Το Συμβούλιο της Επικρατείας έριξε «άκυρο» σήμερα, Δευτέρα 5/5, σε επαγγελματίες, δικηγόρους και κοινωνικούς φορείς που είχαν ζητήσει μέσω προσφυγών τους την κατάργηση του ετήσιου ελάχιστου καθαρού εισοδήματος.
Ειδικότερα η πλειοψηφία της Ολομέλειας του ΣτΕ έκρινε ότι δεν προκύπτει αντισυνταγματικότητα στο νομοσχέδιο για το τεκμαρτό εισόδημα και έτσι Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της χώρας δεν προχώρησε σε ακύρωση της εντολής του διοικητή της ΑΑΔΕ Γιώργου Πιτσιλή.
Βάσει της εν λόγω απόφασης, πάντως, επισημαίνεται η δυνατότητα της προσβολής των τεκμαρτών εισοδημάτων από πλευράς φορολογούμενων, κάνοντας χρήση των ενδικοφανών προσφυγών και δικαστικών αποφάσεων, στο πλαίσιο του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.
Η ανακοίνωση του προέδρου του ΣτΕ Μιχάλη Πικραμένου αναφέρει σχετικά τα εξής:
«Σύμφωνα με το άρθρο 34 παρ. 8 του π.δ. 18/1989, όπως προστέθηκε με το άρθρο 25 του ν. 4786/2021
Ανακοινώνει τα εξής:
Στις 14.4.2025 και 2.5.2025 η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας συνήλθε σε διάσκεψη επτά υποθέσεων σχετικών με τον θεσπιζόμενο με τα άρθρα 28Α – 28Δ του ν. 4172/2013 (Α΄ 167) τεκμαρτό τρόπο εξεύρεσης του ετήσιου ελάχιστου καθαρού εισοδήματος των ασκούντων ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα, με εισηγήτριες τις Συμβούλους Κ. Λαζαράκη και Β. Μόσχου.
Το Δικαστήριο απέρριψε τις αιτήσεις ακυρώσεως κατά της απόφασης Α1055/9.4.2024 (Β΄ 2284) του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 8 του άρθρου 28Α του ν. 4172/2013 για τον καθορισμό της διαδικασίας αμφισβήτησης των παρ. 3 και 4 του ίδιου άρθρου.
Ειδικότερα, το Δικαστήριο έκρινε κατά πλειοψηφία ότι:
Ι. Ο ανωτέρω τεκμαρτός προσδιορισμός του εισοδήματος είναι συνταγματικά ανεκτός.
ΙΙ. Ο φορολογούμενος που επιθυμεί να αμφισβητήσει το τεκμαρτό εισόδημά του σύμφωνα με την παρ. 4 του ως άνω άρθρου 28Α δύναται, παράλληλα με την υποβολή αιτήματος ελέγχου, σύμφωνα με το άρθρο 4 της προσβαλλόμενης απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., να ασκήσει, κατά της πράξης διοικητικού προσδιορισμού του φόρου βάσει του τεκμαρτού εισοδήματος (άρθρο 4 παρ. 1 εδ. β΄ της προσβαλλόμενης απόφασης), ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της Δ.Ε.Δ. και ακολούθως, κατά της τυχόν απόρριψης αυτής, προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις των άρθρων 72 του (νέου) Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας [ν. 5104/2024 (Α΄ 58)] και 63 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας [ν. 2717/1999, Α΄ 97] προβάλλοντας ό,τι και με το αίτημα ελέγχου.
Η κατόπιν ελέγχου εκδιδόμενη, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 1 εδ. β΄ της προσβαλλόμενης απόφασης, πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου υπόκειται ομοίως σε ενδικοφανή προσφυγή, σύμφωνα με τις ως άνω γενικές διατάξεις, η δε τυχόν απόρριψή της από τη Δ.Ε.Δ. θεωρείται, κατά την έννοια του άρθρου 63 παρ. 7 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, συμπροσβαλλόμενη στο πλαίσιο της εκκρεμούς δίκης που αφορά τη νομιμότητα της πράξης της Δ.Ε.Δ. με την οποία είχε απορριφθεί ενδικοφανής προσφυγή κατά της πράξης διοικητικού προσδιορισμού του φόρου.
Ο φορολογούμενος μπορεί να προβάλλει κατά της μεταγενέστερης αυτής πράξης της Δ.Ε.Δ. ως πρόσθετους λόγους προσφυγής τους λόγους που έχει προβάλει με την ενδικοφανή προσφυγή του κατά της πράξης διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου.»