Σε έναν κόσμο που συχνά μετρά την αξία των πραγμάτων με αριθμούς και υλικά μεγέθη, υπάρχουν στιγμές που η καρδιά φωνάζει πιο δυνατά από κάθε νότα. Ο Ντίνος Μαστρογιάννης, ένας σπουδαίος σολίστ πιάνου με διεθνή πορεία, δεν επέλεξε να πουλήσει απλώς ένα μουσικό όργανο -αποχωρίζεται την ίδια του την ψυχή. Το πιάνο του, ένα Yamaha C1 με ουρά, δεν είναι ένα αντικείμενο∙ είναι ο ήχος της παιδικής του ηλικίας, η φωνή που αναγνώριζε η μητέρα του, όταν δεν μπορούσε να τον δει. Είναι ο τρόπος με τον οποίο της μιλούσε όλα αυτά τα χρόνια.
Και τώρα, λίγο πριν τη Γιορτή της Μητέρας, εκείνος επιλέγει να της χαρίσει το πιο σπαρακτικό δώρο αγάπης: να το αποχωριστεί, για να εξασφαλίσει τα χρήματα που απαιτούνται για τη φροντίδα της.
«Το πιάνο δεν έχει καμία αξία, αν δεν είναι η μάνα μου στο σπίτι για να μ’ ακούει να παίζω. Ηταν εκείνη που όταν μας έφεραν το πιάνο στο σπίτι μας, μου έφερε μερικά λουλούδια και μου είπε, κι απ’ τον ουρανό ακόμη, θα σ’ ακούω να παίζεις. Πονάει πολύ… Αλλά για ποιον να παίζω;», ήταν τα λόγια του διακεκριμένου σολίστ πιάνου, Ντίνου Μαστρογιάννη, ο οποίος πήρε την απόφαση να αποχωριστεί το πιάνο του για να μπορέσει να καλύψει τα έξοδα νοσηλείας της κατάκοιτης πλέον μητέρας του.
Ηταν την περασμένη Κυριακή, όταν επιστρέφοντας στο σπίτι από το Νοσοκομείο Βόλου, όπου νοσηλεύεται η μητέρα του, πήρε την απόφαση, σε μία προσπάθεια να εξασφαλίσει τα χρήματα που απαιτούνται για τη φροντίδα της 83χρονης. «Εκλαιγα όταν ήρθα στο σπίτι και πήρα αυτή την απόφαση. Αλλά έχω ιερό χρέος να τη στηρίξω, να της συμπαρασταθώ», αναφέρει ο κ. Μαστρογιάννης, εξηγώντας πως η μητέρα του, από μικρή ηλικία έχει πρόβλημα με την όρασή της. «Εμένα δεν με έχει δει. Με αναγνωρίζει από τον ήχο της φωνής μου και τον ήχο του πιάνου», λέει, σημειώνοντας πως τώρα πάσχει από άνοια, ωστόσο η κατάσταση της υγείας της άρχισε να χειροτερεύει από τον Φεβρουάριο του 2022 όταν κόλλησε κορονοϊό.
Μετά την απώλεια του πατέρα του, ο Ντίνος Μαστρογιάννης βρέθηκε αντιμέτωπος με μια νέα σκληρή πραγματικότητα: την ψυχική και σωματική κατάρρευση της 83χρονης μητέρας του. Μπροστά σ’ αυτήν τη δοκιμασία, πήρε την απόφαση να σταματήσει προσωρινά τη διδασκαλία του στο Δημοτικό Ωδείο Βόλου και να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στη φροντίδα της. Η Μεγάλη Εβδομάδα σηματοδότησε για εκείνον την αρχή ενός προσωπικού «Γολγοθά», ο οποίος συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Τη Μεγάλη Τετάρτη, η μητέρα του εισήχθη εσπευσμένα στο Νοσοκομείο Βόλου, έχοντας προσβληθεί από δύο σοβαρές λοιμώξεις – μία στο αναπνευστικό και μία στο ουροποιητικό σύστημα. Χθες συμπληρώθηκαν 21 ημέρες συνεχόμενης νοσηλείας. Πλέον, η ηλικιωμένη γυναίκα είναι κατάκοιτη και εξαρτάται από εξειδικευμένη φροντίδα σε 24ωρη βάση -ένα κόστος που είναι δυσβάσταχτο για τον ίδιο.
«Πουλάω το πιάνο μου: Yamaha C1 με ουρά, χρώμα μαύρο. Καινούργιο έχει 25.000 €. Εγώ το πουλάω 10.000 €. Η μητέρα μου βρίσκεται για 20ή μέρα στο Νοσοκομείο του Βόλου, χρειάζονται τουλάχιστον 200 € το 24ωρο για τις αποκλειστικές (εκτός από τη δική μου παρουσία), και οι πιστωτικές μου κάρτες δεν έχουν άλλο πιστωτικό όριο για να δανειστώ κι άλλα χρήματα από αυτές. Είμαι μόνος και αβοήθητος σ’ αυτόν τον άδικο και σκληρό αγώνα. Όποιος ενδιαφέρεται να αγοράσει το πιάνο μου, ας στείλει προσωπικό μήνυμα στο Messenger», έγραψε στο Facebook.
Λίγα λόγια τον σπουδαίο καλλιτέχνη
Σε μια από τις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής του, ο διακεκριμένος πιανίστας Ντίνος Μαστρογιάννης οδηγήθηκε στην επώδυνη απόφαση να αποχωριστεί το πιάνο του – ένα όργανο με το οποίο συνδέεται βαθιά συναισθηματικά και καλλιτεχνικά, καθώς μαζί του έκανε τα πρώτα του μουσικά βήματα. Η πρώτη του ανάμνηση από το πιάνο ήταν όταν προετοίμαζε το παρθενικό του ρεσιτάλ για την σπουδαία μουσικό Έρση Σαράτση. Με πολυετή θητεία ως καθηγητής πιάνου στο Δημοτικό Ωδείο Βόλου, ο Μαστρογιάννης έχει αφήσει ισχυρό αποτύπωμα στον χώρο της μουσικής, δίνοντας ρεσιτάλ σε διεθνές επίπεδο — από το Μάντσεστερ και την Ιταλία, μέχρι το Καζάν της Ρωσίας και τη Φινλανδία.
Ανάμεσα στις κορυφαίες στιγμές της μουσικής του διαδρομής, ξεχωρίζει η πρώτη παγκόσμια εκτέλεση του έργου «Ελικών» του Μίκη Θεοδωράκη, ενός κοντσέρτου που είχε παραμείνει ξεχασμένο για 44 ολόκληρα χρόνια.
Η πορεία του ξεκίνησε στον Βόλο, όπου άρχισε μαθήματα πιάνου με την Έλλη Αδάμ, και κορυφώθηκε με τη φοίτησή του στο Ωδείο Αθηνών, απ’ όπου αποφοίτησε με Δίπλωμα, αποσπώντας Άριστα παμψηφεί, Α΄ Βραβείο και χρηματικό έπαθλο — μια διάκριση που κατέχει ως ο μοναδικός Βολιώτης πιανίστας που κατάφερε κάτι τέτοιο τα τελευταία 40 χρόνια.
Η μετέπειτα επιμόρφωσή του περιλάμβανε σεμινάρια και μαθήματα με τρεις κορυφαίους πιανίστες παγκοσμίου φήμης, σε χώρες όπως η Ελβετία, η Γερμανία, η Αυστρία, η Βουλγαρία και φυσικά η Ελλάδα. Στη διεθνή του σταδιοδρομία έχει εμφανιστεί σε 16 διαφορετικές χώρες, συνεργαζόμενος με πάνω από 20 συμφωνικές ορχήστρες ως σολίστ, ενώ έχει παρουσιάσει ατομικά ρεσιτάλ και συναυλίες μουσικής δωματίου σε μερικές από τις σπουδαιότερες αίθουσες του κόσμου.