Η ενέργεια του ηγέτη του σουηδικού κόμματος Hard Course Ράσμους Παλουντάν να κάψει το Κοράνι σε πρόσφατη εκδήλωση διαμαρτυρίας μπροστά στην τουρκική πρεσβεία της χώρας του καταδεικνύει τη λανθασμένη τακτική και μεθοδολογία με την οποία προσεγγίζουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη κάποια κόμματα και κινήματα τα οποία θέλουν να θεωρούνται ως σκεπτικιστικά και ταυτοτικά.
Η συγκεκριμένη ενέργεια του Σουηδού πολιτικού, εκτός του ότι προσβάλλει το θρησκευτικό συναίσθημα των πολιτών και άλλων μουσουλμανικών χωρών, όχι και τόσο φιλικών προς την Τουρκία, παράλληλα αναδεικνύει την Τουρκία ως προστάτιδα και εκπρόσωπο των μουσουλμάνων όλου του κόσμου. Φυσικά, ο Ερντογάν το εκμεταλλεύτηκε, υψώνοντας τους τόνους και χαρακτηρίζοντας την ενέργεια αυτή «ντροπιαστική και ανήθικη», ενώ τόνισε ότι «αποτελεί προσβολή για τους μουσουλμάνους».
Κοίτα ποιος μιλάει, θα μπορούσε να πει κανείς! Ο άνθρωπος που δεν σεβάστηκε το θρησκευτικό συναίσθημα εκατοντάδων εκατομμυρίων ορθοδόξων χριστιανών, μετατρέποντας τον ιερότερο ναό της χριστιανοσύνης σε τζαμί. Και τολμά να κάνει ρελάνς δημοκρατικότητας λέγοντας ότι «τα δικαιώματα και οι ελευθερίες ενός ατόμου φτάνουν μέχρι το σημείο όπου παραβιάζονται τα δικαιώματα και οι ελευθερίες κάποιου άλλου»!
Αυτές οι λανθασμένες προσεγγίσεις των Δυτικοευρωπαίων έχουν να κάνουν με την κοινωνική αντίδραση που διαμορφώθηκε σταδιακά στις κοινωνίες τους μετά την απότομη και πολυάνθρωπη εισβολή εκατομμυρίων μουσουλμάνων στις χώρες τους, προερχόμενοι κυρίως από τις πρώην αποικίες τους, που ενισχύθηκαν, όμως, και από άλλες ασιατικές και αφρικανικές χώρες τα τελευταία χρόνια, με λαθρομετανάστευση.
Στις χώρες αυτές δεν συνέβησαν μακροχρόνιες κοινωνικές διεργασίες, όπως λ.χ. στην Ελλάδα, όπου η επιβολή του Ισλάμ μπορεί να έγινε με βίαιο ή εξαναγκαστικό τρόπο, αλλά ουσιαστικά δεν έπαψε να αποτελεί παρά απλώς έναν κοινωνικό φαινότυπο, αφού ο περιορισμένος ελληνικός πληθυσμός που οδηγήθηκε στο να αλλαξοπιστήσει συνέχισε κατά βάθος να συμπεριφέρεται ομοιοτρόπως με το αδελφικό και σύνοικο χριστιανικό στοιχείο. Αυτό αποτέλεσε μία πραγματικότητα που διαπιστώνει κανείς ακόμα και σήμερα, λ.χ. στη Θράκη μας, την οποία δεν μπόρεσαν να διαταράξουν ούτε πολεμικές συγκρούσεις ούτε ευρύτερες κοινωνικές αναταράξεις.
Το ισλάμ των ασιατικών και αφρικανικών χωρών ελάχιστη σχέση έχει ως κοσμοαντίληψη με αυτό των μουσουλμάνων Ελλήνων. Αυτό είναι κάτι που και οι ίδιοι ομολογούν, βλέποντας με αποστροφή συμπεριφορές και πρακτικές που δεν τους εκφράζουν και τους προσβάλλουν ως πιστούς μουσουλμάνους, που έχουν όμως προσαρμόσει το θρησκευτικό τους συναίσθημα στο σύστημα αξιών του ελληνικού έθνους, στο οποίο και ανήκουν.
Η Αλεξάνδρα Συμεωνίδου είναι μία γυναίκα που έγινε παγκοσμίως γνωστή από τα βιβλία της, τα οποία έχουν αναφορές στη θέση της γυναίκας στα ισλαμικά κράτη, περιγράφοντας, μεταξύ άλλων, και τις οδυνηρές εμπειρίες της ιδίας, όταν, εργαζόμενη ως αεροσυνοδός σε αεροπορική εταιρία ισλαμικής χώρας, γνώρισε και παντρεύτηκε επιφανή προσωπικότητά της, κάτι που άλλαξε δραματικά τη ζωή της, μέχρι που κατάφερε να δραπετεύσει από την κόλαση στην οποία ζούσε.
Στο βιβλίο της, όμως, με τίτλο «Δαίμονες της Ερήμου» περιγράφει μέσα από μία μυθιστορηματική αφήγηση το δράμα μιας Αμερικανής φοιτήτριας η οποία περνάει μία απίστευτη περιπέτεια σε ισλαμική χώρα πέφτοντας στα χέρια όχι μουσουλμάνων, αλλά πιστών μίας αρχαίας παγανιστικής θρησκείας που είχε διασωθεί στη χώρα αυτή και θρησκευόταν κρυφά. Το μήνυμα που περνά η συγγραφέας είναι ότι τελικά δεν είναι ο φαινότυπος της θρησκείας το πρόβλημα που βιώνει η Ευρώπη, αλλά ο γονότυπος των λαών που είναι φορείς μιας διαφορετικής κοσμοαντίληψης, ενός διαφορετικού αξιακού συστήματος που τους εκφράζει. Οσο πιο γρήγορα το συνειδητοποιήσουμε αυτό τόσο λιγότερο οδυνηρές θα είναι οι συνέπειες.
Γιάννης Χ. Κουριαννίδης,
δημοτικός σύμβουλος Θεσσαλονίκης
«Θεσσαλονίκη Πόλη Ελληνική»