Η Καλλονή δεν πνίγηκε από ατυχία. Πνίγηκε γιατί όλα όσα συνέβησαν είχαν προβλεφθεί, χαρτογραφηθεί και περιγραφεί — αλλά ποτέ δεν έγιναν πράξη: τα βασικά μέτρα πρόληψης με καθαρισμό των ρεμάτων και των αποστραγγιστικών τάφρων, απομάκρυνση φερτών υλικών και μπάζων, μικρά ανασχετικά φράγματα συγκράτησης νερού στις ορεινές παρειές, και συντήρηση των αντλιοστασίων και δικτύων απορροής μέσα στον οικισμό.
Η πλημμύρα του Νοεμβρίου 2025 ήταν το χρονικό μιας προαναγγελθείσας καταστροφής. Όταν ο μετεωρολογικός μηχανισμός είναι γνωστός, όταν η υδρολογική απάντηση είναι προβλέψιμη και όταν τα μέσα έγκαιρης προειδοποίησης υπάρχουν, τότε η ευθύνη περνά από τη φύση στον άνθρωπο.
Η πρόσφατη πλημμύρα που έπληξε την Καλλονή και τα γύρω χωριά της δυτικής Λέσβου δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Δεν ήταν ένα «απρόβλεπτο φυσικό φαινόμενο», αλλά το αποτέλεσμα γνωστών και καταγεγραμμένων κινδύνων, οι οποίοι έχουν επισημανθεί εδώ και χρόνια από τα Σχέδια Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας του ΥΠΕΚΑ (σήμερα Υπουργείο Περιβάλλοντος & Ενέργειας).
Η ίδια η περιοχή περιλαμβάνεται στις Ζώνες Δυνητικά Υψηλού Κινδύνου Πλημμύρας (ΖΔΥΚΠ) του Βορείου Αιγαίου, με συγκεκριμένες αναφορές στα προβλήματα απορροής, στη μορφολογία του εδάφους και στις ιστορικές πλημμύρες που έχουν σημειωθεί.

Η λεκάνη απορροής της Καλλονής καλύπτει περίπου 300–350 km², συγκεντρώνοντας τα νερά από μεγάλο μέρος του κεντρικού τμήματος της Λέσβου — από τα υψώματα του Λεπέτυμνου και της Αγίας Παρασκευής έως τα ρέματα του Σκαλοχωρίου και των Κεραμειών. Όλα αυτά τα ρεύματα συγκλίνουν προς την πεδιάδα της Καλλονής, που είναι κλειστή, χαμηλής κλίσης και καταλήγει στον κόλπο.
Η μορφολογία αυτή καθιστά την περιοχή ιδιαίτερα ευάλωτη: κάθε έντονη βροχόπτωση, ακόμη και μεσαίας διάρκειας, μετατρέπεται γρήγορα σε πλημμυρικό κύμα προς το κέντρο του οικισμού. Σύμφωνα με το Σχέδιο Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας (2018, Αναθεώρηση 2021) για τη Λεκάνη Αιγαίου (EL10), η περιοχή της Καλλονής κατατάσσεται στις 5 χαρακτηριστικές ζώνες υψηλού κινδύνου της Λέσβου.
Στο επίσημο κείμενο (Παράρτημα 3 – “Ιστορικά πλημμυρικά γεγονότα και εκτίμηση κινδύνου”) καταγράφονται πέντε χαρακτηριστικά συμβάντα που καθιστούν την περιοχή «ιστορικά επιρρεπή» στις πλημμύρες Αυτά τα γεγονότα δείχνουν συνέχεια και επαναληψιμότητα, στοιχείο που, όπως αναφέρει το ίδιο το ΥΠΕΚΑ, «τεκμηριώνει την ανάγκη μόνιμων έργων απορροής και επαναφοράς των φυσικών πλημμυρικών πεδίων».
Το πρόσφατο επεισόδιο (Νοέμβριος 2025): όταν η προειδοποίηση έγινε πράξη

Κατά το επεισόδιο της 10ης–11ης Νοεμβρίου 2025, οι μετρήσεις του ΕΑΑ/meteo κατέγραψαν στο Μανταμάδο 117 mm στο Μόλυβο 98.8 mm στη Στύψη 88.2 mm στην Αγία Παρασκευή 56 mm στην Άντισσα της Λέσβου 49.2 mm και στη Θερμή της Λέσβου 43.6 mm.
Στον τύπο αναφέρθηκε ότι στην Καλλονή σημειώθηκαν 100 mm αλλά δεν το έχουμε επαληθεύσει από κάποιον επίσημο σταθμό. Ωστόσο η λεκάνη της Καλλονής είναι κλειστή, με χαμηλό υψόμετρο και διάφορα ρέματα που κατεβαίνουν από τα βόρεια και ανατολικά πρανή (Αγία Παρασκευή, Σκαλοχώρι, Κεραμειά).
Οι κλίσεις είναι απότομες και τα ρέματα συγκλίνουν όλα στο κέντρο της πεδιάδας, όπου και βρίσκεται η πόλη. Η απορροή λοιπόν είναι ταχεία και συγκεντρική, με μικρό χρόνο συρροής (minutes–hours). Έτσι, ακόμα και με 60-80 mm μπορεί να υπάρξει πλημμύρα αν η απορροή συγκεντρωθεί γρήγορα.
Αντίθετα ο Μανταμάδος βρίσκεται σε πιο κλειστό, ημιορεινό ανάγλυφο με ρέματα που εκβάλλουν κατευθείαν στη θάλασσα (Ανατολικό Αιγαίο). Δηλαδή το νερό φεύγει γρήγορα προς τη θάλασσα και δεν εγκλωβίζεται
Στην Καλλονή, η πλημμύρα προήλθε από τη συγκεντρωτική απορροή των ανάντη λεκανών, όπως ακριβώς περιγράφεται στα διαχειριστικά σχέδια. Οι υδρολογικές προσομοιώσεις των σχεδίων ΥΠΕΚΑ είχαν επισημάνει ότι μια βροχή άνω των 40 mm/2h μπορεί να προκαλέσει υπερχείλιση στον ποταμό Τσικνιά. Αυτό συνέβη. Η Καλλονή πλημμύρισε όχι γιατί έπεσε περισσότερη βροχή, αλλά γιατί η βροχή ήταν πιο έντονη, πιο συγκεντρωμένη χρονικά και γιατί η τοπογραφία της λεκάνης λειτουργεί σαν “λεκάνη συλλογής” για τα γύρω χωριά, με ελλιπή υδραυλική παροχέτευση.
Τα πέντε βασικά χαρακτηριστικά πλημμυρικού κινδύνου της Καλλονής
Σύμφωνα με τα Σχέδια Διαχείρισης και τις τοπικές υδρολογικές μελέτες, η περιοχή παρουσιάζει:
- Εκτεταμένη και κλειστή λεκάνη απορροής, με πολλαπλές υπολεκάνες (Αγ. Παρασκευή, Σκαλοχώρι, Κεραμειά).
- Μικρή κλίση και χαμηλή στάθμη εξόδου προς τον κόλπο Καλλονής, που δυσχεραίνει την αποστράγγιση.
- Ανθρωπογενείς επιχωματώσεις και στενώσεις σε ρέματα κοντά στον οικισμό, που εμποδίζουν τη φυσική ροή.
- Έλλειψη επαρκούς δικτύου ομβρίων και αντιπλημμυρικών έργων εντός του οικισμού.
- Ιστορική συχνότητα πλημμυρών, καταγεγραμμένη τουλάχιστον σε πέντε διακριτά γεγονότα τις τελευταίες έξι δεκαετίες.
Αυτοί οι πέντε δείκτες πληρούν όλα τα κριτήρια υψηλής επικινδυνότητας που θέτει η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2007/60/ΕΚ για τον πλημμυρικό κίνδυνο. Η κατάσταση στην Καλλονή επιδεινώθηκε από τη συνεχή ανθρώπινη πίεση στο φυσικό περιβάλλον με κλείσιμο ή στένωση των φυσικών ρεμάτων για οικιστική χρήση.
Ενδεχομένως ελλιπείς καθαρισμούς στις εκβολές του Τσικνιά και στα μικρότερα ρέματα, αποψίλωση των πλαγιών και απώλεια φυσικής βλάστησης καθώς και περιορισμένη εφαρμογή των προβλεπόμενων έργων από τα Σχέδια.
