Σήμερα, 18 Ιουλίου, η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη μνήμη του Αγίου Αιμιλιανού, ενός ένδοξου μάρτυρα της χριστιανικής πίστης, που έζησε και μαρτύρησε κατά τον 4ο αιώνα μ.Χ., την εποχή των σκληρών διωγμών του αυτοκράτορα Ιουλιανού του Παραβάτη. Η ιστορία του αποτελεί ένα σύμβολο πίστης, θάρρους και αυταπάρνησης μπροστά στην τυραννία της ειδωλολατρίας.
Ο Άγιος Αιμιλιανός καταγόταν από το Δορύστολο της Μοισίας, μια πόλη της Θράκης (σημερινή Σιλίστρα, στη βόρεια Βουλγαρία). Κατά τις ιστορικές παραδόσεις, ήταν νεαρός δούλος ή υιοθετημένος γιος κάποιου Σαββατιανού, άρχοντα της περιοχής. Παρά τη νεαρή του ηλικία και τη χαμηλή κοινωνική του θέση, ο Αιμιλιανός ξεχώρισε για τη βαθιά του ευλάβεια και την αταλάντευτη προσήλωσή του στον Χριστό.
Η πίστη του δοκιμάστηκε σκληρά κατά τη διάρκεια των διωγμών που εξαπέλυσε ο Ιουλιανός, στην προσπάθειά του να επαναφέρει την ειδωλολατρία και να καταστείλει τη χριστιανική λατρεία. Ο Αιμιλιανός δεν δίστασε να σταθεί απέναντι στη συστημική καταπίεση της εποχής. Σε μια ηρωική πράξη αντίστασης, εισήλθε σε ειδωλολατρικό ναό και με γενναιότητα κατέστρεψε τα είδωλα, σύμβολα μιας θρησκείας που αρνούνταν την αλήθεια του Ευαγγελίου. Η πράξη του αυτή θεωρήθηκε μέγιστη βλασφημία και ξεσήκωσε θύελλα οργής στις αρχές της πόλης.
Αν και αρχικά προσπάθησαν να αποδώσουν την πράξη αυτή σε ανώνυμους πολίτες, ο Αιμιλιανός παρουσιάστηκε ο ίδιος μπροστά στον διοικητή και ομολόγησε με παρρησία την ενοχή του, δηλώνοντας ότι το έκανε από αγάπη για τον Χριστό. Η γενναιότητά του εξόργισε ακόμη περισσότερο τους ειδωλολάτρες. Αφού υπέστη σκληρότατους βασανισμούς και χτυπήματα, οδηγήθηκε τελικά σε μαρτυρικό θάνατο. Τον έριξαν στην πυρά, αλλά κατά την παράδοση, οι φλόγες δεν τον έκαψαν αμέσως, σαν να τον προστάτευε η χάρη του Θεού. Παρέδωσε τελικά την ψυχή του επάνω στις φλόγες, αναδεικνυόμενος σε ολοκαύτωμα πίστεως και ζωντανό μάρτυρα του Ιησού Χριστού.
Το μαρτύριό του συγκλόνισε την τοπική κοινωνία. Χριστιανοί της περιοχής, με επικεφαλής μια ευσεβή γυναίκα που λέγεται ότι ήταν σύζυγος του ίδιου του άρχοντα, παρέλαβαν τα ιερά του λείψανα και τα ενταφίασαν με τιμές. Αργότερα, προς τιμήν του, ανεγέρθηκε ναός στην Κωνσταντινούπολη, και η μνήμη του καθιερώθηκε στην Εκκλησία ως παράδειγμα ακλόνητης πίστης, ακόμη και μπροστά στον βέβαιο θάνατο.
Η προσωπικότητα του Αγίου Αιμιλιανού φωτίζει τις σκοτεινές σελίδες της ανθρώπινης ιστορίας, υπενθυμίζοντας την υπεροχή της πνευματικής αλήθειας έναντι της κοσμικής εξουσίας. Η θυσία του δεν ήταν απλώς μια πράξη αντίστασης, αλλά μια μαρτυρία ελευθερίας – εσωτερικής, πνευματικής, ηθικής. Στους ύμνους της Εκκλησίας τιμάται ως θείος προσφορά και ολοκαύτωμα, που ανυψώθηκε στους ουρανούς ως μάρτυρας αλήθειας.
Η μνήμη του τιμάται σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, με εκκλησίες και παρεκκλήσια αφιερωμένα στο όνομά του. Σε παραθαλάσσιες περιοχές θεωρείται προστάτης των ναυτικών, ενώ σε άλλες περιοχές οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι τον επικαλούνται για προστασία. Η τιμή του παραμένει ζωντανή μέσα στους αιώνες, όχι μόνο στη λειτουργική παράδοση αλλά και στη λαϊκή ευσέβεια.