Παρά τη μείωση των διεθνών τιμών ενέργειας, το μέσο ετήσιο κόστος ρεύματος για τα ελληνικά νοικοκυριά παραμένει πολύ υψηλότερο από τα επίπεδα πριν το 2021. Τα στοιχεία διαψεύδουν το αφήγημα περί «επιστροφής στην κανονικότητα».
Καθώς η δημόσια συζήτηση για το ενεργειακό κόστος συνεχίζεται, πολλοί ισχυρίζονται ότι οι τιμές του ρεύματος έχουν επιστρέψει στα επίπεδα πριν από την κρίση. Όμως, πίσω από τους τίτλους και τις εντυπώσεις, οι αριθμοί αφηγούνται μια διαφορετική ιστορία: το μέσο ετήσιο κόστος της λιανικής ηλεκτρικής ενέργειας σήμερα παραμένει σημαντικά υψηλότερο από εκείνο της περιόδου πριν το 2021.
Πριν από την ενεργειακή κρίση, οι τιμές του ρεύματος στην Ελλάδα ήταν αισθητά χαμηλότερες.
- Σύμφωνα με τα στοιχεία του CountryEconomy, το 2018 η τιμή για οικιακή κατανάλωση ήταν περίπου 0,1125 €/kWh, ενώ το 2019 κυμάνθηκε γύρω στα 0,114 €/kWh.
- Ακόμη και αν προστεθούν
- Αντίθετα, τα πιο πρόσφατα δεδομένα δείχνουν μια πολύ διαφορετική εικόνα: η Eurostat και το Trading Economics καταγράφουν για το
Ακόμη και τα επίσημα τιμολόγια της ΔΕΗ για το 2025, όπως το πρόγραμμα Γ1/Γ1N ξεκινούν από περίπου 0,129 €/kWh χωρίς να υπολογιστούν οι σχετικοί φόροι. Καμία από αυτές τις τιμές δεν δείχνει επιστροφή στα επίπεδα προ του 2021.
Η εικόνα αυτή εξηγείται, αν λάβουμε υπόψη τη χονδρική αγορά ενέργειας. Ο ΑΔΜΗΕ καταγράφει ότι η μεσοσταθμική τιμή αγοράς (WAMP) τον Ιούλιο του 2025 έφτασε τα 121,60 €/MWh, ενώ τον Ιούνιο του ίδιου έτους κυμάνθηκε στα 85,4 €/MWh.
Αν και αυτές οι τιμές είναι χαμηλότερες από τις ακραίες της περιόδου 2022, απέχουν πολύ από τα προ κρίσης επίπεδα, που ενδεικτικά αναφέρουμε ότι πριν το 2022 η χονδρική τιμή δεν είχε ξεπεράσει τα 55 ευρώ η μεγαβατώρα. Επιπλέον, η μείωση στη χονδρική δεν μεταφράζεται αυτόματα σε μείωση για τον καταναλωτή.
Οι πάροχοι ενέργειας καθορίζουν τις τελικές τιμές τους με βάση ρήτρες αναπροσαρμογής που δεν υπήρχαν πριν το 2022, αφού η χρηματηστηριακή τιμή του φυσικού αερίου στο κόμβο της Ολλανδίας, δεν ξεπερνούσε τα 17 ευρώ η θερμική μεγαβατώρα.
Σήμερα η τιμή του αερίου κινείται κοντά στα 35 ευρώ, δηλαδή σε διπλάσια επίπεδα. Επισημαίνεται ότι η χρηματηστηριακή τιμή του φυσικού αερίου συνδέεται άμεσα με την τιμή του ρεύματος, ειδικά σε χώρες όπως η Ελλάδα που το προβάδισμα στο ηλεκτροπαραγωγικό μείγμα το έχει το φυσικό αέριο.
Η τάση αυτή αποτυπώνεται και στον δείκτη τιμών καταναλωτή για την ηλεκτρική ενέργεια (HICP). Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία, ο δείκτης για την Ελλάδα βρίσκεται σταθερά πάνω από το επίπεδο των 140, με βάση το 100 του 2018.
Με άλλα λόγια, το κόστος ηλεκτρισμού έχει αυξηθεί κατά τουλάχιστον 40 % σε σχέση με τη δεκαετία πριν την κρίση. Αν πράγματι είχαμε επιστρέψει στα προ κρίσης επίπεδα, ο δείκτης θα είχε παρουσιάσει σημαντική πτώση — κάτι που δεν έχει συμβεί.
Πέρα από τα στατιστικά, η καθημερινή εμπειρία των καταναλωτών επιβεβαιώνει τη διαφορά. Πολλοί πάροχοι καθυστέρησαν να μειώσουν τις τιμές ή διατήρησαν υψηλές χρεώσεις, επικαλούμενοι αβεβαιότητα στις διεθνείς αγορές και μεταβλητό κόστος προμήθειας.
Παράλληλα, η ελληνική κυβέρνηση εξακολουθεί να προσφέρει επιδοτήσεις στους λογαριασμούς ρεύματος, ώστε να απορροφήσει μέρος του αυξημένου κόστους.
Εάν οι τιμές είχαν πραγματικά επιστρέψει στα επίπεδα του 2019, τέτοιου είδους επιδοτήσεις δε θα ήταν απαραίτητες και κυρίως το πρόβλημα γίνεται ακόμα εντονότερο στον εμπορικό και βιομηχανικό τομέα, που το ΥΠΕΝ έχει δρομολογήσει μηχανισμούς δραστικής μείωσης του ενεργειακού κόστους σε αυτούς τους τομείς.
Η διαφορά επομένως είναι ξεκάθαρη:
- πριν την ενεργειακή κρίση, οι τιμές για τα νοικοκυριά κινούνταν γύρω στα 0,11–0,13 €/kWh,
- ενώ σήμερα κυμαίνονται στα 0,19–0,22 €/kWh με τους φόρους.
Η μείωση που πράγματι έχει σημειωθεί σε σχέση με το 2022 δεν αναιρεί το γεγονός ότι το μέσο ετήσιο κόστος παραμένει αισθητά υψηλότερο από τα προ κρίσης επίπεδα. Ουσιαστικά, η αγορά έχει «σταθεροποιηθεί» σε ένα νέο, ακριβότερο σημείο ισορροπίας.
Το συμπέρασμα είναι σαφές, το αφήγημα περί “επιστροφής” στις τιμές προ της κρίσης δεν στηρίζεται σε πραγματικά δεδομένα. Οι αριθμοί, οι δείκτες και η πραγματικότητα των νοικοκυριών το διαψεύδουν.
Μπορεί οι εξάρσεις της κρίσης να έχουν κοπάσει, όμως το ρεύμα δεν έγινε ξανά «φτηνό» όπως πριν το 2021. Το ενεργειακό κόστος έχει πλέον παγιωθεί σε υψηλότερα επίπεδα — και αυτή είναι η πραγματική πρόκληση για τα ελληνικά νοικοκυριά, όχι η ψευδαίσθηση ότι η κρίση έχει περάσει.
Μιχάλης Χριστοδουλίδης
Διπλ. Μηχανολόγος Μηχανικός Α.Π.Θ
Ενεργειακός Αναλυτής