Οι ίδιες εκθέσεις του ΥΠΕΚΑ σημείωναν πως η απουσία παρεμβάσεων συντήρησης αυξάνει τον κίνδυνο, ιδίως σε «πλημμύρες μικρής διάρκειας αλλά μεγάλης έντασης». Ο υψηλός κίνδυνος εντοπίζεται στο κατάντη τμήμα των ρεμάτων Παναγιάς Λαγκάδι και Μυλοπόταμου καθώς ο μέτριος κίνδυνος στα ρέματα Τσικνιάς και Κυπριανός.
Τα μεγαλύτερα υδατορεύματα της ζώνης είναι τα ποτάμια Τσικνιάς, Ποταμιά και Μυλοπόταμος, καθώς και τα μικρότερα ρέματα Παρακοίλων, Εννιά Καμάρες (Άγιος Γεώργιος), Κρυονέρι, Καλάμι. Συνολικά μέχρι στιγμής έχουν καταγραφεί 5 ιστορικά συμβάντα εντός της ΖΔΥΚΠ, εκ των οποίων τα 2 χαρακτηρίστηκαν ως σημαντικά.
Από τη μετεωρολογία στην υδρολογία: το μάθημα της Καλλονής
Η πλημμύρα που έπληξε την Καλλονή της Λέσβου τον Νοέμβριο του 2025 δεν ήταν αποτέλεσμα ενός «ακραίου κυκλώνα» ή ενός απρόβλεπτου φαινομένου, αλλά συνέπεια ενός γνωστού και καλά καταγεγραμμένου υδρομετεωρολογικού μηχανισμού: ενός βαρομετρικού χαμηλού τύπου Mediterranean Low, ενισχυμένου από ζώνη σύγκλισης υγρασίας στο βόρειο Αιγαίο.
Οι δορυφορικές εικόνες εκείνης της ημέρας έδειχναν ξεκάθαρα έναν πυρήνα συνεχών καταιγίδων με αναπτύξεις (Cumulonimbus), δηλαδή έντονη κατακόρυφη ανάμιξη και αστάθεια που προκαλεί υψηλές ωριαίες εντάσεις βροχόπτωσης. Οι προγνωστικοί χάρτες του ECMWF είχαν αποτυπώσει τη σύγκλιση των υγρών μαζών ήδη από τις πρώτες πρωινές ώρες. Το πρόβλημα, λοιπόν, δεν ήταν η έλλειψη πρόγνωσης — αλλά η απουσία επιχειρησιακής υδρολογικής μετάφρασης των δεδομένων αυτών.
Η Ελλάδα διαθέτει ισχυρή επιχειρησιακή μετεωρολογία (ΕΜΥ, ΕΑΑ/meteo, Copernicus), αλλά ανύπαρκτη επιχειρησιακή υδρολογία. Κάθε έντονο φαινόμενο πρέπει πλέον να συνοδεύεται όχι μόνο από ποσοτικά ύψη υετού, αλλά από υδρολογική αποτύπωση ανά λεκάνη απορροής δηλαδή ποια είναι η ικανότητα απορρόφησης του εδάφους, ποιο είναι το δυναμικό απορροής και συγκέντρωσης νερού σε 1, 3 ή 6 ώρες, ποια σημεία κινδυνεύουν περισσότερο λόγω κλίσεων ή αστικοποίησης.
Χωρίς αυτή τη σύνδεση, η πρόγνωση παραμένει θεωρητική. Στην Καλλονή, οι βροχομετρικές τιμές ήταν προβλέψιμα υψηλές και τα σημεία υπερχείλισης των ρεμάτων είχαν ήδη χαρτογραφηθεί σε παλαιότερες μελέτες του ΥΠΕΝ. Όμως κανένα προειδοποιητικό δελτίο δεν μετέτρεψε τα αριθμητικά δεδομένα σε πληροφορία επιχειρησιακής δράσης: ποιο ρέμα κινδυνεύει, ποια περιοχή πρέπει να εκκενωθεί, ποιοι δρόμοι πρέπει να κλείσουν.
Η Καλλονή δεν πνίγηκε από ατυχία. Πνίγηκε γιατί όλα όσα συνέβησαν είχαν προβλεφθεί, χαρτογραφηθεί και περιγραφεί — αλλά ποτέ δεν έγιναν πράξη τα βασικά μέτρα πρόληψης με καθαρισμό των ρεμάτων και των αποστραγγιστικών τάφρων, απομάκρυνση φερτών υλικών και μπάζων, μικρά ανασχετικά φράγματα συγκράτησης νερού στις ορεινές παρειές, και συντήρηση των αντλιοστασίων και δικτύων απορροής μέσα στον οικισμό.
Η πλημμύρα του Νοεμβρίου 2025 ήταν, το χρονικό μιας προαναγγελθείσας καταστροφής. Όταν ο μετεωρολογικός μηχανισμός είναι γνωστός, όταν η υδρολογική απάντηση είναι προβλέψιμη και όταν τα μέσα έγκαιρης προειδοποίησης υπάρχουν, τότε η ευθύνη περνά από τη φύση στον άνθρωπο.
Στις 22/1/2004 ένα πλημμυρικό επεισόδιο έπληξε την χώρα της Λέσβου και στις 25/11/2005, στις 14/12/2011, στις 10/12/2012 και στις 28/12/2014 τέσσερα πλημμυρικά επεισόδια έπληξαν την περιοχή της Καλλονής. Τα κύρια αίτια πλημμύρας στη ΖΔΥΚΠ ήταν η υπερχείλιση ποταμού και η τοπική καταιγίδα.
Η ανάγκη ανασύνταξης: ΕΜΥ – Υδρολογική Επιχειρησιακή Υπηρεσία
Η ανασύνταξη της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας ώστε να αποκτήσει Υδρολογική Επιχειρησιακή Διεύθυνση είναι πλέον επιτακτική. Η κλιματική κρίση δεν εκφράζεται μόνο με θερμοκρασίες, αλλά με ακραίες μεταβολές υετού και απορροής.
Η ΕΜΥ, διαθέτοντας τα δεδομένα παρατήρησης, πρόγνωσης και δορυφορικής ανάλυσης, μπορεί και πρέπει να λειτουργεί ως κόμβος υδρομετεωρολογικής πληροφόρησης, σε συνεργασία με το Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, και το ΥπεΚΑ (την παλιά Γενική Γραμματεία Υδάτων).
Μέσα από ένα Εθνικό Δίκτυο Λεκανών Απορροής, θα μπορεί να παρέχει: Nowcasting 1 ώρας με βάση δορυφορικά δεδομένα και σταθμούς βροχής, Υδρολογικά μοντέλα πρόγνωσης απορροής (π.χ. HEC-HMS, LISFLOOD, EFAS-local adaptation), αυτόματες ειδοποιήσεις ανά λεκάνη με κριτήρια υπέρβασης ορίων (threshold exceedance alerts).
Η επιχειρησιακή σύνδεση με τα συστήματα Copernicus – EFAS της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η χρήση τεχνητής νοημοσύνης για ανίχνευση σύγκλισης υγρασίας θα επιτρέψουν στις ελληνικές υπηρεσίες να δρουν προληπτικά, όχι κατόπιν εορτής.
Η μετεωρολογία δεν μπορεί να μένει αποκομμένη από την πολιτική προστασία και την τοπική αυτοδιοίκηση. Μια Υδρολογική ΕΜΥ οφείλει να παράγει χάρτες κινδύνου σε πραγματικό χρόνο, με όρια λεκανών, σταθμούς και δείκτες έντασης υετού (mm/h). Μια τέτοια πλατφόρμα μπορεί να ειδοποιεί δήμους, περιφέρειες, Πυροσβεστική και κοινό με απλό, πρακτικό τρόπο — όχι μόνο για «πολύ ισχυρές βροχές», αλλά για πιθανή πλημμύρα στο ρέμα Χ ή Υ.
Η τεχνολογία υπάρχει. Αυτό που λείπει είναι ο οργανισμός που θα τη λειτουργεί με επιστημονική συνέπεια και διοικητική συνέχεια. Η Καλλονή είναι απλώς η πιο πρόσφατη προειδοποίηση. Κάθε ρέμα, κάθε μικρή λεκάνη απορροής σε νησιωτικές ή ορεινές περιοχές της Ελλάδας μπορεί να γίνει επόμενη εστία κινδύνου.
Θεόδωρος Ν. Κολυδάς
Διευθυντής Τομέα Υδρομετεωρολογίας και Φυσικών Καταστροφών εργαστηρίου Assist Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης
Mετεωρολόγος Star Channel
Πρώην Διευθυντής Εθνικού Μετεωρολογικού Κέντρου ΕΜΥ
Μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής της Έδρας UNESCO Con-E-Ect
*Αναδημοσίευση από: https://kolydas.eu




