Την ώρα που οι δείκτες της οικονομίας, σύμφωνα με κυβερνητικά στελέχη, ευημερούν, πολύ μικρές επιχειρήσεις στη Θεσσαλονίκη, πνέουν τα λοίσθια αναγκάζοντας τους ιδιοκτήτες τους να γράψουν το τέλος της ιστορίας τους πωλώντας τες ακόμη και για ελάχιστες εκατοντάδες ευρώ.
Η καταναλωτική άπνοια σε συνδυασμό με το τσουνάμι υποχρεώσεων, που πνιγεί κάποιους επιχειρηματίες ακόμη και με πορεία ετών, εξωθεί σε κάποιες περιπτώσεις, σε ξεπούλημα του εξοπλισμού, της άδειας λειτουργίας, προκειμένου οι ιδιοκτήτες τους να βρουν διέξοδο από το τέλμα, στο οποίο βρίσκονται για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Όπως γράφει η εφημερίδα «Θεσσαλονίκη», μόνο τυχαίο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί το γεγονός πως σε ιστοσελίδες αναζήτησης ακινήτων υπάρχουν τουλάχιστον 250 επιχειρήσεις στη Θεσσαλονίκη, που πωλούνται σε μια ευρεία γκάμα τιμών. Αυτό δε σημαίνει πως είναι οι μοναδικές, καθώς δεν λείπουν και περιπτώσεις που το deal γίνεται από στόμα σε στόμα, χωρίς να περνά από το «ραντάρ» μεσιτικών γραφείων. Μεταξύ, πάντως των αγγελιών φιγουράρει περίπτωση επιχείρησης καφέ, που πωλείται προς …999(!) ευρώ και άλλης που πωλείται προς 1.100 ευρώ.
Και αν αυτές οι περιπτώσεις επιχειρήσεων είναι περιορισμένες υπάρχουν άλλες που πωλούνται προς 6.000 ή 9.000 ευρώ με τους ιδιοκτήτες τους να αναζητούν μια δεύτερη ευκαιρία, πηγαίνοντας ακόμη και ως υπάλληλοι σε άλλες ομοειδείς επιχειρήσεις. Χαρακτηριστική περίπτωση γνωστού ζαχαροπλαστείου στην περιοχή της Τούμπας που τα γλυκά του γεύτηκαν γενιές και γενιές, ωστόσο, μια σειρά οικονομικών προβλημάτων, οδήγησαν στο λουκέτο και τον μέχρι πρότινος ιδιοκτήτη του να δουλεύει, πλέον, ως υπάλληλος σε άλλο ζαχαροπλαστείο.
Οι… συνήθεις ύποπτοι
Ως… συνήθεις ύποπτοι για πώληση επιχείρησης εμφανίζονται, συχνότερα, ταχυφαγεία και καφέ. Όπως λένε γνώστες της συγκεκριμένης δραστηριότητας, άτομα που δεν έχουν γνώση του χώρου αυτού τον επιλέγουν ως λύση ανάγκης, με αποτέλεσμα να οδηγούνται σε σύντομο χρονικό διάστημα σε λουκέτο. Η ζωή των εν λόγω επιχειρήσεων, σύμφωνα με μελέτες, είναι συχνά βραχύβια, καθώς ενίοτε δεν ξεπερνούν τα δυο χρόνια.
Ωστόσο δεν λείπουν και οι περιπτώσεις ραφείων, καταστημάτων ξηρών καρπών, πρακτορείων ΟΠΑΠ, κομμωτηρίων, γυμναστηρίων, καταστημάτων ένδυσης, που οι ιδιοκτήτες τους αναζητούν διέξοδο, προσπαθώντας να αποτινάξουν από πάνω τους την επιχείρηση, που για αυτούς έχει γίνει βαρίδι.
Στις περιπτώσεις, μάλιστα που το ενοίκιο είναι χαμηλό, αυτό αναγράφεται στην αγγελία προκειμένου ο ενδιαφερόμενος πωλητής – επιχειρηματίας να ενημερώσει, εκ των προτέρων, τον εν δυνάμει αγοραστή.
Αξίζει να σημειωθεί πως η πλειονότητα των επιχειρηματιών αναζητούν αγοραστές ως απόρροια της δικής τους αδυναμίας να κρατήσουν την επιχείρησή τους, ωστόσο υπάρχουν και κάποιες περιπτώσεις που αφορούν συνταξιοδότηση, ασθένεια, ή αλλαγή τόπου διαμονής.
