Ισχυρό σοκ στους απανταχού Χριστιανούς έχει προκαλέσει η απόφαση δικαστηρίου του Καΐρου να περάσει ο έλεγχος της Μονής Αγίας Αικατερίνης στο Όρος Σινά στο αιγυπτιακό Δημόσιο, καθώς πρόκειται για το αρχαιότερο χριστιανικό μοναστήρι σε ολόκληρο τον κόσμο, με ιστορία σχεδόν 15 αιώνων.
Μάλιστα, πέρα από την ανησυχία σε θρησκευτικό επίπεδο, η συγκεκριμένη είδηση έχει προκαλέσει έντονη αναστάτωση και σε πολιτιστικό επίπεδο, καθώς η Μονή του Σινά αποτελεί ένα παγκόσμιας σημασίας ορθόδοξο και πολιτιστικό μνημείο υπό την UNESCO, με την περί δήμευσης της περιουσίας της και εκδίωξης των μοναχών της να αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες και πιο σοβαρές καταπατήσεις θρησκευτικών και ατομικών ελευθεριών τα τελευταία χρόνια.
Το κλείσιμό της απειλεί την ιστορική συνέχεια μιας μοναστικής παράδοσης 1.500 ετών, ενώ εντείνει φόβους για περιορισμό της χριστιανικής παρουσίας σε αυτή την περιοχή που, μέχρι σήμερα, αντιμετώπιζε ελάχιστα ή λίγα προβλήματα. Επίσης στέλνει ανησυχητικό μήνυμα προς τις θρησκευτικές μειονότητες στην Αίγυπτο, ενώ δεν αποκλείεται να αποτελεί πολιτικό μοχλό πίεσης προς το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων από πλευράς Καΐρου.
Η χερσόνησος του Σινά, εξάλλου, είναι μια περιοχή στρατηγικής σημασίας για την Αίγυπτο και την ευρύτερη περιοχή του αραβικού κόσμου, με αποτέλεσμα να υπάρχει ισχυρή στρατιωτική παρουσία, αλλά και πολλά προβλήματα με ομάδες τρομοκρατία και ομάδες ανταρτών. Σημαντικά προβλήματα αναμένεται να υπάρξουν και στο κομμάτι του τουρισμού, ιδίως όσον αφορά στην κοινότητα των βεδουίνων, οι οποίοι εξαρτώνται από αυτόν, καθώς η Μονή του Σινά προσελκύει χιλιάδες προσκυνητές κάθε χρόνο.
Υπουργείο Εξωτερικών Αιγύπτου: Η δικαστική απόφαση δεν αλλάζει σε τίποτα το καθεστώς της Μονής
Την ίδια ώρα, ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών της Αιγύπτου εμφανίστηκε καθησυχαστικός, υποστηρίζοντας πως οι φήμες για δήμευση της περιουσίας της μονής δεν είναι παρά fake news.
Ειδικότερα, απαντώντας σε σχετικό ερώτημα του Πρακτορείου Ειδήσεων Μέσης Ανατολής (MENA) σχετικά με την δικαστική απόφαση που εκδόθηκε την Τετάρτη 28 Μαΐου, αναφορικά με το υπάρχον καθεστώς της μονής, δήλωσε ότι «…πρώτον, δεν έχει γίνει απολύτως καμία ζημιά στη Μονή της Αγίας Αικατερίνης, στους αρχαιολογικούς της χώρους, στην πνευματική της αξία, στη θρησκευτική της θέση ή στα νεκροταφεία της».
Ο εκπρόσωπος τόνισε δε ότι «αυτή η δικαστική απόφαση σηματοδοτεί την πρώτη φορά που το καθεστώς του μοναστηριού νομιμοποιείται και διατηρείται το ιερό του καθεστώς» και πρόσθεσε πως «…δεύτερον, παρά την ύπαρξη ορισμένων επιπλέον χώρων για τους οποίους έχουν υπογραφεί συμβάσεις με τις τοπικές αρχές, παρόλο που θεωρούνται φυσικά καταφύγια, προκειμένου να διατηρηθεί η πνευματική αξία και η υψηλή θρησκευτική θέση του μοναστηριού, η δικαστική απόφαση όριζε ότι οι μοναχοί του μοναστηριού θα συνεχίσουν να έχουν τη δυνατότητα να το χρησιμοποιούν, καθώς και τους θρησκευτικούς και αρχαιολογικούς χώρους της περιοχής».
Στη συνέχεια ανέφερε ότι «…τρίτον, η δικαστική απόφαση υποδεικνύει την ύπαρξη ορισμένων απομακρυσμένων περιοχών φυσικών καταφυγίων μακριά από το μοναστήρι και ακατοίκητων, για τις οποίες δεν προσκομίστηκαν αποδεικτικά στοιχεία ιδιοκτησίας ή κατοχής και, ως εκ τούτου, θεωρούνταν κρατική γη» και επισήμανε την ανάγκη για ακρίβεια και για αποφυγή λανθασμένων ή προκατειλημμένων κρίσεων πριν από την εξέταση του πλήρους κειμένου της δικαστικής απόφασης.
Ο εκπρόσωπος του αιγυπτιακού ΥΠΕΞ κατέληξε, κάνοντας λόγο για την ύψιστη σημασία του να μην προσβάλλονται οι στενές, αδελφικές και ιστορικές σχέσεις που συνδέουν την Αίγυπτο με το φιλικό της έθνος, την Ελλάδα, εδώ και αιώνες.
Από το παρεκκλήσι της «φλεγόμενης βάτου» στο αιγυπτιακό Δημόσιο
Η Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης στο Όρος Σινά, θεωρείται η παλαιότερη χριστιανική μονή στον κόσμο. Χτίστηκε κάπου μεταξύ του 548 μ.Χ. και 565 μ.Χ. επί αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α’, στο σημείο όπου υποτίθεται ότι βρισκόταν η «Φλεγόμενη Βάτος» του Μωυσή. Αρχικά, σύμφωνα με τoν ιστότοπο mixanitouxronou.gr, στο σημείο είχε χτιστεί το παρεκκλήσι της «Φλεγόμενης Βάτου» (381-384 μ.Χ.), με τον Ιουστινιανό Α’ να διατάζει το χτίσιμο του μοναστηριού, προκειμένου το παρεκκλήσι και οι μοναχοί του να προστατευτούν από επιδρομές. Το μοναστήρι πήρε το όνομά του από την Αγία Αικατερίνη, καθώς πιστεύεται ότι τα λείψανά της μεταφέρθηκαν εκεί ως εκ θαύματος.
Καθώς το Όρος Σινά αποτελεί ιερό τόπο τόσο των Μουσουλμάνων, όσο και των Ιουδαίων εκτός από τους Χριστιανούς, ο Μωάμεθ, ιδρυτής του Ισλάμ, είχε θέσει υπό την προστασία του το μοναστήρι με σχετικό έγγραφο. Έτσι, η μονή συνέχισε το έργο της εντός του ισλαμικού κόσμου της Μέσης Ανατολής. Άλλωστε, είναι ξακουστή η αρμονική συμβίωση των μοναχών με τους μουσουλμάνους βεδουΐνους της περιοχής.
Αρχικά, η μονή ήταν ενταγμένη στην επισκοπή Φαράν του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, ωστόσο, το 1575, το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως παραχώρησε στο μοναστήρι αυτονομία, επιβεβαιωμένη το 1782 από τον Πατριάρχη Γαβριήλ Δ’. Κατά την περίοδο των Σταυροφοριών, το μοναστήρι βρέθηκε υπό την προστασία τόσο των Βυζαντινών αυτοκρατόρων όσο και των ηγεμόνων του Βασιλείου της Ιερουσαλήμ, επιβεβαιώνοντας τον ιστορικό του ρόλο ως θρησκευτικό και πολιτιστικό ορόσημο.
Σήμερα, η κοινότητα της Αγίας Αικατερίνης αριθμεί περίπου 20 μοναχούς, ενώ την ευρύτερη περιοχή κατοικούν επίσης εκατοντάδες Βεδουίνοι και ψαράδες. Από την ισραηλινή εισβολή το 1967, η κοινότητα αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις, κυρίως τη διατήρηση του αυθεντικού μοναστικού τρόπου ζωής εν μέσω μαζικής τουριστικής κίνησης και της αύξησης του πληθυσμού μετά την επιστροφή του Σινά στην Αίγυπτο το 1982.
Η σημασία του μοναστηριού αναγνωρίστηκε διεθνώς και από τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β’, ο οποίος το επισκέφθηκε στις 26 Φεβρουαρίου του 2000, τιμώντας την πλούσια ιστορία και πνευματική του παράδοση.
Η Βιβλιοθήκη της Μονής Αγίας Αικατερίνης στο Σινά συγκαταλέγεται στις αρχαιότερες και σημαντικότερες βιβλιοθήκες του κόσμου, με συνεχή λειτουργία που ξεκινά από την πρώιμη βυζαντινή εποχή. Η συλλογή της περιλαμβάνει σπάνιους παπύρους, χειρόγραφα, έντυπα και έγγραφα σε διάφορες γλώσσες, με ξεχωριστή θέση να κατέχουν τα ελληνικά χειρόγραφα.
Ανάμεσα στα ελληνικά χειρόγραφα ξεχωρίζει ο περίφημος «Σιναϊτικός Κώδιξ» του 4ου αιώνα, καθώς και περίπου εκατό χειρόγραφα που έχουν γραφτεί με τη μεγαλογράμματη γραφή (7ος-11ος αιώνας). Η ποικιλία των γραφών στα σιναϊτικά χειρόγραφα επιτρέπει την παρακολούθηση της εξέλιξης της ελληνικής γραφής από τον 4ο αιώνα μέχρι την εμφάνιση της τυπογραφίας.
Ιδιαίτερη σημασία έχει και η συλλογή φορητών εικόνων της Μονής, η οποία αποτελεί τη μεγαλύτερη και πλουσιότερη παγκοσμίως. Το Σινά θεωρείται ένας από τους ελάχιστους τόπους όπου διασώζονται εικόνες του 6ου και 7ου αιώνα, διακρινόμενες για την απαράμιλλη ομορφιά και τεχνική τους, με μερικές να απεικονίζουν τον Χριστό και την Παναγία, αποτελώντας από τα παλαιότερα σωζόμενα δείγματα της χριστιανικής τέχνης.
Η διατήρηση και προστασία αυτών των θησαυρών καθιστούν τη Μονή Αγίας Αικατερίνης όχι μόνο έναν τόπο λατρείας, αλλά και ένα μοναδικό πολιτιστικό και ιστορικό μνημείο παγκόσμιας εμβέλειας.
Δείτε επίσης:
- Αερολογίες από την κυβέρνηση για το κλείσιμο της Μονής Σινά – «Xαστούκι στις θρησκευτικές ελευθερίες» λέει ο εκπρόσωπος των μοναχών
- Εθνική ήττα! Ο Μητσοτάκης συρρικνώνει την Ελλάδα – Η Μονή του Σινά περνά σε χέρια μουσουλμάνων
Τωρα αρχιζει η αντιστροφη μετρηση , και πολλυ μας ανεχτηκαν .
Μας την έφεραν οι Αιγύπτιοι και εμείς ως κωθωνια τους πιστέψαμε όταν ήλθε ο Σισι στην Αθήνα αρχές Μαΐου και συναντήθηκε με τον Πρωθυπουργό μας.