Ομιλία για την επέτειο της δολοφονίας του Ίωνος Δραγούμη θα παραθέσει η Καθηγήτρια Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Μαρία Νεγρεπόντη Δελιβάνη, στις 31 Ιουλίου και ώρα 19:30 στον αδριάντα του στη Θεσσαλονίκη.
«Ευχαριστώ την «Επιτροπή Εθνικής Μνήμης» και την «Ελληνική Ορθόδοξη Νεολαία-Ε.Ο.Ν.» για την πρόσκλησή τους, να μιλήσω απόψε για τον ‘Ιωνα Δραγούμη. Mε δέος δέχτηκα να μιλήσω απόψε στη μνήμη του, για την επέτειο της δολοφονίας του. Kαι τούτο, επειδή με τύλιξε η απελπισία, για το πως και για το γιατί οι περισσότεροι εξέχοντες Έλληνες, που θα μπορούσαν, κατά καιρούς, να σώσουν την Ελλάδα, όταν τόσο συχνά, όπως και σήμερα, βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού, δολοφονούνται από ελληνικά χέρια. Και ακόμη, στροβίλιζε στο μυαλό μου και η γνωστή του φράση «Αν τρέξουμε να σώσουμε τη Μακεδονία εμείς θα σωθούμε». Τώρα, που και πάλι πρέπει να τρέξουμε για τη Μακεδονία» αναφέρει η ίδια και προσθέτει:
«Έτσι, είχα πολλές, και θα έλεγα και κατανοητές αναστολές, να αντιμετωπίσω και να ασχοληθώ με τη λαμπερή προσωπικότητα του Ίωνος Δραγούμη, μέσα στη σκοτεινή, από κάθε οπτική γωνία και αν τη δει κανείς, σημερινή Ελλάδα. Όπως και νάχει, προτείνω να χωρίσω τη σύντομη αποψινή μου ομιλία σε δύο Μέρη. Στο πρώτο, θα αναφερθώ αναγκαστικά με τηλεγραφικό τρόπο, στην προσωπικότητα και στους αγώνες του Ίωνος Δραγούμη για τη Μακεδονία, ενώ στο δεύτερο Μέρος θα κάνω μια υπέρβαση, προσπαθώντας να φανταστώ τις αντιδράσεις του, για την προδοσία της Μακεδονίας, αλλά και για τη γενικότερη σκοτεινή περίοδο, που διανύει η πατρίδα μας»
Αναλυτικά τα μέρη της ομιλίας:
Μέρος Ι. ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
Ο Ιων Δραγούμης γεννήθηκε το 1878 στην Αθήνα, από γνωστή οικογένεια των Αθηνών. Βρέθηκε στη Μακεδονία ως διπλωμάτης, σε μια εποχή που η περιοχή αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα, εξαιτίας της βουλγαρικής διείσδυσης και της οθωμανικής καταπίεσης. Υπηρέτησε αρχικά στο Μοναστήρι και στη συνέχεια στη Θεσσαλονίκη. Και επέλεξε, αντί να περιοριστεί στα στενά υπηρεσιακά του καθήκοντα, να επιδοθεί σε έντονη εθνική δράση.
Η Θεσσαλονίκη τίμησε τον Ίωνα Δραγούμη αφιερώνοντας του μια από τις πιο κεντρικές οδούς της και με τον ανδριάντα κάτω από τον οποίο είμαστε συγκεντρωμένοι απόψε.
Η Μακεδονία ήταν το πάθος του Ίωνος Δραγούμη. Και ο ρόλος του στους αγώνες για τη σωτηρία της, όταν αυτή κινδύνευε να αποκοπεί οριστικά από τη Μητέρα Ελλάδα, αναγνωρίζεται ως εξαιρετικά σημαντικός.
Ο Ίων Δραγούμης ήταν διανοούμενος, γι αυτό και απέδωσε εξίσου μεγάλη σημασία στην οργάνωση του αγώνα για τη Μακεδονία, όσο και στα όπλα. Έτσι, ο Ίων Δραγούμης έριξε στη μάχη μεθόδους αφύπνισης και εμψύχωσης του λαού. Πολέμησε, με τον δικό του τρόπο, τη βουλγαρική προπαγάνδα, στηρίζοντας τα ελληνικά σχολεία και τις εκκλησίες και εμψυχώνοντας με κάθε δυνατό τρόπο τους πατριώτες που αγωνίζονταν για τη διαφύλαξη της ταυτότητας της Μακεδονίας. Ήταν εξαιρετικός οργανωτής των ελληνικών κοινοτήτων, στο διάστημα του Μακεδονικού αγώνα. Και κάτι που δεν είναι ίσως αρκετά γνωστό, μεταξύ όλων των άλλων, υπήρξε και πρωταγωνιστής στο κίνημα του δημοτικισμού.
Ακόμη, ήταν αυτός, που στάθηκε δίπλα στον Παύλο Μελά, σύζυγο της αδελφής του Ναταλίας, και τον ενέπνευσε στον αγώνα του για τη Μακεδονία. Αλλά ήταν και αυτός που διατήρησε ζωντανή τη μνήμη του, μετά τη δολοφονία του.
Ο Ίων Δραγούμης, όμως, δεν αρκέστηκε στην οργανωτική και διπλωματική μάχη, για να κερδηθεί η Μακεδονία, αλλά χρησιμοποίησε επιπλέον και τη συγγραφική του δεινότητα. Μέσα από τα έργα του, αφιερωμένα στη Μακεδονία, όπως ανάμεσα και σε άλλα μέσα από το «Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα» προβάλλει η αγωνία της ψυχής του για τις υπέρογκες θυσίες που απαιτούνται για τη διάσωση της Μακεδονίας.
Μέσα από τα γραπτά του αναδύεται το ανήσυχο και ανοικτό προς όλες τις κατευθύνσεις του πνεύμα, που δεν παραμένει προσκολλημένο σε καμία ιδεολογία, αλλά αντιθέτως τις αφομοιώνει και τις προσαρμόζει όλες στη δική του προσωπικότητα, υποτάσσοντας τες, στην ελληνική παράδοση.
Τελικά, φαίνεται από τα γραφόμενά του ότι τον συγκινεί ο σοσιαλισμός, με το στοιχείο του ανθρωπισμού του, αλλά είναι αντίθετος σε ότι αφορά στην πάλη των τάξεων.
Ο Ίων Δραγούμης ήταν από τότε κριτικός, αλλά και σκληρός απέναντι στις επιπόλαιες αντιδράσεις των Ελλήνων, που ορθά θεωρούσε χωρίς περιεχόμενο. Όπως το 1905, εκφράζοντας το ιδανικό της Εθνικής Αναγέννησης γράφει, αυτό που και σήμερα παραμένει συμβολικό: «Είναι σκληρή η ιδέα πως χάνεται η Πόλη, αλλά δεν με ταράζουν βυζαντινά όνειρα τόσο, όσο η γνώση πως, είτε έχουμε είτε δεν έχουμε την Πόλη, είμαστε μέτριοι, ψόφιοι, κακομοιριασμένοι, κοιμισμένοι και μέτριοι, μέτριοι». Οι λέξεις: «Να πάρουμε την Πόλη» είναι σύμβολο, που δεν σημαίνει «Να ξαναφτιάξουμε τη βυζαντινή αυτοκρατορία», αλλά «Να είμαστε δυνατοί». Πρέπει να κινητοποιηθούν οι Έλληνες που δεν φέρουν την ελληνικότητά τους σαν βάρος ή ατυχία, που θα θέσουν στόχους μεγάλους και τολμηρούς.
Αυτά τα λόγια του, από το 1905 δεν θα μπορούσαν να είναι πιο επίκαιρα και για τη σημερινή Ελλάδα.
Ό Δραγούμης, ταυτίζει το «εγώ» του, με το το έθνος και τη φυλή του. Αισθάνεται και δρα ως αναπόσπαστο κύτταρο του ελληνισμού. O Iων Δραγούμης έζησε για τη Μακεδονία, που την έβλεπε μέσα σε μια Ελλάδα ελεύθερη. Για τον ‘Ίωνα Δραγούμη η Ελλάδα ήταν ιδέα πολιτισμού, παιδείας και θυσίας. Και πίστευε ότι η ιστορία δικαιώνεται ή προδίδεται από τη συμπεριφορά των πολιτών της.
