Με αμείωτη ένταση συνεχίζονται οι έρευνες της ΕΛΑΣ, σχετικά με την δολοφονία της συμβολαιογράφου, στην Ζάκυνθο που εξιχνιάστηκε τα προηγούμενα 24ωρα. Σκοπός των έμπειρων αξιωματικών που χειρίζονται την υπόθεση είναι να διαπιστώσουν τι πράγματι συνέβη ανάμεσα στην 69χρονη και στους τρεις συλληφθέντες, προτού η ίδια ξεψυχήσει από ακατάσχετη αιμορραγία.
Οι εξελίξεις που έρχονται στο «φως» προέκυψαν μετά από την ομολογία ενός εκ των δραστών, που διαμένει στη Νεμέα, και αποτέλεσε το «κλειδί» για την εξιχνίαση της πολύκροτης υπόθεσης.
Σύμφωνα με πληροφορίες από αστυνομικές πηγές, ο ύποπτος «έσπασε» κατά την ανάκρισή του, περιγράφοντας λεπτομερώς το σχέδιο που εκτυλίχθηκε εκείνο το μοιραίο βράδυ. Όπως φέρεται να είπε στους αστυνομικούς, γνώριζε από πριν – μέσω συνεννόησης με τον βασικό συγκατηγορούμενό του που διέμενε στη Ζάκυνθο – ότι η 69χρονη συμβολαιογράφος διατηρούσε οικονομική άνεση, γεγονός που τους οδήγησε στην απόφαση να τη ληστέψουν.
Οι δύο άνδρες, σύμφωνα με τα στοιχεία, φιλοξενήθηκαν σε ενοικιαζόμενη κατοικία του ντόπιου συνεργού, προκειμένου να οργανώσουν τη ληστεία. Την επομένη μέρα, και ενώ η νύχτα είχε ήδη πέσει, έθεσαν σε εφαρμογή το σχέδιο. «Φορέσαμε κουκούλες, μάσκες, γάντια και της στήσαμε καρτέρι», φέρεται να είπε χαρακτηριστικά ο ένας από τους εμπλεκόμενους.
Η παγίδα είχε στηθεί στην είσοδο του σπιτιού της. Όταν η γυναίκα επέστρεψε, οι δράστες κινήθηκαν εναντίον της. Σύμφωνα με την ομολογία, σκοπός τους ήταν να της αρπάξουν τα κλειδιά για να εισβάλουν στο σπίτι. «Εγώ προσπάθησα να ανοίξω την πόρτα και εκείνη την ώρα είδα ότι είχε πέσει κάτω και είχε αίματα. Του λέω “να φύγουμε” και φύγαμε», φέρεται να κατέθεσε.
Ο θανάσιμος τραυματισμός και η φυγή
Η επίθεση κατέληξε σε θανάσιμο τραυματισμό, καθώς η 69χρονη φέρεται να μαχαιρώθηκε στον μηρό – πλήγμα που προκάλεσε ακατάσχετη αιμορραγία, οδηγώντας στον θάνατό της. Σύμφωνα με τις έρευνες, ο άνθρωπος που κατάφερε το τραύμα φέρεται να είναι ο πατέρας, ο οποίος ζούσε στη Ζάκυνθο μαζί με τον γιο του. Ωστόσο, μέχρι στιγμής, δεν έχει ομολογήσει την πράξη του. Αντίθετα, τόσο ο συγκατηγορούμενός του από τη Νεμέα όσο και ο γιος του, φέρονται να έχουν παραδεχθεί τη συμμετοχή τους.
Μετά το φονικό, οι δύο άνδρες διέφυγαν πεζή, διανύοντας μια απόσταση περίπου μίας ώρας, πριν καλέσουν τον γιο του πατέρα-δράστη για να τους παραλάβει με όχημα. Εν τω μεταξύ, πρόλαβαν να κάψουν τα ρούχα τους και να ξεφορτωθούν το μαχαίρι – το βασικό φονικό όπλο. Το πτώμα της άτυχης γυναίκας εντοπίστηκε λίγο αργότερα, και οι Αρχές ξεκίνησαν εκτεταμένες έρευνες για τον εντοπισμό των δραστών.
Από τις μέχρι τώρα πληροφορίες, προκύπτει πως οι δύο κύριοι ύποπτοι είναι αλβανικής καταγωγής και είχαν εργαστεί μαζί σε οικοδομές στο παρελθόν. Ο πατέρας και ο γιος διέμεναν μόνιμα στη Ζάκυνθο, ενώ ο τρίτος, που τελικά ομολόγησε, κατοικούσε στη Νεμέα.
Μετά την πράξη τους, οι τρεις άνδρες κράτησαν αποστάσεις, αποφεύγοντας κάθε επαφή. «Για τους επόμενους δύο μήνες δεν ήρθαμε σε καμία επαφή, με ελάχιστα τηλεφωνήματα, για να μην συνδεθούμε μεταξύ μας», φέρεται να κατέθεσε ο ένας από τους εμπλεκόμενους, σε μια προσπάθεια να εξηγήσει πώς προσπάθησαν να καλύψουν τα ίχνη τους.
Επόμενα βήματα στην έρευνα
Οι Αρχές συνεχίζουν να εξετάζουν όλα τα στοιχεία που προέκυψαν από τις ομολογίες και αναζητούν περαιτέρω αποδεικτικά μέσα για τη δέσμευση των δραστών, ενώ αναμένονται και επίσημες ανακοινώσεις από την ΕΛ.ΑΣ. για την πορεία της δικογραφίας.
Η υπόθεση, η οποία προκάλεσε έντονο ενδιαφέρον στα μέσα ενημέρωσης, αναμένεται να απασχολήσει και τη Δικαιοσύνη το προσεχές διάστημα, καθώς οι αποκαλύψεις συνεχίζονται και οι ρόλοι των εμπλεκομένων αποσαφηνίζονται σταδιακά.
Δείτε επίσης: