Η υπόθεση που έχει ονομαστεί «Pfizergate» φτάνει σε κρίσιμο σταυροδρόμι, καθώς η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, βρίσκεται στο επίκεντρο μιας διαμάχης που απειλεί να κλονίσει την αξιοπιστία της και τη διαφάνεια των θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Την ερχόμενη Τετάρτη, το δικαστήριο της ΕΕ αναμένεται να εκδώσει απόφαση σχετικά με τα μυστικά μηνύματα που φέρεται να αντάλλαξε η φον ντερ Λάιεν με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Pfizer, Άλμπερτ Μπουρλά, κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για τη μεγαλύτερη σύμβαση εμβολίων κατά του κορωνοϊού, αξίας περίπου 20 δισεκατομμυρίων ευρώ. Η υπόθεση ξεκίνησε να αποκαλύπτεται το 2021, όταν η εφημερίδα New York Times ανέφερε ότι η φον ντερ Λάιεν και ο Μπουρλά διαπραγματεύτηκαν τη συμφωνία μέσω προσωπικών γραπτών μηνυμάτων, παρακάμπτοντας τις τυπικές διαδικασίες διαφάνειας και λογοδοσίας της ΕΕ. Ενώ για άλλες συμβάσεις εμβολίων υπήρχε κοινή ομάδα διαπραγμάτευσης με εκπροσώπους από κράτη-μέλη, στην περίπτωση της Pfizer η διαδικασία φαίνεται να ήταν ερμητικά κλειστή, χωρίς πρακτικά, αρχεία ή αποδεικτικά στοιχεία των συζητήσεων. Η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια, Έμιλι Ο’Ράιλι, είχε ήδη από το 2022 χαρακτηρίσει την άρνηση της Επιτροπής να αναζητήσει αυτά τα μηνύματα ως «κακοδιοίκηση», σημειώνοντας ότι η διαφάνεια έχει υποχωρήσει υπό τη διοίκηση της φον ντερ Λάιεν. Η ίδια κατηγόρησε την πρόεδρο της Επιτροπής για τη δημιουργία μιας κουλτούρας «συγκράτησης πληροφοριών» για πολιτικούς λόγους. Η κριτική αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι η Επιτροπή αρνήθηκε να αποκαλύψει το περιεχόμενο των μηνυμάτων, ακόμη και μετά από αιτήματα πρόσβασης σε έγγραφα, γεγονός που οδήγησε τη New York Times να κινήσει νομική διαδικασία. Η συμφωνία με την Pfizer, που αφορούσε την προμήθεια εκατομμυρίων δόσεων εμβολίων, έχει εγείρει ερωτήματα όχι μόνο για τη διαφάνειά της αλλά και για την τιμή αγοράς και τις ποσότητες που αγοράστηκαν. Πολλοί επικριτές υποστηρίζουν ότι η ΕΕ πλήρωσε υπερβολικά υψηλό τίμημα, ενώ η έλλειψη δημοσιευμένων στοιχείων εντείνει τις υποψίες για ευνοιοκρατία ή ακόμη και διαφθορά. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έχει ξεκινήσει έρευνα για την υπόθεση, ενώ οργανώσεις όπως η BonSens έχουν κινήσει νομικές ενέργειες τόσο στις ΗΠΑ όσο και στη Γαλλία, ζητώντας την ακύρωση των συμβάσεων και την αποκάλυψη των μηνυμάτων. Η φον ντερ Λάιεν, γνωστή και ως «VDL», δεν είναι άγνωστη σε σκάνδαλα. Η θητεία της ως υπουργός Άμυνας στη Γερμανία είχε σημαδευτεί από κατηγορίες για κατασπατάληση δημοσίου χρήματος και νεποτισμό, ενώ πρόσφατα το Ευρωκοινοβούλιο την κάλεσε να ανακαλέσει τον διορισμό του «εκλεκτού» της, Μάρκους Πίπερ, λόγω κατηγοριών για ευνοιοκρατία. Οι επικείμενες ευρωεκλογές του Ιουνίου 2025 προσθέτουν επιπλέον πίεση, καθώς η πολιτική της θέση κρίνεται από την ικανότητά της να διαχειριστεί τέτοιες κρίσεις. Η απόφαση του δικαστηρίου την Τετάρτη θα μπορούσε να αποτελέσει σημείο καμπής. Αν τα μηνύματα αποκαλυφθούν και αποδειχθεί ότι η φον ντερ Λάιεν παρακάμπτησε τις διαδικασίες για να ευνοήσει την Pfizer, οι συνέπειες θα είναι βαριές, τόσο για την ίδια όσο και για την αξιοπιστία της ΕΕ. Αν, από την άλλη, η υπόθεση κουκουλωθεί, οι κατηγορίες για συγκάλυψη και έλλειψη διαφάνειας θα ενταθούν, τροφοδοτώντας την ευρωσκεπτικιστική ρητορική. Η «ώρα της κρίσης» για την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν πλησιάζει, και μαζί της ίσως αποκαλυφθεί αν η ΕΕ λειτουργεί με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον ή αν οι αποφάσεις λαμβάνονται σε σκοτεινά δωμάτια, μακριά από τα μάτια των πολιτών. Μέχρι τότε, η υπόθεση «Pfizergate» παραμένει μια ανοιχτή πληγή για τη δημοκρατία και τη λογοδοσία στην Ευρώπη.