Οι ρομαντικές αγάπες της ζωής του ήταν δύο επιφανείς Ελληνίδες της εποχής του: η Πηνελόπη Δέλτα, και μέχρι το τέλος της ζωής του η Μαρίκα Κοτοπούλη.
Αναμφίβολα, η σημερινή Ελλάδα, με τα πολυάριθμα, συσσωρευμένα και μονίμως άλυτα προβλήματά της έχει περισσότερο από ποτέ, ανάγκη από τους ήρωες της, όπως ανάμεσα και στους επιφανέστερους, τον Ίωνα Δραγούμη. Και επειδή δεν είναι πια ανάμεσά μας, ιδίως στη σημερινή επέτειο της δολοφονίας του, είναι δικό μας χρέος, αλλά και ανάγκη ανάτασης της ψυχής μας, να προσπαθήσουμε να τον αναστήσουμε.
Για να μας κατακρίνει για το πόσο απαράδεκτα μέτριοι και ψόφιοι είμαστε. Για να μας βγάλει από τη νάρκη, για να μας ξεκουνήσει και να πάρουμε ξανά στα χέρια μας την πατρίδα που χάνεται.
Και περνώ στο δεύτερο Μέρος της ομιλίας μου που είναι:
ΜΕΡΟΣ ΙΙ. ΑΝ ΞΑΝΑΖΟΥΣΕ ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ Ο ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
Διερωτώμαι με τρόμο πως θα συμπεριφερόταν ο Ιων αν ερχόταν ξανά στη Γη και έβλεπε τι φρικώδη γεγονότα προκαλέσαμε στη Μακεδονία. Ή, και αν μας βλέπει από ψηλά.
Δεδομένου ότι για τον Ίωνα Δραγούμη, η Μακεδονία δεν ήταν μια γεωγραφική έκταση. Δεν ήταν μια λέξη διαπραγματεύσιμη. Αντιθέτως, ήταν κληρονομιά. Ήταν το παρελθόν μας, Ήταν σύμβολο. Και ήταν η ψυχή μας.
Θα αρνιόταν να πιστέψει ότι οι σύγχρονοι Έλληνες ήταν τόσο μέτριοι, τόσο κακομοιριασμένοι, κατά τις δικές του σχετικές εκφράσεις, ώστε ξεπούλησαν το ιερό όνομα «Μακεδονία» σε ξένο κράτος, σε σλαβικό κράτος, που οικοδομήθηκε πάνω σε ετοιμόρροπα θεμέλια. Έδωσαν οι σύγχρονοι Έλληνες, και ανύπαρκτη σλαβική γλώσσα ως δήθεν μακεδονική, και έδωσαν και συνείδηση, επίσης σλαβική, ως δήθεν μακεδονική.
Θα είχε εξαγριωθεί με την αυθαίρετη αλλαγή χαρτών, με την παραχάραξη της ιστορίας, αλλά και με την απαράδεκτη αδιαφορία των σύγχρονων Ελλήνων.
Ο Δραγούμης θα πονούσε βαθιά, κυρίως γιατί θα διαπίστωνε ότι χάθηκε η εθνική συνείδηση, ότι σμπαραλιάστηκε το εθνικό φρόνημα.
Θα απορούσε ακόμη περισσότερο αν συνειδητοποιούσε ότι οι Έλληνες δεν έσπευσαν να διορθώσουν το εθνικό αυτό έγκλημά τους, αυτή την ακατανόμαστη προδοσία, παρότι τους δόθηκε η χρυσή ευκαιρία να το πράξουν, εξαιτίας της μη συμμόρφωσης των Σκοπιανών στις ανειλημμένες τους υποχρεώσεις. Θα απελπιζόταν αν διαπίστωνε πως δεν αντιδρούμε, όταν οι Σκοπιανοί ισχυρίζονται ότι αυτοί είναι οι απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Θα μας ρωτούσε πως τολμήσαμε να ξεχάσουμε τις θυσίες σε αίμα ελληνικό, που χύθηκε στα χώματα της Μακεδονίας, και πως καταντήσαμε τόσο ανάξιοι των προγόνων μας. Θα είχε, κυριολεκτικά, εξαγριωθεί, αν έβλεπε ότι αντί της προσπάθειας διόρθωσης της ανεκδιήγητης συμπεριφοράς μας, υποδεχόμαστε τους αξιωματούχους Σκοπιανούς με αγκαλιές και φιλιά, όταν συχνά μας επισκέπτονται.
Θα προχωρούσε, ασφαλώς και παραπέρα ο Ίων και θα μας οίκτιρε ακούγοντας μας να μιλάμε, σάνα δεν συμβαίνει τίποτα, για φίλους Τούρκους, για γαλάζιες πατρίδες, για μοιρασιά του Αιγαίου, για ουσιαστική εγκατάλειψη της Κύπρου, και βέβαια για Βόρεια Μακεδονία, που κυκλοφορεί απλά και άνετα, απλώς, με το όνομα Μακεδονία. Όπως, άλλωστε, ήταν απολύτως προβλέψιμο.
Και αφού θα καταλάγιαζε ο θυμός και η απογοήτευσή του, θα προσπαθούσε να μας επαναφέρει στο δρόμο της εθνικής ανάτασης, της αξιοπρέπειας, της απαίτησης σεβασμού μας από την ΕΕ και από την υφήλιο. Που φυσικά, με την όλη μας συμπεριφορά, δεν τον έχουμε, αυτόν τον έστω στοιχειώδη σεβασμό.
Θα μας καλούσε σε αναστοχασμό και πνευματική αναγέννηση. Θα απαιτούσε από μας να αναθεωρήσουμε, με κάθε τρόπο και κάθε θυσία, εκείνα τα εγκληματικά εδάφια των Μνημονίων, που δικοί μας αξιωματούχοι τα υπέγραψαν. Γιατί μας τελειώνουν, παρότι όπως όλα δείχνουν, είμαστε ανίκανοι να το καταλάβουμε. Και θα ζητούσε από το λαό να απαιτήσει από αυτούς που τα υπέγραψαν, να μιλήσουν επιτέλους και να μας πουν τι ακριβώς τους συνέβη, και πείστηκαν να υπογράψουν τη θανατική καταδίκη της χώρας τους.
Θα απαιτούσε από μας να ασχοληθούμε, επιτέλους, με ευθύνη και σοβαρότητα, καθώς και με την απόφαση να μην επαναλάβουμε τα τραγικά λάθη του παρελθόντος, με την Κύπρο. Που δεν κείται διόλου μακριά μας. Στην ελληνική αγκαλιά είναι η θέση της.
Θα αναθεμάτιζε την υποτιμητική υποτέλεια μέσα στην οποία δυστυχώς λειτουργούμε, και θα πρότεινε μια δεύτερη επανάσταση για να κερδίσουμε την ανεξαρτησία που δεν μας εξασφάλισε το 1821. Να κρατάμε ψηλά το κεφάλι και να μην υποκλινόμαστε σε κανέναν.
Ας σκύψουμε, απόψε εδώ, κάτω από τον ανδριάντα του Ίωνα Δραγούμη, ταπεινά το κεφάλι ζητώντας συγγνώμη, για το ότι αποδειχθήκαμε τόσο μέτριοι, τόσο ολίγοι. Και ας του δώσουμε ιερή υπόσχεση εδώ, κάτω από την ιερή μορφή του, πως θα φροντίσουμε στο μέλλον, να τιμήσουμε τις θυσίες που μας χάρισαν τη λευτεριά. Πως θα αγκαλιάσουμε την Ελλάδα, και θα την ξανακάνουμε δυνατή και τιμημένη, όπως αξίζει στην ιστορία της, στους αγώνες της και στον πολιτισμό, που πάνω του ακούμπησε ολόκληρη η υφήλιος.
Αιωνία η μνήμη του.