Οι σχέσεις με διαφορά ηλικίας αποτελούν πάντα ένα θέμα που εγείρει συζητήσεις. Άλλοτε εξιδανικεύονται ως «τολμηρές» και άλλοτε αμφισβητούνται ως «δυσλειτουργικές» ή «καταδικασμένες». Πόση αλήθεια όμως κρύβεται πίσω από όσα πιστεύουμε;
- Γράφει η Κέλλυ Χολέβα (MSc), Κλινική Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια
Μύθος νούμερο 1: «Η μεγάλη διαφορά ηλικίας ισοδυναμεί με προβλήματα στη σχέση»
Για την επιστήμη της ψυχολογίας, η ηλικία δεν αποτελεί από μόνη της δείκτη υγείας μιας σχέσης. Οι σχέσεις δεν κρίνονται από αριθμούς, αλλά από δυναμικές. Σκοπός της επιστήμης είναι να αξιολογήσει τον τρόπο με τον οποίο οι δύο άνθρωποι σχετίζονται. Το πώς δηλαδή επικοινωνούν, πώς διαχειρίζονται τις συγκρούσεις, αν υπάρχει σεβασμός, αίσθημα ασφάλειας μέσα στη σχέση, καθώς και τα επίπεδα συναισθηματικής ωριμότητας των δύο συντρόφων. Για παράδειγμα, μπορεί δύο άνθρωποι μπορεί να έχουν διαφορά 10 ή 15 ετών και να λειτουργούν με εντυπωσιακή ισοτιμία, ενώ άλλα ζευγάρια χωρίς ιδιαίτερη διαφορά ηλικίας να παλεύουν με σοβαρές ανισορροπίες.
Μύθος νούμερο 2: «Ο μεγαλύτερος έχει πάντα τον έλεγχο»
Η ηλικία δεν ισοδυναμεί απαραίτητα με εξουσία. Ο έλεγχος σε μια σχέση δεν προκύπτει από τα χρόνια, αλλά από τις δυναμικές εξάρτησης, τις ανασφάλειες και τα άλυτα προσωπικά ζητήματα που κάνουν το άτομο να επιζητά τον έλεγχο. Στην πράξη, η ανισορροπία δύναμης μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε σχέση ανεξαρτήτως ηλικίας. Το ζήτημα δεν είναι ποιος είναι μεγαλύτερος, αλλά αν και οι δύο έχουν ίσο λόγο, προσωπικό χώρο στη σχέση και δικαίωμα στην προσωπική τους εξέλιξη.
Μύθος νούμερο 3: «Η κοινωνία έχει πάντα δίκιο»
Η κοινωνική κριτική αποτελεί συχνά μεγαλύτερη πρόκληση από την ίδια τη σχέση. Σχόλια, στερεότυπα και έμμεσες πιέσεις μπορούν να επηρεάσουν την αυτοεικόνα του ζευγαριού. Ωστόσο, η ψυχική υγεία μιας σχέσης δεν χρειάζεται να καθορίζεται από την κοινωνική αποδοχή, αλλά από το αν οι δύο σύντροφοι νιώθουν ασφάλεια, αποδοχή και αυθεντικότητα μέσα σε αυτή.
Η αλήθεια για τις προκλήσεις
Σε σχέσεις με διαφορά ηλικίας μπορεί να εμφανιστούν προκλήσεις όπως:
• διαφορετικές προτεραιότητες (σπουδές, καριέρα, οικογένεια)
• διαφορετικό επίπεδο ενέργειας ή ενδιαφερόντων
• κοινωνική πίεση ή στερεότυπα
Υπάρχουν πράγματι έρευνες που δείχνουν ότι τα ζευγάρια με μικρότερη ηλικιακή διαφορά τείνουν, κατά μέσο όρο, να εμφανίζουν μεγαλύτερη σταθερότητα και διάρκεια. Παρ’ όλα αυτά, συναντάμε σχέσεις με μεγάλη διαφορά ηλικίας που είναι ψυχικά υγιείς, όπως και σχέσεις με ελάχιστη ή καμία διαφορά ηλικίας που αποδεικνύονται βαθιά δυσλειτουργικές.
Αυτό υποδηλώνει ότι οι δυσκολίες δεν πηγάζουν απαραίτητα από τα χρόνια καθαυτά, αλλά ανακύπτουν κυρίως, όταν η ηλικιακή απόσταση συνοδεύεται από διαφορετικούς ρυθμούς προσωπικής εξέλιξης και αποκλίνουσες προσδοκίες για το μέλλον. Για παράδειγμα, ο ένας σύντροφος μπορεί να βρίσκεται στη φάση διαμόρφωσης επαγγελματικής πορείας, ενώ ο άλλος να αναζητά τη σταθερότητα και τη δημιουργία οικογένειας. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η σχέση δοκιμάζεται, όχι τόσο εξαιτίας της ηλικιακής διαφοράς, όσο λόγω της απόκλισης στόχων και της απουσίας ενός κοινού ψυχικού σημείου συνάντησης.
Κόκκινες γραμμές στη σχέση
Στην πράξη, το ζητούμενο δεν είναι η ηλικιακή απόσταση, αλλά η προσοχή σε φαινόμενα:
• ελέγχου ή χειριστικής συμπεριφοράς,
• συναισθηματικής εξάρτησης,
• υποτίμησης,
• ανισότητας στη λήψη αποφάσεων ή
• ακύρωσης των αναγκών του άλλου συντρόφου.
Όλα τα παραπάνω μπορούν κάλλιστα να εμφανιστούν σε οποιαδήποτε σχέση, ανεξαρτήτως διαφοράς ηλικίας.
Εν κατακλείδι, οι σχέσεις που αντέχουν είναι εκείνες που βασίζονται σε κοινές αξίες, συναισθηματική διαθεσιμότητα και ικανότητα προσαρμογής και εξέλιξης, ανεξαρτήτως ηλικίας.
Η διαφορά ηλικίας δεν αποτελεί ούτε μύθο, αλλά ούτε και καταδίκη. Είναι απλώς μία παράμετρος. Αυτό που καθορίζει μια σχέση δεν είναι οι αριθμοί, αλλά η ποιότητα της σχέσης. Και αυτή χτίζεται καθημερινά με συνειδητότητα, επικοινωνία και συναισθηματική ωριμότητα, με ισότητα, ασφάλεια και συναισθηματική σύνδεση. Γιατί στο τέλος, οι σχέσεις δεν αποτυγχάνουν λόγω της ηλικιακής διαφοράς, αλλά λόγω του τρόπου σύνδεσης.

