Σοκ και αποτροπιασμό προκαλούν οι νέες αποκαλύψεις γύρω από τον θάνατο ενός βρέφους μόλις 2,5 μηνών στην Πάτρα, το 2013. Η υπόθεση, που είχε κλείσει με αθώωση των γονιών, επανέρχεται στο προσκήνιο ύστερα από τις πρόσφατες έρευνες της Γενικής Διεύθυνσης Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας του υπουργείου Δικαιοσύνης.
Το χρονικό θυμίζει έντονα τις πολύκροτες υποθέσεις της Ρούλας Πισπιρίγκου και της Ειρήνης Μουρτζούκου, που συγκλόνισαν την κοινή γνώμη και έθεσαν εκ νέου στο στόχαστρο τις διαδικασίες ελέγχου των ιατροδικαστικών υπηρεσιών.
Το χρονικό της τραγωδίας στην Πάτρα
Στις 30 Δεκεμβρίου 2012, το αγοράκι μεταφέρθηκε από το νοσοκομείο Ιωαννίνων στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Ρίου, στην Πάτρα, με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ. Αρχικά, οι γονείς ανέφεραν προβλήματα στην αναπνοή του παιδιού. Ωστόσο, οι γιατροί διαπίστωσαν αμέσως ότι το βρέφος έφερε σοβαρότατα τραύματα, τα οποία δεν δικαιολογούνταν από φυσικά αίτια. Το παιδί εισήχθη στη ΜΕΘ, όπου νοσηλεύτηκε για οκτώ ημέρες. Παρά τις προσπάθειες των γιατρών, κατέληξε στις 8 Ιανουαρίου 2013.
Η πρώτη εξέταση στο βρέφος αποκάλυψε πληθώρα ενδείξεων κακοποίησης:
- εκχυμώσεις στους γλουτούς,
- μώλωπες στο μέτωπο,
- εκδορά στη μύτη,
- αιμορραγία στον αμφιβληστροειδή που παραπέμπει σε ταρακούνημα,
- υποσκληρίδια αιματώματα σε πολλά σημεία του εγκεφάλου,
- υπαραχνοειδή αιμορραγία,
- κεφαλαιματώματα στο πίσω και πλαϊνό μέρος του κεφαλιού,
- καθώς και παλαιά κατάγματα στα πλευρά από ακτινογραφίες θώρακος.
Το τρισέλιδο πιστοποιητικό θανάτου του παιδιού έκανε λόγο για «σίγουρη κακοποίηση». Παρά τα στοιχεία, η ιατροδικαστική έκθεση του Ανδρέα Γκότση κατέληξε σε διαφορετικό συμπέρασμα: ο θάνατος αποδόθηκε σε ιογενή μηνιγγοεγκεφαλίτιδα.
Δικαστική εξέλιξη
Η υπόθεση οδηγήθηκε στο δικαστήριο. Γιατροί του νοσοκομείου κατέθεσαν φωτογραφίες και στοιχεία που, σύμφωνα με τους ίδιους, αποδείκνυαν εγκληματική ενέργεια. Παρά τις μαρτυρίες και το υλικό, η ιατροδικαστική γνωμάτευση υπερίσχυσε.
Έτσι, οι γονείς αθωώθηκαν και η υπόθεση έκλεισε, καθώς η αιτία θανάτου είχε επισήμως αποδοθεί σε παθολογικά αίτια.
Οι καταγγελίες του «Χαμόγελου του Παιδιού»
Σκληρή ανακοίνωση εξέδωσε το «Χαμόγελο του Παιδιού», καταγγέλλοντας σοβαρές ευθύνες για ολιγωρία, έλλειψη συντονισμού και μη έγκαιρη παρέμβαση από τους αρμόδιους φορείς. Ο οργανισμός υπενθυμίζει ότι η υπόθεση είχε αξιολογηθεί ως «εξαιρετικά επείγουσα» και είχε προωθηθεί ήδη από το 2014 στην αρμόδια Εισαγγελία, ύστερα από αναφορά που έλαβε μέσω της Γραμμής SOS 1056.
Η αναφορά έκανε λόγο για σωματική κακοποίηση του βρέφους, το οποίο είχε εμφανιστεί με γύψο στο πόδι, ενώ σημειωνόταν ότι οι γονείς είχαν χάσει στο παρελθόν άλλο παιδί εξαιτίας ξυλοδαρμού. Τον Μάιο του 2014 το βρέφος φιλοξενήθηκε προσωρινά σε Σπίτι Φροντίδας του οργανισμού και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο Κέντρο Βρεφών «Μητέρα».
