Η κυβέρνηση στην προσπάθεια της είτε να κρύψει την ανικανότητα της να αντιμετωπίσει την «στεγαστική κρίση» είτε επειδή υπηρετεί σκοπιμότητες και συμφέροντα στρέφεται και πάλι εναντίον της βραχυχρόνιας μίσθωσης. Στην προσπάθεια αποπροσανατολισμού και θόλωσης της αδυναμίας της να δώσει ουσιαστικές λύσεις στα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας διαστρεβλώνει την πραγματικότητα και στρέφει τους πολίτες κατά ανύπαρκτων «εχθρών», αδιαφορώντας και παραβλέποντας ακόμη και τις ενδεχόμενες οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις.
Η βραχυχρόνια μίσθωση προτάθηκε στο πλαίσιο της εργαλειοθήκης του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης για να δώσει ένα οικονομικό εργαλείο και να ενισχύσει την προσπάθεια της ελληνικής κοινωνίας να ξεπεράσει την κρίση. Συμπτωματικά η «ξενοδόχος» και τότε πάλι υπουργός τουρισμού κα Κεφαλογιάννη αρνήθηκε να την εισάγει στην ελληνική πραγματικότητα. Όταν στην συνέχεια άλλαξε η ηγεσία του αρμόδιου υπουργείου και νομοθετήθηκε επήλθε ωφέλεια σε πολλά επίπεδα. Ξαναπήρε μπροστά η οικοδομική δραστηριότητα και όλα τα σχετικά επαγγέλματα. Ενισχύθηκε το εισόδημα πολλών μικροιδιοκτητών και σώθηκαν τα περιουσιακά στοιχεία δανειοληπτών.
Αξιοποιήθηκαν ακίνητα που θα έμεναν κλειστά
Ανακαινίσθηκαν ακίνητα και ζωντάνεψαν περιοχές έρημες και σκοτεινές. Αναπτύχθηκε εξάλλου μια ακόμη δυνατότητα φιλοξενίας, ώστε να δοθεί η δυνατότητα ανάπτυξης και αύξησης της επισκεψιμότητας από ξένους. Για αυτούς τους λόγους επαίρονται οι ηγεσίες των αρμόδιων υπουργείων για την αύξηση των εσόδων τόσο από τον τουρισμό όσο και από τα φορολογικά έσοδα και την μόχλευση των τοπικών οικονομιών. Η βραχυχρόνια μίσθωση είναι αστικής φύσεως μίσθωση που διαφέρει μόνο ως προς την διάρκεια. Επομένως δεν έπρεπε να γίνεται καμία διάκριση καθώς δεν υπάρχει καμία λογική και νομική συνέπεια σε αυτόν τον διαχωρισμό. Αφορά στην μίσθωση χώρου και καθορίζεται από τα συμβαλλόμενα μέρη ο χρόνος της μίσθωσης. Πλέον μισθώνονται γραφεία ακόμη και για ώρες ή αυτοκίνητα για μέρες ή χρόνια και δεν γίνονται διακρίσεις.
Αποτέλεσε όμως το άλλοθι και την εύκολη δικαιολογία αφενός για την αφαίμαξη αυτής της δυνατότητας αφετέρου για την αύξηση των ενοικίων και την έλλειψη ακινήτων για την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών. Αντισυνταγματικά δε η κυβέρνηση κατήργησε την δυνατότητα διαχείρισης της ιδιωτικής περιουσίας από τους ιδιοκτήτες σε κατάφωρη αντίθεση και παραβίαση της ελευθερίας οικονομικής ανάπτυξης και της ισότητας. Νομοθέτησε την εξαίρεση περιοχών από την βραχυχρόνια μίσθωση, ακόμη έθεσε εκτός συγκεκριμένους χώρους, αποθήκες κλπ που μέχρι πρότινος εισέφεραν ένα μικρό επιπλέον έσοδο σε κάποιο νέο ζευγάρι ή μια οικογένεια, ενώ από την άλλη προέβλεψε και έδωσε υπεραξία σε αποθήκες κλειστές με την δυνατότητα αλλαγής χρήσης τους για την έκδοση φθηνής χρυσής βίζα. Ακίνητα μικρά και κλειστά που δεν θα απέφεραν τίποτα και σε καμία περίπτωση δε θα έδιναν στέγη σε οικογένειες τίθενται πλέον εκτός αγοράς, χωρίς να προσφέρουν στην οικονομία.
Στην Ελλάδα υπάρχουν 2,28 εκατ. κενές κατοικίες
Το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών με την δημοσίευση σχετικής με το στεγαστικό έρευνας του εξαφανίζει κάθε αμφιβολία για το ψεύδος και την υποκρισία της κυβέρνησης αναφορικά με το πραγματικό πρόβλημα και τις υπεύθυνες και ουσιαστικές λύσεις. Στην έρευνα του ΟΠΑ υποστηρίζεται ότι σε όλους τους μεγάλους δήμους ανά την Ελλάδα το ποσοστό των καταχωρήσεων βραχυχρόνιων μισθώσεων σε σύγκριση με το σύνολο των κατοικιών είναι πολύ μικρό. Ενδεικτικά, στην Αθήνα το ποσοστό των καταχωρήσεων επί του συνόλου των κατοικιών αντιστοιχεί σε 2,86% και στη Θεσσαλονίκη σε 2,21%. Οι κενές κατοικίες δε στην Ελλάδα αντιστοιχούν σε 2,28 εκατομμύρια (επί του συνόλου των 6,58 εκατομμυρίων), νούμερο που αποτελεί και την 3η υψηλότερη αναλογία στην Ε.Ε., με την Ελλάδα να κατέχει ποσοστό 34,5% επί του συνόλου των διαθέσιμων κατοικιών. Τα σπίτια που διατίθενται για βραχυχρόνια μίσθωση αντιστοιχούν στο 3% επί του συνόλου. Το μερίδιο των σπιτιών που διατίθενται αποκλειστικά για μίσθωση είναι πολύ μικρό για να επηρεάσει την προσφορά των κατοικιών. Οι βραχυχρόνιες μισθώσεις αντιστοιχούν σε μόλις 1% των κατοικιών στο κέντρο της Αθήνας ενώ τα κενά ακίνητα αγγίζουν το 25%. Παραβλέπεται και δεν αξιολογείται, ούτε καν αναφέρεται, η σώρευση αναξιοποίητων ακινήτων στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών και funds, καθώς και ο τεράστιος αριθμός ακινήτων που ανήκουν ή διαχειρίζεται το δημόσιο.
Πως θα μπορούσε να κινηθεί η κυβέρνηση την κοινωνία
Η συγκέντρωση τόσων ακινήτων σε συγκεκριμένους «παίκτες» δημιουργεί όχι απλά την δυνατότητα αλλά δίνει την δύναμη ελέγχου και διαμόρφωσης τιμών και αξιών στην αγορά του ακινήτου με παράπλευρη απώλεια την “στεγαστική κρίση” και την υπέρογκη δαπάνη στέγασης των νοικοκυριών. Άλλωστε η κυβέρνηση αν ήθελε πραγματικά να στηρίξει την κοινωνία δε θα εκπονούσε δανειακά προγράμματα αλλά θα οικοδομούσε η ίδια ή μέσω ΣΔΙΤ τα αδιάθετα ακίνητα και θα τα διέθετε για την οικονομική στέγαση οικογενειών ή νέων ζευγαριών και ως παροχή κινήτρου για την στέγαση εκπαιδευτικών, ιατρών και άλλων λειτουργών όπου χρειάζεται, παραμεθόριο, νησιά κλπ. Συμπερασματικά περισσεύει η υποκρισία και ο λαϊκισμός προς χάριν της υπηρέτησης σκοπιμοτήτων και συμφερόντων…
Δείτε επίσης: