεί σε ένα οργανωμένο επιχειρηματικό μοντέλο με σταθερή παρουσία στους πιο δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς.
Οι παραλίες της Αττικής, αλλά και τα νησιά όπως η Μύκονος, η Κέρκυρα και η Κρήτη, κατακλύζονται από γυναίκες κυρίως ασιατικής καταγωγής –με καταγωγή συχνά από την Κίνα– που προσεγγίζουν τους λουόμενους και προσφέρουν μασάζ με το αζημίωτο. Οι τιμές ξεκινούν από 50 ευρώ και διαμορφώνονται ανάλογα με τη διάρκεια της συνεδρίας. Πρόκειται για έναν κλάδο με σημαντικό τζίρο, ο οποίος όμως παραμένει αφορολόγητος, χωρίς έκδοση αποδείξεων, χωρίς επαγγελματική άδεια και χωρίς κανέναν έλεγχο υγειονομικών ή ασφαλιστικών προϋποθέσεων.
Παρά το γεγονός ότι οι ελεγκτικές αρχές εντείνουν την παρουσία τους σε beach bars και επιχειρηματίες που διαχειρίζονται ξαπλώστρες, η δράση των πλανόδιων μασέρ φαίνεται να συνεχίζεται ανεμπόδιστη. Η παραβατικότητα δεν είναι νέα είδηση, αφού οι συλλήψεις έχουν ξεκινήσει εδώ και χρόνια, με χαρακτηριστικές περιπτώσεις όπως αυτή στη Νάξο το 2022, όταν δύο γυναίκες συνελήφθησαν για παροχή παράνομων υπηρεσιών μασάζ σε λουόμενους. Στο Λουτράκι το 2017, ένας 18χρονος «μασέρ» βούτηξε στη θάλασσα προσπαθώντας να διαφύγει τη σύλληψη, ενώ πέρυσι στα Χανιά δύο πλανόδιοι συνεπλάκησαν σε παραλία, σε περιστατικό που καταγράφηκε σε βίντεο.
Κι όμως, παρά τα μεμονωμένα περιστατικά επέμβασης των αρχών, η παρανομία δείχνει να αποκτά μόνιμα χαρακτηριστικά. Οι καθημερινοί, αδήλωτοι τζίροι εκατοντάδων ευρώ ανά μασέρ δεν φαίνεται να συγκινούν ιδιαίτερα τους μηχανισμούς ελέγχου, οι οποίοι συχνά περιορίζονται σε περιστασιακές και αποσπασματικές επιχειρήσεις. Την ίδια στιγμή, η δημόσια συζήτηση επικεντρώνεται στους μεγαλοοφειλέτες, ενώ η μικροκλίμακα της παραοικονομίας, όπως αυτή των παραλιών, μοιάζει να δρα ανεξέλεγκτα –παρά το πλήθος των καταγγελιών και τη διαρκή παρουσία των τουριστών που γίνονται αυτόπτες μάρτυρες της κατάστασης.
Το ερώτημα που τίθεται, λοιπόν, είναι αν και πότε οι αρχές θα αντιμετωπίσουν σοβαρά το φαινόμενο της παραοικονομίας στην τουριστική βιομηχανία της χώρας, ξεκινώντας ίσως από το αυτονόητο: την ισότητα στους κανόνες λειτουργίας για όλους τους παρόχους υπηρεσιών – είτε πρόκειται για ένα πολυτελές beach bar είτε για έναν πλανόδιο που παρέχει «μασάζ χωρίς απόδειξη» στην ξαπλώστρα.