Σε μια περίοδο που η οικονομία του πλανήτη δοκιμάζεται, ο Ερντογάν δείχνει να μην υπολογίζει την κρίση και συνεχίζει τις πολεμικές επιχειρήσεις του στο Ν. Κουρδιστάν (Β. Ιράκ), στην Ιντλίμπ και τη Λιβύη. Επίσης, συνεχίζει τις πειρατικές ενέργειές του στην Κύπρο, καθώς και τις προκλήσεις εις βάρος της Ελλάδας σε όλα τα μέτωπα.
- Από τον Σάββα Καλεντερίδη
Μεταφράσαμε μια ανάλυση του Zülfikar Dogan, η οποία δημοσιεύτηκε στο ahvalnews, και την παραθέτουμε, για να δώσουμε μια κατά το δυνατόν αντικειμενική εικόνα της οικονομίας της Τουρκίας, από την κατάσταση της οποίας εκτιμούμε ότι θα εξαρτηθούν πολλά:
Πού θα βρει η Τουρκία το συνάλλαγμα που χρειάζεται;
Η Τουρκία εξασφαλίζει ξένο συνάλλαγμα κυρίως από τέσσερις κλάδους: Αυτοί είναι οι εξαγωγές, ο τουρισμός, οι διεθνείς υπηρεσίες μεταφορών TIR και οι διεθνείς συμβάσεις του κατασκευαστικού τομέα.
Τα έσοδα σε ξένο νόμισμα από αυτούς τους τέσσερις κλάδους το 2019 ήταν:
Εξαγωγές 171 δισεκατομμύρια 579 εκατομμύρια δολάρια.
Τουρισμός 34 δισεκατομμύρια 520 εκατομμύρια δολάρια
Διεθνείς συμβάσεις του κατασκευαστικού τομέα 18 δισ. δολάρια.
Διεθνείς υπηρεσίες logistics και οδικών μεταφορών TIR 25 δισ. δολάρια.
Ήτοι συνολικά 250,1 δισ. δολάρια.
Την ίδια χρονιά, παρά την πτώση 9% των εισαγωγών, το ξένο νόμισμα που καταβλήθηκε για εισαγωγές έφτασε τα 202 δισεκατομμύρια 704 εκατομμύρια δολάρια. Αυτό σημαίνει ότι για την αντιμετώπιση των εισαγωγών της Τουρκίας διατίθεται το 85% των συνολικών εσόδων σε ξένο συνάλλαγμα. Οι λοιπές ανάγκες της τουρκικής οικονομίας σε συνάλλαγμα ικανοποιούνται με τον δανεισμό ξένου νομίσματος μέσω διαφορετικών μεθόδων. Σε αυτά περιλαμβάνονται άμεσα ξένα κεφάλαια και βραχυπρόθεσμες εισροές ζεστού χρήματος, επενδύσεις σε τίτλους σε ξένο νόμισμα, έκδοση ομολόγων του Δημοσίου σε διεθνείς αγορές ή άμεσος ξένος δανεισμός, δάνεια τραπεζών του ιδιωτικού τομέα από ξένες αγορές.
Ωστόσο, με την απειλή του κορωνοϊού, το παγκόσμιο εμπόριο έχει συρρικνωθεί και τα σύνορα έχουν κλείσει. Οι αεροπορικές πτήσεις ακυρώθηκαν. Τουριστικά ταξίδια και κρατήσεις σταμάτησαν. Η ευρωπαϊκή αγορά, που κατέχει το μεγαλύτερο μερίδιο εξαγωγών και διεθνών μεταφορών της Τουρκίας καθώς και στον τομέα του τουρισμού, είναι κλειστή. Οι εξαγωγές, οι οποίες μειώθηκαν κατά 18% τον Μάρτιο, αναμένεται να μειωθούν έως και 80% τον Απρίλιο και τον Μάιο, ειδικά στους βασικούς τομείς, όπως αυτοί της αυτοκινητοβιομηχανίας, των ετοίμων ενδυμάτων και των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων.
Ενώ η κυβέρνηση αναζητεί νέους τρόπους για να αποτρέψει την αιμορραγία και τις απώλειες σε ξένο νόμισμα, ο Οργανισμός Εποπτείας Τραπεζικών Κανονισμών (BDDK) για πέμπτη φορά στον ενάμιση χρόνο μετά την κρίση του πάστορα Brunson κατέφυγε στη λύση των swaps, γεγονός που προκάλεσε συζητήσεις σχετικά με τη διεθνή μετατρεψιμότητα της τουρκικής λίρας.
Ο BDDK, προκειμένου να αποτρέψει να υποστεί σοβαρότερες απώλειες η τουρκική λίρα, μείωσε τον όγκο των συναλλαγών swap των τραπεζών στις αγορές του Λονδίνου από 10 σε 1 τοις εκατό. Αυτή η απόφαση σημαίνει ότι οι συναλλαγές συναλλάγματος TL / ξένου νομίσματος στην πράξη έχουν σταματήσει.
Παρά την κίνηση αυτή, η πτώση της λίρας και η άνοδος των συναλλαγματικών ισοτιμιών συνεχίζονται. Η ισοτιμία δολαρίου / TL έχει φτάσει σε 6,90 TL. Από την άλλη πλευρά, ενώ συνεχίζεται με αυξητικούς ρυθμούς η κατάρρευση των συναλλαγματικών αποθεμάτων και των αποθεμάτων χρυσού της Κεντρικής Τράπεζας (MB), τα δεδομένα της εβδομάδας της 3ης Απριλίου 2020 δείχνουν ότι η επιδείνωση τις ισοτιμίας της λίρας έναντι του ξένου νομίσματος έχει επιταχυνθεί.
Τα ακαθάριστα συναλλαγματικά αποθεματικά της MB, τα οποία ήταν 64 δισεκατομμύρια 81 εκατομμύρια δολάρια την εβδομάδα της 27ης Μαρτίου, μειώθηκαν κατά 5 δισεκατομμύρια 833 εκατομμύρια δολάρια την εβδομάδα και έφτασαν τα 58 δισεκατομμύρια 248 εκατομμύρια δολάρια την εβδομάδα της 3ης Απριλίου.
Τα αποθέματα χρυσού της MB μειώθηκαν επίσης κατά 19 εκατομμύρια δολάρια και από 31 δισεκατομμύρια 325 εκατομμύρια έπεσαν στα 31 δισεκατομμύρια 306 εκατομμύρια δολάρια. Το σύνολο των αποθεμάτων χρυσού και συναλλάγματος της ΜΒ μειώθηκε από 95 δισεκατομμύρια 406 εκατομμύρια δολάρια σε 89 δισεκατομμύρια 554 εκατομμύρια δολάρια. Δεδομένων των αποθεμάτων χρυσού και ξένου νομίσματος που έχουν το υπουργείο Οικονομικών και οι τράπεζες στην Κεντρική Τράπεζα (MB), τα καθαρά αποθεματικά της χώρας πέφτουν κάτω από τα 30 δισεκατομμύρια δολάρια. Με δεδομένες τις επείγουσες ανάγκες σε συνάλλαγμα για τις απαραίτητες εισαγωγές της Τουρκίας, είναι φανερό ότι στο άμεσο μέλλον η Τουρκία θα αντιμετωπίσει σοβαρό συναλλαγματικό πρόβλημα.
Τα αποθεματικά της MB στο τέλος του 2019 ήταν 106 δισεκατομμύρια 319 εκατομμύρια δολάρια και μειώθηκαν κατά 16 δισεκατομμύρια 765 εκατομμύρια δολάρια σε τρεις μήνες. H φυγή ξένων επενδυτών από την Τουρκία συνεχίζεται από τα Χριστούγεννα. Οι αλλοδαποί πούλησαν μετοχές καθαρής αξίας 523 εκατομμυρίων δολαρίων την εβδομάδα της 3ης Απριλίου. Από τον Ιανουάριο το σύνολο των πωλήσεων μετοχών των ξένων επενδυτών πλησίασε τα 7 δισεκατομμύρια δολάρια. Αυτή η φυγή που έγινε αυτούς τους τρεις μήνες είναι μεγαλύτερη από δύο έως τρεις φορές από το συνολικό ετήσιο αποτέλεσμα όλων των προηγούμενων ετών εκτός από το 2015.
Οι απώλειες σε αποθεματικά της ΜΒ και καταθέσεις σε συνάλλαγμα, οι εκροές ξένου κεφαλαίου και οι ζημίες σε περιουσιακά στοιχεία συναλλάγματος έχουν υπερβεί τα 30 δισεκατομμύρια δολάρια σε τρεις μήνες. Η τάση του ενεργητικού σε συνάλλαγμα δεν είναι βιώσιμη. Είναι επείγον να ληφθούν μέτρα για να σταματήσει η αιμορραγία, να αυξηθούν οι εισροές σε ξένο νόμισμα και να ενισχυθούν τα αποθέματα.
Σε αυτό το σημείο, μια από τις σημαντικότερες επιλογές της Τουρκίας είναι η προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) ή η προσφυγή στις ΗΠΑ, για να δεχτεί η Federal Reserve την ανταλλαγή-swap της τουρκικής λίρας με δολάρια ΗΠΑ.
Η αίτηση που υποβλήθηκε στη FED τον περασμένο μήνα δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα. Η FED δεν έχει συμπεριλάβει στην Τουρκία τη γραμμή ανταλλαγής νομισμάτων, όπως έκανε για άλλες 20 χώρες. Επιπλέον, η Τουρκία δεν μπορεί να επωφεληθεί από τη ρευστότητα που προσφέρει η FED στις Κεντρικές Τράπεζες, μέσω αμερικανικών κρατικών ομολόγων. Ενώ το ποσό των αμερικανικών κρατικών ομολόγων που κατείχε η MB ήταν περίπου 80 δισεκατομμύρια δολάρια πριν από δύο χρόνια, μετά την κρίση του πάστορα Brunson, την ένταση με τους S-400, την υπόθεση Halkbank και την επιχείρηση «Πηγή Ειρήνης» που έκανε η Τουρκία στη Β. Συρία, έχουν πέσει στα 2,8 δισ. δολάρια.
Ο μηχανισμός ρευστότητας ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων που ξεκίνησε από το ΔΝΤ είναι επίσης ανοιχτός στις κεντρικές τράπεζες χωρών που δεν κατέχουν αμερικανικά ομόλογα. Όμως, ο πρόεδρος Ερντογάν συχνά πυκνά επαναλαμβάνει ότι «η Τουρκία έκλεισε το βιβλίο που λέγεται ΔΝΤ και αντί να ζητήσει, είναι σε θέση να δώσει πιστώσεις στο ΔΝΤ». Ο Ερντογάν, για άλλη μια φορά, απέρριψε την επιλογή του ΔΝΤ στην «έκκληση στο έθνος» που έκανε στις 13 Απριλίου.
Ωστόσο, οι επείγουσες ανάγκες εξωτερικής χρηματοδότησης και η αβεβαιότητα για το πού θα βρει η Τουρκία το ξένο νόμισμα που χρειάζεται μεγαλώνουν και μαζί τους βαθαίνουν οι ανησυχίες, επιταχύνοντας την άνοδο της συναλλαγματικής ισοτιμίας.
Σε μια περίοδο που ο βαθμός κινδύνου έχει ξεπεράσει το 500 και οι διεθνείς αγορές έχουν τις επιφυλάξεις τους έναντι της Τουρκίας, αν καταφύγει σε εξωτερικό δανεισμό, θα υποχρεωθεί να πληρώσει υψηλότερο τόκο, από πέρυσι, που το υπουργείο Οικονομικών δανείστηκε με επιτόκιο 7%. Αν όμως προσφύγει στο ΔΝΤ, εκεί το επιτόκιο είναι μόλις 1%.
Προφανώς, η κυβέρνηση δεν θέλει να δεσμευτεί από τις διαρθρωτικές αλλαγές που θα τεθούν ως προϋπόθεση, σε περίπτωση που υπογράψει συμφωνία stand-by με το ΔΝΤ. Από την άλλη πλευρά, δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι οι κυρώσεις που έχει εγκρίνει το αμερικανικό Κογκρέσο εναντίον της Τουρκίας, σε περίπτωση που δεν εγκαταλείψει τους S-400, προβλέπουν την παρεμπόδιση χρηματοδότησης της Τουρκίας από διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Αυτό σημαίνει ότι το Δ.Σ. του ΔΝΤ μπορεί να απορρίψει σχετικό αίτημα της Τουρκίας.
Σε μια τέτοια περίπτωση, η κυβέρνηση, δίπλα στην πολιτική ζημία που θα υποστεί στο εσωτερικό και το εξωτερικό, θα κληθεί να αντιμετωπίσει και την καταρράκωση της φήμης της στις διεθνείς αγορές. Για τον λόγο αυτό, η κυβέρνηση, η οποία έχει αποκλείσει την επιλογή του ΔΝΤ, έχει να αντιμετωπίσει ένα τεράστιο πρόβλημα όσον αφορά την εξεύρεση συναλλάγματος στις διεθνείς αγορές. Λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους που πρέπει να αποπληρωθεί το 2020, η εικόνα γίνεται ακόμη πιο ζοφερή.