Επιτυχία μεγάλη -και μάλλον απροσδόκητη, λόγω της ως τώρα πλήρους αδιαλλαξίας της Κομισιόν- σημείωσε η κυβέρνηση στις διαπραγματεύσεις με την Ε.Ε. για την παράταση του προνομιακού καθεστώτος φορολόγησης στα πλοία ελληνικών συμφερόντων.
- Από τον ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ ΤΑΡΚΑ*
Ωστόσο, ταυτόχρονα πυκνώνουν οι δυσμενείς εξελίξεις ως προς την αδειοδότηση ή απαγόρευση -στο πλαίσιο των κυρώσεων κατά της Μόσχας- της προσοδοφόρας μεταφοράς ρωσικού πετρελαίου.
Αν και το Μέγαρο Μαξίμου -για άγνωστους λόγους- τηρεί σιωπή για την επιτυχία του, η συνάντηση του πρωθυπουργού Κυρ. Μητσοτάκη με την εκτελεστική αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μ. Βεστάγκερ, την περασμένη εβδομάδα στην Αθήνα, επισφράγισε πλήρως την επίτευξη συμβιβασμού για τον λεγόμενο «φόρο χωρητικότητας».
Οι πρόσφατες διακριτικές διαπραγματεύσεις ήραν -έστω προσωρινά- τις πολυετείς διαφωνίες από την εποχή που η κυρία Βεστάγκερ, υπό την ιδιότητα της επιτρόπου Ανταγωνισμού (2014-19), επιδείκνυε εμμονή με διάφορες αφορμές. Μεταξύ άλλων, σε 54σέλιδη επιστολή της, το 2016, προς την τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ η κυρία Βεστάγκερ έκρινε ότι συνιστούν -απαγορευμένη- κρατική ενίσχυση «το καθεστώς φορολογίας χωρητικότητας, η απαλλαγή από τη φορολογία της υπεραξίας από την πώληση πλοίων, τα φορολογικά οφέλη για εταιρίες του ευρύτερου ναυτιλιακού κλάδου και η απαλλαγή από τη φορολογία των μερισμάτων και τη φορολογία υπεραξίας σχετικά με ναυτιλιακές μετοχές».
Επιπλέον, η τότε επίτροπος και νυν αντιπρόεδρος αγνοούσε συνειδητά τη συνταγματική κατοχύρωση του πλαισίου φορολόγησης της ναυτιλίας στην Ελλάδα, καθώς και τους υψηλότερους -συγκριτικά με άλλους εταίρους της Ε.Ε.- φορολογικούς συντελεστές. Η ξαφνική υποχώρηση της κυρίας Βεστάγκερ κρίνεται ως αποτέλεσμα της διαπραγματευτικής τακτικής του κ. Μητσοτάκη να εξαρτήσει τη συμμετοχή της Αθήνας στο 6ο «πακέτο» κυρώσεων κατά της Μόσχας από τη διατήρηση των προνομίων της ελληνικής ναυτιλίας.
Προφανώς, αυτός είναι και ο κύριος λόγος τήρησης απόλυτης σιωπής της κυβέρνησης για την επιτυχία της. Γιατί ενδεχόμενες πανηγυρικές δηλώσεις θα αποδείκνυαν ότι η προσήλωση του πρωθυπουργού στις κυρώσεις, ως αντίδραση στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, δεν αποτελεί άκαμπτη ιδεολογική αρχή, αλλά εξαρτάται από την εξασφάλιση ανταλλαγμάτων.
Επίσης, η αντιπολίτευση, ανεξάρτητα αν πρόκειται για λαϊκισμό ή όχι (αφού η εμπορική ναυτιλία προσφέρει -πραγματικά- τα μέγιστα στην εθνική οικονομία), θα επέκρινε τον κ. Μητσοτάκη ότι μάχεται αποτελεσματικά στην Ε.Ε. μόνον για τα συμφέροντα της εφοπλιστικής κοινότητας, και όχι άλλων κλάδων ή τάξεων.
Σε αυτό το πλαίσιο, τα βασικά σημεία της μεταβατικής συμφωνίας, τριετούς ή τετραετούς διάρκειας, είναι τα ακόλουθα: α) η κυβέρνηση θα πρέπει να αυστηροποιήσει τα κριτήρια ένταξης πλοίων και χωρητικότητας στο προνομιακό καθεστώς και να ενημερώσει σύντομα την Κομισιόν, β) οι δύο πλευρές συμφωνούν ότι θα πρέπει να εξαιρεθούν των προνομίων τα έσοδα από βοηθητικές εργασίες στις ναυτιλιακές μεταφορές, γ) ομοίως, πρέπει να περιοριστούν οι δικαιούχοι με έσοδα από αλιευτικές εργασίες και εκμετάλλευση ρυμουλκών.
Πάντως, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διευκρινίζει ότι, όσο διαρκεί η μεταβατική συμφωνία, η κυβέρνηση πρέπει να προετοιμάζει μέτρα για την αύξηση της εθελοντικής φορολογικής συνεισφοράς της εφοπλιστικής κοινότητας (επαναπατριζόμενο εισόδημα από μερίσματα στο εξωτερικό) από 40.000.000 σε 60.000.000 ευρώ κάθε χρόνο. Συμπληρωματικά, θα πρέπει να ισχύσει συντελεστής 5% στα κέρδη κεφαλαίου που επαναπατρίζονται από την πώληση μετοχών ναυτιλιακών εταιριών.
Παράλληλα, συνεχίζονται οι διαβουλεύσεις εντός της Ε.Ε. και με τις ΗΠΑ για την ανανέωση, τη μεταβολή ή την κατάργηση του καθεστώτος μεταφοράς ρωσικού πετρελαίου. Το ζήτημα είναι ύψιστου ενδιαφέροντος για την Ελλάδα και την Κύπρο, και η κυβέρνηση το χρησιμοποίησε (όπως και το ζήτημα του φόρου χωρητικότητας) στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης του 6ου «πακέτου» κυρώσεων. Οι ελληνικές θέσεις υποστηρίζονται, εμμέσως, από την αμερικανική πλευρά, υπό το σκεπτικό ότι πρέπει να συνεχιστεί η εξαγωγή ρωσικού πετρελαίου κυρίως προς τις φτωχές χώρες, ώστε να μην αποσταθεροποιηθούν.
Το πρόβλημα, όμως, σε πρακτικό επίπεδο είναι ότι -ακόμα κι αν επιτραπεί η συνέχιση των μεταφορών πετρελαίου- εμπίπτουν στις κυρώσεις τα συμβόλαια ασφάλισης και αντασφάλισης πλοίων. Αν τα ασφαλιστικά συμβόλαια δεν εξαιρεθούν από τις κυρώσεις, τότε δεν θα υπάρχουν ναυτιλιακές μεταφορές. Η Ε.Ε. αποφάσισε την εξαίρεση του κλάδου για έξι μήνες, αλλά η ελληνική και η κυπριακή ναυτιλία θα πληγούν σύντομα, αν δεν αποφασιστεί ότι οι κυρώσεις θα αφορούν μόνον τα φορτία των πλοίων, και όχι τα ίδια τα πλοία που θα παραμένουν ασφαλισμένα.
Προς το παρόν, δεν έχει βρεθεί λύση ούτε εντός της Ε.Ε. ούτε με τρίτες ισχυρές οικονομίες (Βρετανία) και οι ασφαλιστικές εταιρίες απαντούν ότι προτιμούν την πλήρη ακύρωση συμβολαίων, από το να εμπλακούν στη νομική δίνη του τι εμπίπτει στις κυρώσεις και τι όχι.
* Εκδότης του περιοδικού «Αμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη