Σε μία υπόθεση που αποτυπώνει τον ανθρώπινο πόνο πίσω από την εξάρτηση και την οικογενειακή κρίση, μια νεαρή γυναίκα από τον Βόλο αναγκάστηκε να καταγγείλει τη μητέρα της στην αστυνομία, ελπίζοντας όχι στην καταδίκη της, αλλά στη σωτηρία της. Η υπόθεση εκδικάστηκε χθες στο Μονομελές Πλημμελειοδικείο Βόλου και έχει προκαλέσει έντονη συγκίνηση, καθώς αποκαλύπτει τις δραματικές συνθήκες που επικρατούν μέσα στην οικογένεια, με πρωταγωνίστρια μια μητέρα που αρνείται ότι έχει πρόβλημα αλκοολισμού και μία κόρη που παλεύει να τη βοηθήσει, παίρνοντας ρόλο γονέα.
Η νεαρή Βολιώτισσα, η οποία ζει και εργάζεται στην Αθήνα, πληροφορήθηκε από τον αδερφό της ότι η μητέρα τους είχε καταναλώσει αλκοόλ και βρισκόταν σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Χωρίς δεύτερη σκέψη, άφησε τα πάντα και επέστρεψε άρον-άρον στον Βόλο για να προστατεύσει τα τρία μικρότερα αδέρφια της, δύο εκ των οποίων είναι ανήλικα. Όταν έφτασε, η μητέρα της δεν ήταν στο σπίτι. Αφού την αναζήτησε τηλεφωνικά χωρίς αποτέλεσμα, ξεκίνησε να την ψάχνει με το αυτοκίνητο και τελικά την εντόπισε έξω από την οικογενειακή τους επιχείρηση.
Με ήρεμο τρόπο, προσπάθησε να την πείσει να επιστρέψουν μαζί στο σπίτι. Όμως, όταν της μίλησε ξανά για την ανάγκη βοήθειας, η μητέρα αντέδρασε έντονα. «Άρχισε να ωρύεται. Φώναζε, έλεγε πράγματα που δεν πρέπει να ακούνε όχι μόνο ανήλικοι αλλού ούτε καν ενήλικες. Όταν πίνει παραφέρεται. Κάλεσα αστυνομία και δεν την άφηνα να φύγει από το σπίτι. Εκείνη με έσπρωχνε στην προσπάθειά της να ανοίξει την πόρτα», κατέθεσε η κόρη στο δικαστήριο.
Η απόφαση να καταγγείλει τη μητέρα της ήταν σπαρακτική, αλλά όπως δήλωσε, δεν αποσκοπούσε στην τιμωρία της. «Μάνα μου είναι όπως και να ‘χει. Δεν φοβήθηκα ότι θα μου κάνει κακό. Πρέπει όμως να τη βοηθήσετε για να βοηθήσει τον εαυτό της. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει είναι χρόνιο και επηρεάζει τους ανθρώπους που ζουν γύρω της και κυρίως τα ανήλικα παιδιά της», περιέγραψε και συνέχισε: «Να τη βοηθήσω θέλω. Να μπει σε ένα πρόγραμμα. Έχει χαλάσει τις σχέσεις της με όλους».
Η μητέρα αρνήθηκε ότι έχει προόβλημα
Η μητέρα, κατηγορούμενη για ενδοοικογενειακή απειλή, αρνήθηκε ότι έχει πρόβλημα αλκοολισμού. Υποστήριξε πως το περιστατικό ήταν αποτέλεσμα συγκινησιακής φόρτισης. «Είχα πιει δύο ποτήρια μπύρα και έκλαιγα πέντε ώρες για προβλήματα που έχω στο σπίτι και τα οποία η κόρη μου δεν τα ζει. Είναι μακριά. Ήμουν στενοχωρημένη. Όμως δεν έχω πειράξει κανέναν. Είμαι σπίτι – δουλειά, δουλειά – σπίτι, τρέχω όλη μέρα να φροντίζω τα παιδιά και όλοι με αγαπάνε», ανέφερε στο δικαστήριο.
Η ίδια δικαιολόγησε τη συμπεριφορά της, λέγοντας πως ήθελε να φύγει επειδή στο σπίτι κλήθηκε η γιαγιά, με την οποία έχει διακόψει τις σχέσεις της. «Δεν ήθελα να δω την πεθερά μου. Αυτή δημιούργησε το πρόβλημα και δεν με άφηνε να φύγω. Την ευχαριστώ πολύ (είπε για την κόρη της). Αλλά τέτοιο ενδιαφέρον δεν το θέλω», σημείωσε.
Παρά τις αντιρρήσεις της κατηγορούμενης, η εισαγγελέας της έδρας σχολίασε την γενναιότητα της κόρης και την απόφασή της να πάρει την κατάσταση στα χέρια της. «Η κόρη σας είναι αξιοθαύμαστη», είπε η έδρα. Παράλληλα, ανταποκρινόμενη στο αίτημα της κόρης για βοήθεια αντί για ποινή, πρότεινε να δοθεί στη μητέρα η δυνατότητα ένταξης σε πρόγραμμα απεξάρτησης. Η απάντηση όμως της κατηγορούμενης ήταν κατηγορηματική: «Δεν χρειάζομαι πρόγραμμα. Είμαι νορμάλ».
Το δικαστήριο, τελικά, υιοθέτησε την πρόταση της εισαγγελέως και μετέτρεψε την κατηγορία από ενδοοικογενειακή απειλή σε παράνομη βία. Η μητέρα κρίθηκε ένοχη και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης έξι μηνών με τριετή αναστολή, ενώ της επιβλήθηκαν και δικαστικά έξοδα ύψους 100 ευρώ.