Blame Game: Το παιχνίδι των ευθυνών πίσω από την ακύρωση του ραντεβού Μητσοτάκη–Ερντογάν

Μια στρατηγική επικοινωνίας οφείλει να είναι υπεράνω μικροκομματικών σκοπιμοτήτων

Must Read

*Γράφει ο Δρ. Κωνσταντίνος Π. Μπαλωμένος
Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος
Πρώην Γενικός Διευθυντής – Γενικής Διεύθυνσης
Πολιτικής Εθνικής Άμυνας και Διεθνών Σχέσεων (ΓΔΠΕΑΔΣ)
Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (ΥΠΕΘΑ)

Όπως είναι γνωστό, η προγραμματισμένη συνάντηση Μητσοτάκη–Ερντογάν στη Νέα Υόρκη δεν πραγματοποιήθηκε.
Ωστόσο, αν και το γεγονός δεν θα έπρεπε να θεωρηθεί μείζον, ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάστηκε από τις δύο πλευρές ανέδειξε τη διαδικασία του Blame Game (παιχνίδι απόδοσης των ευθυνών), στις διακρατικές και τις διεθνείς σχέσεις γενικότερα.

Κάθε πλευρά έσπευσε να δώσει τη δική της εκδοχή για τα αίτια της ακύρωσης της συνάντησης, επιχειρώντας να μεταθέσει το βάρος της ευθύνης στην αντίπαλη πλευρά.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, η ουσία δεν βρίσκεται μόνο στο «τι συνέβη» αλλά κυρίως στο «πώς διαχειρίζεται» και «πώς επικοινωνείται» ένα γεγονός.
Διότι στο διπλωματικό πεδίο, όταν κάτι δεν εξελίσσεται όπως είχε σχεδιαστεί, η πρώτη μέριμνα δεν είναι η εξήγηση, αλλά η απόδοση ευθυνών και η διαχείριση των εντυπώσεων, καθώς επηρεάζει και διαμορφώνει τον τρόπο που θα αντιληφθούν το γεγονός τα εσωτερικά και διεθνή ακροατήρια.

Υπό το πλαίσιο αυτό, γίνεται σαφές ότι στη διπλωματία, η μάχη των εντυπώσεων συχνά αποδεικνύεται εξίσου κρίσιμη με τα ίδια τα γεγονότα.
Ειδικότερα, το blame game σε διεθνείς κρίσεις μπορεί να οριστεί ως η στρατηγική διαδικασία κατά την οποία κρατικοί και μη κρατικοί δρώντες αποδίδουν ευθύνες για γεγονότα ή αποτυχίες, με στόχο την πολιτική, διπλωματική ή επικοινωνιακή ενίσχυσή τους.
Αποτελεί εργαλείο στρατηγικής, για την νομιμοποίηση των αποφάσεων, την αποφυγή εσωτερικών ευθυνών και τη διατήρηση ή αύξηση διεθνούς επιρροής.
Ταυτόχρονα, λειτουργεί ως μηχανισμός διαμόρφωσης αντιλήψεων (shaping of perceptions), για την ηθική υπευθυνότητα και το πολιτικό κύρος των δρώντων.
Μέσω του blame game, η διαχείριση κρίσεων συνδέεται στενά με την εικόνα και την επικοινωνία, ενώ η στρατηγική χρήση του μπορεί είτε να υπονομεύσει είτε να ενισχύσει τη διεθνή συνεργασία, ανάλογα με το πλαίσιο και την προσέγγιση των εμπλεκόμενων δρώντων.

Εν κατακλείδι, το blame game ως διπλωματική πρακτική δεν αποσκοπεί στην ανάδειξη της αλήθειας, αλλά λειτουργεί ως μέσο πειθούς για τη διαμόρφωση των αντιλήψεων της εσωτερικής και διεθνούς κοινής γνώμης, ώστε να εξυπηρετηθούν οι στρατηγικές επιδιώξεις κάθε πλευράς.
Εστιάζοντας στα γεγονότα θα πρέπει να επισημανθεί, ότι από την ελληνική πλευρά, η ακύρωση της συνάντησης Μητσοτάκη –Ερντογάν παρουσιάστηκε επικοινωνιακά ως απόρροια της τουρκικής στάσης.

Συγκεκριμένα, η ακύρωση της συνάντησης αποδόθηκε κυρίως σε «τεχνικούς λόγους» και σε «ζητήματα προγράμματος», που δεν επέτρεψαν να υπάρξουν οι αναγκαίες προϋποθέσεις για να πραγματοποιηθεί η συνάντηση και λόγω επιγενόμενων συναντήσεων που ήταν εξαιρετικά σημαντικές, όπως χαρακτηριστικά τόνισε ο Υπουργός Εξωτερικών κ. Γεραπετρίτης.

Επίσης, κυβερνητικές πηγές επισήμαναν ότι η Αθήνα παραμένει σταθερή στην επιλογή του διαλόγου, τονίζοντας ότι η Ελλάδα δεν ευθύνεται για τη μη πραγματοποίηση της συνάντησης, αλλά η τουρκική πλευρά που υπαναχώρησε και δεν τήρησε τα συμφωνηθέντα.
Αυτό το αφήγημα εντάσσεται στην πάγια εθνική στρατηγική που παρουσιάζει την Ελλάδα ως «υπεύθυνη δύναμη» που επιδιώκει τον διάλογο, απέναντι στην αδιαλλαξία και τις μεθοδεύσεις της Άγκυρας σε διπλωματικό και επικοινωνιακό επίπεδο.

Έτσι, το blame game αξιοποιήθηκε τόσο ως μέσο ενίσχυσης της διεθνούς εικόνας της χώρας όσο και ως μέσο διαχείρισης εντυπώσεων και ενίσχυσης της εσωτερικής νομιμοποίησης της κυβέρνησης αφού εμφανίστηκε να υπερασπίζεται με συνέπεια τα εθνικά συμφέροντα χωρίς να ευθύνεται για διπλωματικές αστοχίες και να αποδέχεται όρους που θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την εθνική της θέση.
Επιπλέον κυβερνητικές πηγές στην Αθήνα τόνισαν, ότι εάν η Άγκυρα επικαλεστεί αδυναμία πραγματοποίησης της συνάντησης, τότε η στάση της θα καταστεί εμφανώς προσχηματική. Η διατύπωση αυτή είχε στόχο να προληφθεί το τουρκικό αφήγημα και να το πλαισιώσει ως στρατηγική υπεκφυγή.
Στο ίδιο πλαίσιο, οι χειρισμοί της τουρκικής πλευράς ερμηνεύτηκαν από την Αθήνα ως αντανάκλαση της ενόχλησης του προέδρου Ερντογάν για μια σειρά ελληνικών πρωτοβουλιών όπως ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός, η δημιουργία θαλάσσιων πάρκων και η εκδήλωση ενδιαφέροντος της Chevron για έρευνες στην ελληνική ΑΟΖ.

Η στοχοποίηση της Τουρκίας, μέσω της ανάδειξης αυτών των ζητημάτων, επέτρεψε στην ελληνική πλευρά να συνδέσει την ακύρωση της συνάντησης με τις πάγιες τουρκικές αντιρρήσεις σε ζητήματα κυριαρχικών δικαιωμάτων, ενισχύοντας το αφήγημα ότι η Άγκυρα χρησιμοποίησε προσχηματικά το blame game για να μεταφέρει τις γεωπολιτικές της αντιρρήσεις στο διπλωματικό πεδίο.
Παράλληλα, η ακύρωση της συνάντησης των δύο ηγετών αποτέλεσε πεδίο έντονης πολιτικής αντιπαράθεσης στο εσωτερικό της Ελλάδας, αφού τα κόμματα της αντιπολίτευσης αξιοποίησαν το γεγονός για να ασκήσουν έντονη και σε κάποιες περιπτώσεις ακραία κριτική στην κυβέρνηση επιδιώκοντας την αποδόμησή της και την ενίσχυση της αντιπολιτευτικής τους θέσης.
Για του λόγου το αληθές, χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις περί «προχειρότητας», «ερασιτεχνισμού», «ανικανότητας», «διπλωματικής αποτυχίας», «απαξίας της Ελλάδας», «εθνικής ταπείνωσης», «διεθνούς διασυρμού», «τυχοδιωκτισμού» και «περιθωριοποίησης της Ελλάδας».

Μέσω αυτής της στρατηγικής, οι εκπρόσωποι της αντιπολίτευσης επικέντρωσαν την κριτική τους στις επικοινωνιακές πτυχές του γεγονότος, αντί στη στρατηγική του πτυχή και τις πραγματικές επιλογές της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
Επίσης, για λόγους μικροπολιτικής σκοπιμότητας μετέφεραν το blame game από τη διεθνή σκηνή στο εσωτερικό πολιτικό πεδίο, εγκλωβίζοντας τη δημόσια συζήτηση στη στείρα αντιπαράθεση και τον λαϊκισμό.