Ήταν κακό το… timing
Για την Άννα η έναρξη δικής της επιχείρησης ήταν όνειρο ζωής, προερχόταν, άλλωστε, από γονείς που είχαν μικρό κατάστημα ενδυμάτων στα δυτικά της πόλης – που τα πήγαινε καλά – και πίστευε πως γνώριζε το επιχειρείν. Άνοιξε το δικό της κατάστημα στην άλλη πλευρά της πόλης, λίγο πριν από την υγειονομική κρίση και λίγο μετά τη λήξη της οικονομικής. «Ήταν κακό το timing, κρατήθηκα με νύχια και με δόντια την περίοδο της πανδημίας, έλεγα πως είναι κακή η περίοδος για όλους. Με τα περιοριστικά μέτρα, δανείστηκα, άνοιξα e-shop, που τελικά, ούτε αυτό τα πήγε καλά. Οι οικονομικές υποχρεώσεις αυξάνονταν συνεχώς, οι ανελαστικές υποχρεώσεις επίσης, οι πελάτες ήταν περιορισμένοι με ιδιαίτερα χαμηλό διαθέσιμο ποσό για τις όποιες αγορές τους. Κατέρρευσα ψυχολογικά, δανειστικά από τους δικούς μου, ξανά και ξανά, για τραπεζικό δανεισμό ούτε λόγος, δεν υπάρχει δυνατότητα πρόσβασης για πολύ μικρές επιχειρήσεις. Αποφάσισα λοιπόν να πουλήσω την επιχείρηση μου για 5.000 ευρώ. Το αποτέλεσμα; Δεν βρίσκω κανένα ενδιαφερόμενο και είμαι σε απόγνωση», λέει χαρακτηριστικά η Άννα.
Η λίστα με τα παραδείγματα επιχειρήσεων που πωλούνται σε εξευτελιστική τιμή δεν τελειώνει εδώ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, επιχείρηση, με μακρά πορεία 40 ετών, στο ιστορικό κέντρο της πόλης, που ασχολείται με επιδιορθώσεις ρούχων, «πλήρως εξοπλισμένη με μεγάλο πελατολόγιο», όπως αναφέρεται στην αγγελία, που πωλείται προς 1.000 ευρώ, λόγω συνταξιοδότησης.
Στην διπλάσια τιμή πωλείται κατάστημα 200 τμ (πρακτορείο ΟΠΑΠ) στην περιοχή του Φαλήρου, το οποίο μάλιστα διαθέτει όπως αναφέρεται και άδεια υγειονομικού ενδιαφέροντος με την αιτούμενη τιμή να φτάνει τα 2.222 ευρώ.
Αναμφίβολα, οι παραπάνω περιπτώσεις δεν αποτελούν τον κανόνα, καθώς υπάρχουν επιχειρήσεις που πωλούνται για αρκετές χιλιάδες ευρώ, ωστόσο αποτυπώνουν την ασφυκτική κατάσταση που επικρατεί στο επιχειρείν καθώς και το γεγονός πως σε αρκετές περιπτώσεις δεν υπάρχει διάδοχη κατάσταση με αποτέλεσμα όταν ο επιχειρηματίας συνταξιοδοτείται να πουλά την επιχείρηση του.
Με δυσκολία πωλούνται οι επιχειρήσεις
Πόσο εύκολο τελικά είναι να πουληθούν, ή ακόμη και να… ξεπουληθούν οι επιχειρήσεις;
Στο ερώτημα απαντά ο Σάββας Αλβανούδης, της Alvanoudis Real Estate, καλός γνώστης του κέντρου της Θεσσαλονίκης, καθώς δραστηριοποιείται σε αυτό ως μεσίτης, και αναλαμβάνει περιπτώσεις επιχειρήσεων που βγαίνουν προς πώληση «οι επιχειρήσεις που πωλούνται αυξάνονται συνεχώς, το αποτέλεσμα είναι μην πωλούνται εύκολα. Στις περιπτώσεις take away επιχειρήσεων ο βαθμός δυσκολίας αυξάνεται καθώς συχνά βρίσκονται σε δρόμους που υπάρχουν αντίστοιχες επιχειρήσεις, άρα γίνονται λιγότερο ανταγωνιστικές ως επιλογή, ακόμη και αν η τιμή πώληση τους είναι χαμηλή».
Όπως εξηγεί ο κ. Αλβανούδης κύριες προϋποθέσεις για την πώληση μιας επιχείρησης είναι το σημείο στο οποίο βρίσκεται, τα χαρακτηριστικά της και το κόστος.
Καλύτερη τύχη, πάντως έχουν οι περιπτώσεις επιχειρήσεων που διαθέτουν φουγάρο (εστιατόρια) καθώς είναι ελάχιστα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης τα καταστήματα που διαθέτουν αυτό το χαρακτηριστικό. Παράλληλα είναι πολύ δύσκολο να ληφθεί απόφαση για κατασκευή φουγάρου και αυτό γιατί δύσκολα συναινούν οι ένοικοι μιας πολυκατοικίας, όταν το κατάστημα βρίσκεται στο ισόγειο της οικοδομής.
Ποιοι οι λόγοι που κλείνουν οι επιχειρήσεις
Σύμφωνα με γνώστες της αγοράς στις περισσότερες περιπτώσεις οι υποχρεώσεις που τρέχουν, τα λειτουργικά έξοδα, το υψηλό κόστος ενέργειας και πρώτων υλών, όταν πρόκειται για χώρους εστίασης, η έλλειψη χρηματοδότησης και η περιορισμένη καταναλωτική κίνηση μετατρέπονται σε θηλιά για επιχειρήσεις που τελικά καταλήγουν στο λουκέτο προκειμένου να μη συσσωρεύουν και άλλα χρέη, που σε ορισμένες περιπτώσεις μοιάζουν με βουνό.