Το «Χαμόγελο του Παιδιού» ανέδειξε ακόμη ότι συνολικά τέσσερα παιδιά βίωσαν σοβαρότατες κακοποιήσεις από το ίδιο οικογενειακό περιβάλλον. Ένα από αυτά κατέληξε, ενώ τα υπόλοιπα υπέστησαν κατ’ επανάληψη βία. Το 2016 υπήρξε αίτημα μεταφοράς ακόμη ενός βρέφους, ενώ τον Αύγουστο του 2024 ο πατέρας των παιδιών κατήγγειλε ενδοοικογενειακή βία από τη μητέρα και πρόθεση να καταθέσει μήνυση για να προστατεύσει το παιδί του.
Ερωτήματα για την Ιατροδικαστική Υπηρεσία Πατρών
Η υπόθεση επανήλθε στην επικαιρότητα καθώς βρίσκεται πλέον στο μικροσκόπιο των ερευνών που διεξάγονται για την Ιατροδικαστική Υπηρεσία Πατρών. Οι έρευνες ξεκίνησαν μετά τις αποκαλύψεις για τις δολοφονίες βρεφών στην Αμαλιάδα και το προσωρινό «λουκέτο» που επιβλήθηκε στην Υπηρεσία. Η συγκεκριμένη υπηρεσία είχε εκδώσει ιατροδικαστικές εκθέσεις τόσο για δύο από τα μωρά της Μουρτζούκου όσο και για τα παιδιά της Πισπιρίγκου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι φάκελοι που αφορούσαν σε θανάτους παιδιών με γνωμάτευση «παθολογικά αίτια» ελέγχθηκαν κατά προτεραιότητα. Όταν οι ελεγκτές άνοιξαν τον φάκελο του βρέφους της Πάτρας, «σήκωσαν τα χέρια ψηλά», λόγω των αντιφάσεων ανάμεσα στα ιατρικά ευρήματα και το πόρισμα της ιατροδικαστικής εξέτασης.
Σημειώνεται πως το πόρισμα του Ανδρέα Γκότση είχε στηριχθεί και σε εκθέσεις παθολογοανατόμων, γεγονός που οδήγησε στην απόδοση του θανάτου σε ιογενή μηνιγγοεγκεφαλίτιδα. Ωστόσο, γιατροί όπως ο Ανδρέας Ηλιάδης παρέδωσαν στις αρχές φάκελο με στοιχεία που δείχνουν σαφώς κακοποιητική ενέργεια.
Στοιχεία από το οικογενειακό περιβάλλον
Οι γιατροί που παρακολουθούσαν το βρέφος στη ΜΕΘ είχαν κρατήσει σημειώσεις από συνομιλίες με οικείους της οικογένειας. Σε αυτές, ο πατέρας εμφανιζόταν με ύποπτη συμπεριφορά, ενώ η μητέρα έδειχνε φοβισμένη. Το περιβάλλον χαρακτηρίστηκε γενικά ως κακοποιητικό, κάτι που ενισχύει τα ερωτήματα για το πώς τελικά η υπόθεση οδηγήθηκε σε αθώωση.
Δύο χρόνια μετά τον θάνατο του βρέφους, το αδερφάκι του μεταφέρθηκε επίσης στο νοσοκομείο με φρικτά τραύματα. Αυτή τη φορά επέζησε, επειδή ήταν μεγαλύτερο σε ηλικία και άντεξε τα χτυπήματα. Το περιστατικό αυτό ενισχύει ακόμη περισσότερο τις υποψίες ότι το πρώτο παιδί δεν πέθανε από φυσικά αίτια.
Η υπόθεση εγείρει σειρά κρίσιμων ερωτημάτων:
- Γιατί αγνοήθηκαν τα εμφανή ευρήματα κακοποίησης;
- Με ποια κριτήρια υπερίσχυσε το πόρισμα του ιατροδικαστή έναντι των καταθέσεων γιατρών και των φωτογραφικών τεκμηρίων;
- Γιατί οι αρμόδιοι φορείς δεν παρενέβησαν έγκαιρα, ενώ υπήρχαν επανειλημμένες αναφορές κακοποίησης στην οικογένεια;
Η επανεξέταση του φακέλου από το Εσωτερικών Υποθέσεων αναμένεται να δώσει νέες απαντήσεις. Ωστόσο, οι καθυστερήσεις και οι αντιφάσεις έχουν ήδη αφήσει βαθιά τραύματα στην κοινωνία και αναζωπυρώνουν τη συζήτηση για την ανάγκη αναμόρφωσης του πλαισίου λειτουργίας των ιατροδικαστικών υπηρεσιών στη χώρα.
Δείτε επίσης:
Αυτή η ιστορία είναι τραγική. Απαιτείται πλήρης έρευνα για την Ιατροδικαστική Υπηρεσία. Πρέπει να αποκαλυφθούν οι αλήθειες και να δοθεί δικαιοσύνη στο παιδί. Είναι αποφασιστικής σημασίας να βελτιωθούν οι διαδικασίες για να αποφευχθούν παρόμοια περιστατικά στο μέλλον.