Αξίζει να επισημανθεί επίσης, ότι σε αντίστοιχη περίπτωση όπου ο Τούρκος Πρόεδρος κ. Ερντογάν ακύρωσε το ραντεβού του και με την Ιταλίδα Πρωθυπουργό κα. Μελόνι, η ιταλική αντιπολίτευση δεν προέβη σε ανάλογες δηλώσεις ή επικριτικά σχόλια.
Η σύγκριση αυτή, αποδεικνύει ότι η έντονη χρήση του blame game στην εσωτερική πολιτική αποτελεί μια παθογένεια του ελληνικού πολιτικού συστήματος, καθώς η μικροπολιτική αντιπαράθεση και ο λαϊκισμός αποπροσανατολίζουν την κοινή γνώμη από τις πραγματικές εθνικές στρατηγικές προτεραιότητες και υπονομεύουν την αποτελεσματικότητα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
Στον αντίποδα, η τουρκική πλευρά τόνισε αρχικά, ότι η ακύρωση της συνάντησης Μητσοτάκη – Ερντογάν οφείλεται στο «φορτωμένο πρόγραμμα» του κ. Ερντογάν και συγκεκριμένα, στη συμμετοχή του σε συνάντηση ηγετών αραβικών και μουσουλμανικών χωρών που διοργάνωσε εκτάκτως ο κ. Τράμπ και θα διεξάγονταν την ίδια ημέρα και ώρα με την προγραμματισμένη συνάντηση.
Με αυτό τον τρόπο, η τουρκική πλευρά αξιοποίησε το blame game για να παρουσιάσει την ακύρωση ως αναπόφευκτη συνέπεια αντικειμενικών παραμέτρων, διατηρώντας ταυτόχρονα την εικόνα μιας μεθοδικής και διπλωματικά υπεύθυνης ηγεσίας.
Στη συνέχεια, η Τουρκική ηγεσία υποστήριξε ότι η Ελλάδα «έσπευσε να ανακοινώσει» τη συνάντηση πριν υπάρξει κοινή συμφωνία («Greek leak»), επιχειρώντας έτσι να μεταθέσει την ευθύνη στην Αθήνα και να αναδείξει πιθανές παραβιάσεις των κανόνων εμπιστοσύνης και διπλωματικής δεοντολογίας εκ μέρους της.
Επιπλέον, μέσω της έγκυρης φιλοκυβερνητικής τουρκικής εφημερίδας Milliyet, η τουρκική πλευρά άσκησε έντονη κριτική στην Ελλάδα κάνοντας λόγο για «ελληνική αρρώστια», η οποία «υποτροπιάζει» και βλέπει παντού κινδύνους και απειλές για την Ελλάδα από την Τουρκία.
Επίσης, μέσω της ίδιας εφημερίδας επιχειρήθηκε η υποβάθμιση της σημασίας της διμερούς σχέσης της Τουρκίας με την Ελλάδα, επισημαίνοντας ότι η Τουρκία αυτήν την περίοδο έχει πολύ σοβαρότερα θέματα να ασχοληθεί στη διεθνή σκακιέρα (όπως η εδαφική ακεραιότητα της Συρίας, ο ισραηλινός επεκτατισμός και ο κίνδυνος σύγκρουσης) από την Ελλάδα, σε αντίθεση με την Ελλάδα και την ελληνική κυβέρνηση που ασχολούνται εμμονικά με την Τουρκία καλλιεργώντας την ένταση στη διμερή τους σχέση.
Στο εσωτερικό επίπεδο, η τουρκική ηγεσία απέφυγε οποιαδήποτε αυτοκριτική ή παραδοχή ευθύνης και επικεντρώθηκε στην προβολή ενός αφηγήματος που αναδείκνυε τη δική της δραστηριότητα και σημασία στις διεθνείς σχέσεις.
Το μήνυμα προς το τουρκικό κοινό στόχευσε στη διατήρηση της εικόνας ισχυρής και αποφασιστικής ηγεσίας, ικανής να διαχειρίζεται πολλαπλά διεθνή γεγονότα ταυτόχρονα, χωρίς να εμφανίζεται «υποχωρητική» ή «υποχρεωμένη» να προσαρμοστεί σε άλλες πρωτοβουλίες.
Αξιοσημείωτο επίσης, είναι το γεγονός ότι σε αντίθεση με όσα συνέβησαν στην Ελλάδα, η τουρκική αντιπολίτευση δεν άσκησε καμία ουσιαστική κριτική στον πρόεδρο Ερντογάν για την ακύρωση της συνάντησης και απέφυγε να εργαλειοποιήσει επικοινωνιακά το ζήτημα.
Εν κατακλείδι, η Τουρκία μέσω του blame game προσπάθησε να μετατοπίσει το κέντρο βάρους από πιθανές πολιτικές ευθύνες σε εξωτερικές συνθήκες, παρουσιάζοντας την ακύρωση ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα αντικειμενικών παραγόντων και όχι ως προϊόν διαπραγματευτικής αδυναμίας ή στρατηγικής επιλογής.
Επίσης, προσπάθησε να αποδόσει την ευθύνη για την ακύρωση της συνάντησης στην Ελλάδα επιδιώκοντας να προστατεύσει τόσο τη διεθνή εικόνα της χώρας όσο και το κύρος του Προέδρου Ερντογάν, ενισχύοντας την αντίληψη ότι η Τουρκία παραμένει ισχυρός και αξιόπιστος δρώντας στην παγκόσμια σκηνή.

Συνοψίζοντας τα ανωτέρω, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η ακύρωση της συνάντησης Μητσοτάκη – Ερντογάν ανέδειξε σε πολλαπλά επίπεδα τις παθογένειες του ελληνικού πολιτικού συστήματος όπως:

  • την έλλειψη εθνικής κουλτούρας και ομοψυχίας,
  • την εργαλειοποίηση κρίσιμων ζητημάτων εξωτερικής πολιτικής για λόγους μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων και επιδίωξης κομματικού οφέλους, με αποτέλεσμα τη διάσπαση της εθνικής ενότητας και την αποδυνάμωση της αξιοπιστίας της χώρας στο εξωτερικό,
  • την προσέγγιση των εθνικών θεμάτων με όρους επικοινωνιακού τακτικισμού που συχνά συνοδεύεται από επιχειρήσεις προπαγάνδας, παραπληροφόρησης και χειραγώγησης της κοινής γνώμης με απώτερο στόχο την απόσπαση της προσοχής από την ουσία των ζητημάτων,
  • την υπονόμευση της δημόσιας εμπιστοσύνης προς αυτούς που χαράσσουν και υλοποιούν την εξωτερική πολιτική της χώρας, την αποδόμηση της διεθνούς εικόνας της Ελλάδας και την εξασθένιση της διαπραγματευτικής ισχύος της χώρας στο εξωτερικό και
    την τάση εγκλωβισμού στο blame game και την στείρα πολιτική αντιπαράθεση στο εσωτερικό της χώρας.

Η ανάδειξη αυτών των παθογενειών δεν αποσκοπεί στη μονομερή απαξίωση του πολιτικού μας συστήματος, αλλά στην καλλιέργεια μιας αναγκαίας κουλτούρας αυτοκριτικής και θεσμικής ωριμότητας, η οποία αποτελεί προϋπόθεση για την ενίσχυση της εθνικής στρατηγικής και της διεθνούς αξιοπιστίας της χώρας.
Υπό το πλαίσιο αυτό, αναδεικνύεται η ανάγκη ανάληψης πρωτοβουλιών για την ενίσχυση της εθνικής ανθεκτικότητας μέσω στοχευμένης στρατηγικής επικοινωνίας που θα αποτελεί μέρος της εθνικής στρατηγικής και η οποία, θα επιτρέψει στην Ελλάδα να υπερβεί τις παγίδες του blame game, να διασφαλίσει τη διεθνή αξιοπιστία της και να προστατεύσει την διεθνή της εικόνα.
Συνεπώς, απαιτείται κατανόηση του επικοινωνιακού περιβάλλοντος, αποτελεσματική διαχείριση της πληροφορίας σε καταστάσεις εθνικών κρίσεων, αποφυγή της επικοινωνιακής υπερβολής και περιορισμός της μικροπολιτικής εργαλειοποίησης των εθνικών ζητημάτων.
Η χώρα σε καταστάσεις εθνικών κρίσεων πρέπει να ελέγχει το εθνικό αφήγημα, ώστε να αποφεύγονται οι σπασμωδικές αντιδράσεις και κάθε ζήτημα εξωτερικής πολιτικής να μετατρέπεται σε επικοινωνιακή αντιπαράθεση.
Αν κατορθώσει να ελέγξει το αφήγημα θα μπορέσει:

  • να διαμορφώσει τον τρόπο που οι εμπλεκόμενοι σε μια κρίση, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και η κοινή γνώμη θα κατανοήσουν και ερμηνεύσουν τα δεδομένα της κρίσης,
  • να κατευθύνει την ερμηνεία των κρίσιμων εξελίξεων της κρίσης,
  • να μετριάσει τις αρνητικές ερμηνείες γεγονότων και αντιδράσεις που μπορεί να πλήξουν την εικόνα και αξιοπιστία της και
  • να παρουσιάσει τις αποφάσεις της ως ορθολογικές, δίκαιες και σύμφωνες με τους εθνικούς στρατηγικούς στόχους, ενισχύοντας την εσωτερική και διεθνή νομιμοποίησή της.

