«Λοιπόν, τινάξετε για μια, την τυραννίαν και σκλαβιά! Παράδειγμα μάς είναι, των προπατόρων μνήμαι, καθώς εκείνοι ζούσαν. Στη φωτιά, μπρε παιδιά!» (Ρήγας Βελεστινλής, «Ύμνος πατριωτικός»)
- Από τον Γιάννη Χ. Κουριαννίδη
Η εθνεγερτήριος ποιητική ορμή του Ρήγα συνεγείρει και σήμερα ακόμη τις ψυχές των Ελλήνων και μας μεταφέρει στο κλίμα εκείνων των ημερών, όταν ο υπόδουλος Ελληνισμός, καταπονημένος επί αιώνες από την καταπίεση της εθνικής και θρησκευτικής του ταυτότητας, αποζητούσε πλέον το «ποθούμενο». Στην αναζήτησή του αυτή εύρισκε διέξοδο και στα ποιήματα του πρώιμου μάρτυρα της εθνικής μας Επανάστασης.
Η ελευθερία δεν αποτελούσε, μέχρι πρότινος τουλάχιστον, ζητούμενο στην εποχή μας. Η θεσμική κατοχύρωσή της, στο πλαίσιο της λειτουργίας ενός κυρίαρχου κράτους και μιας δημοκρατικής πολιτείας, επιτρέπει στους πολίτες να ζουν έστω και με την ψευδαίσθηση ή με υποκατάστατά της. Τι γίνεται, όμως, όταν ακόμη και αυτά αμφισβητηθούν;
Η υγειονομική κρίση του κορωνοϊού οδήγησε σε αυτό ακριβώς. Στην όλο και περισσότερο εδραιούμενη στη συνείδηση των ανθρώπων πεποίθηση ότι οι εθνικοί και κοινωνικοί αγώνες του λαού για την απόκτηση της πολυπόθητης ελευθερίας δείχνουν να πηγαίνουν χαμένοι. Ότι διαμορφώνονται καθημερινά συνθήκες τέτοιες που θα οδηγήσουν στην επιστροφή σε μια «κανονικότητα» όπου η μετακίνηση προσώπων αλλά και διακίνηση ιδεών δεν θα είναι κάτι αυτονόητα αποδεκτό. Κι αυτό, υποτίθεται, για τη διαφύλαξη και την προστασία της ζωής τους.
Λίγες μόλις ημέρες πριν από τη συμπλήρωση 200 ετών από την κήρυξη της εθνικής μας Επανάστασης, γίνεται αντιληπτό ότι «αι των προπατόρων μνήμαι» συνείρουν τις σκέψεις μας με τα μηνύματά τους, με αποτέλεσμα η αναζήτηση της ελευθερίας να ξαναγίνεται ζητούμενο και «ποθούμενο». Αυτό είναι κάτι ιδιαίτερα ανησυχητικό για ένα σύστημα εξουσίας που εστιάζει σταθερά στην καταστολή και όχι στην πρόληψη. Κλασική πρακτική, θα μπορούσε να πει κάποιος, από ανθρώπους που έχουν από καιρό χάσει την επαφή με την κοινωνία και τις αξίες της, με αποτέλεσμα μεταξύ λόγου και ράβδου να είναι μονόδρομος η επιλογή της δεύτερης.
Η υποκριτική απόφαση της κυβέρνησης να «τιμήσει» την εθνική μας επέτειο με μια «κλειστή» παρέλαση, ίσα για να βγει από την υποχρέωση, προφανώς φιλοδοξεί να αποτελέσει μια εκτόνωση της καταπίεσης των πολιτών, εργαλειοποιώντας μια ημερομηνία που δεν πρόκειται να ξανάρθει. Πάσχα και Χριστούγεννα θα έχουμε και του χρόνου, όπως και 25η Μαρτίου. Διακοσιετηρίδα, όμως, δεν θα ξαναζήσουμε ποτέ! Και επειδή γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν θα μπορέσει να ανασχέσει το πανελλήνιο κίνημα τέλεσης εκδηλώσεων τιμής που αντρειεύει σε κάθε γωνιά της πατρίδας μας, προσπαθεί να το υποκαταστήσει θεσμικά έστω και την τελευταία στιγμή. Μάταιος κόπος…
Οι αγωνιστές της ελευθερίας ποτέ δεν τιμήθηκαν ουσιαστικά από σφουγγοκωλάριους και χαρτογιακάδες. Ζουν και τιμούνται στη λαϊκή συνείδηση που φωλιάζει στην καρδιά του έθνους μας και που ξέρει να κρίνει λόγια και πράξεις. Αυτή είναι που διαχρονικά πραγματώνει την παρότρυνση του νέου Τυρταίου:
«Τα έθνη που δεν μας ψηφούν, Πατρίδα, Γένος ονειδούν, ας ίδωσιν ανδρείαν κι᾽ ας λάβωσι δειλίαν, να πέσουν, να σπαράξουν, στη φωτιά, μπρε παιδιά!»
* Δημοτικός Σύμβουλος Θεσσαλονίκης «Θεσσαλονίκη Πόλη Ελληνική» [email protected]