Με ένα εξαιρετικά δυσμενές σενάριο βρίσκεται αντιμέτωπη η ελληνική οικονομία ως αποτέλεσμα της ολοένα αυξανόμενης έντασης στη Μέση Ανατολή, με εκτιμήσεις φορέων και υπολογισμούς παραγόντων της αγοράς να αναφέρουν πως, στην περίπτωση που η σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν συνεχιστεί για τουλάχιστον ένα τρίμηνο, το κόστος για την Ελλάδα θα μπορούσε να φτάσει ακόμη και τα 2,6 δισ. ευρώ, πλήττοντας καίριους τομείς όπως ο τουρισμός, η ενέργεια, οι εμπορικές συναλλαγές και η ναυτιλία.
Όσον αφορά στον τομέα της ενέργειας, παρότι η χώρα μας δεν προμηθεύεται πετρέλαιο απευθείας από το Ιράν, αναταράξεις στις διεθνείς ενεργειακές αγορές αναμένεται να αφήσουν το αποτύπωμά τους και στην ελληνική αγορά. Στην περίπτωση, για παράδειγμα, που οι διεθνείς ανατιμήσεις σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο αγγίξουν το 20%, η Ελλάδα θα εξαναγκαστεί να δαπανήσει περισσότερο από 1 δισ. ευρώ σε εισαγωγές ενέργειας, ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 0,4% του ΑΕΠ. Φυσικά, αυτό το -δυσβάσταχτο- οικονομικό βάρος θα μετακυλήσει άμεσα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, μέσω αυξήσεων στο κόστος των μεταφορών, της θέρμανσης και της ηλεκτροδότησης, ενισχύοντας πληθωριστικές πιέσεις και δημιουργώντας ένα νέο κύμα ανατιμήσεων.
Σε περίπτωση περιορισμού ή ακόμη και πλήρους διακοπής της διέλευσης από τα Στενά του Ορμούζ –κομβικό πέρασμα για τις θαλάσσιες μεταφορές πετρελαίου– οι επιπτώσεις στην ελληνική ναυτιλία αναμένεται να είναι καταλυτικές. Όπως αναφέρει σημερινό δημοσίευμα της εφημερίδας «Τα Νέα», οι ασφαλιστικές καλύψεις για τα πλοία που δραστηριοποιούνται στην περιοχή ενδέχεται να αυξηθούν σημαντικά, προκαλώντας κόστος από 300 έως 500 εκατ. ευρώ για την ελληνική πλοιοκτησία, ενώ οι καθυστερήσεις και τα αυξημένα ναύλα θα επιβαρύνουν σημαντικά τις εμπορευματικές ροές.
Σοβαρό πλήγμα και στον τουρισμό
Το γεγονός ότι η έναρξη των εχθροπραξιών ανάμεσα στο Ισραήλ και στο Ιράν συνέπεσε με την (επίσημη) έναρξη της θερινής σεζόν στη χώρα μας, ήδη έχει αρχίσει και αφήνει το αποτύπωμά του στον τουριστικό τομέα, καθώς ήδη καταγράφεται κύμα ακυρώσεων από ταξιδιώτες που προέρχονται από το Ισραήλ και τις χώρες του Κόλπου, περιοχές οι οποίες συνεισφέρουν σημαντικά στην τουριστική κίνηση της Ελλάδας κατά τους θερινούς μήνες.
Ήδη, σύμφωνα με υπολογισμούς, οι απώλειες για το τρίμηνο Μαΐου – Ιουλίου ενδέχεται να αγγίξουν τα 800 εκατ. ευρώ, καθώς σε ορισμένους προορισμούς οι ακυρώσεις έχουν φτάσει ή και ξεπεράσει το 15%.
Επιπλέον, η πιθανή ανασφάλεια στην ευρύτερη Ανατολική Μεσόγειο ενδέχεται να επηρεάσει και τουρίστες από άλλες αγορές, όπως τα Βαλκάνια και η Κεντρική Ευρώπη, προκαλώντας ευρύτερη αναστάτωση στον τουριστικό σχεδιασμό της φετινής σεζόν.
Όσον αφορά στο εμπόριο, αναμένεται αύξηση του κόστους για προϊόντα που εισάγονται από την Ασία, λόγω καθυστερήσεων και ακριβότερων μεταφορών. Οι ανατιμήσεις σε καταναλωτικά είδη ενδέχεται να κινηθούν μεταξύ 5% και 7%, με συνολική οικονομική επιβάρυνση από 200 έως 300 εκατ. ευρώ μέσα σε μόλις τρεις μήνες.
Προς το παρόν η παρέμβαση της κυβέρνησης περιορίζεται σε ελέγχους στην αγορά καυσίμων, προκειμένου να περιοριστούν τα φαινόμενα αισχροκέρδειας. Από το περασμένο Σάββατο, τέθηκαν σε εφαρμογή εντατικοί έλεγχοι στα πρατήρια, με τον υπουργό Ανάπτυξης, Τάκη Θεοδωρικάκο να υπογραμμίζει πως «δεν θα υπάρξει καμία ανοχή σε φαινόμενα αδικαιολόγητων αυξήσεων».