Κοντολογίς, η διαμόρφωση και ο έλεγχος του αφηγήματος σε διεθνές επίπεδο θα προσφέρει ένα συγκριτικό πλεονέκτημα στην Ελλάδα, αφού θα εξασφαλίσει την εσωτερική και διεθνή νομιμοποίηση και αξιοπιστία της πολιτικής ηγεσίας της, θα ενισχύσει την εικόνα της ως σοβαρού, αξιόπιστου και θεσμικά υπεύθυνου κράτους και θα την απεγκλωβίσει από την αντιπαράθεση και τη μάχη εντυπώσεων που επιδιώκει να ορίσει η άλλη πλευρά (Τουρκία).
Στο πλαίσιο αυτό, καθίσταται αναγκαία η θεσμική πρόνοια για την ανάπτυξη ενιαίας στρατηγικής επικοινωνίας σε περιόδους κρίσεων, μέσα από ένα συντονισμένο διυπουργικό όργανο υπό την αιγίδα του ΚΥΣΕΑ, ώστε να διασφαλίζεται η συνοχή του εθνικού αφηγήματος και να ενισχύεται η διεθνής αξιοπιστία της χώρας.
Μια τέτοια στρατηγική επικοινωνίας οφείλει να είναι υπεράνω μικροκομματικών σκοπιμοτήτων και να στηρίζεται σε διακομματική συναίνεση, καθώς η εθνική αξιοπιστία και το κύρος της χώρας στο διεθνές πεδίο δεν μπορεί να αποτελούν αντικείμενο εσωτερικής αντιπαράθεσης.
Η θεσμοθέτηση ενιαίας στρατηγικής επικοινωνίας σε κρίσεις δεν αρκεί όμως από μόνη της. Απαιτείται εκπαίδευση και κατάρτιση των εμπλεκόμενων στελεχών σε σχέση με τη διπλωματία, τη διαχείριση πληροφοριών και τη δημόσια επικοινωνία, ώστε να μπορούν να υλοποιούν το εθνικό αφήγημα με συνέπεια και αξιοπιστία.

Παράλληλα, η Ελλάδα μπορεί να αντλήσει διδάγματα από διεθνή πρότυπα και πρακτικές, από κράτη με θεσμοποιημένους μηχανισμούς επικοινωνίας που διασφαλίζουν συνοχή, ψυχραιμία και στρατηγικό έλεγχο σε περιόδους κρίσεων, προστατεύοντας έτσι τόσο την εσωτερική νομιμοποίηση όσο και την εικόνα τους διεθνώς.

Συμπερασματικά, το πραγματικό διακύβευμα δεν είναι η ακύρωση ενός ραντεβού, αλλά η ικανότητα της Ελλάδας να ελέγχει το δικό της αφήγημα, να υπερβαίνει τις παγίδες του blame game και να εφαρμόζει στρατηγική επικοινωνία που ενισχύει την αξιοπιστία και την εικόνα της διεθνώς.
Στην παγκόσμια σκηνή, αυτό που μένει δεν είναι μόνο η αλήθεια των γεγονότων, αλλά η αντίληψη που καταφέρνουμε να διαμορφώσουμε για αυτά, μέσα από ψύχραιμη, θεσμική και εθνικά υπεύθυνη στρατηγική επικοινωνία.

*Φωτογραφία αρχείου

Δείτε επίσης:

 

Ακολουθήστε το newsbreak.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις τελευταίες & σημαντικές ειδήσεις.

Ακολουθήστε το newsbreak.gr στο κανάλι μας στο YouTube για να είστε πάντα ενημερωμένοι.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο newsbreak.gr

Κάθε σχόλιο δημοσιεύεται αυτόματα. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές και διατηρούμε το δικαίωμα να αφαιρέσουμε συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια όπου τα εντοπίζουμε. Σε κάθε περίπτωση ο καθένας φέρει την ευθύνη των όσων γράφει και το newsbreak.gr ουδεμία νομική ή άλλη ευθύνη φέρει.

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ

εισάγετε το σχόλιό σας!
Πληκτρολογήστε το όνομα σας

Latest News

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ανακοινώθηκε από τον Λευκό Οίκο: Αυτό είναι το σχέδιο Τραμπ για τη Γάζα!

Ο Λευκός Οίκος έδωσε απόψε στη δημοσιότητα το σχέδιο του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για τον τερματισμό του πολέμου...

More Articles Like This