Τα περιοριστικά μέτρα της κυβέρνησης που αφορούν την απαγόρευση κυκλοφορίας των πολιτών χωρίς μάσκα ή χωρίς να ισχύουν ένας από τους έξι λόγους για τους οποίους επιτρέπεται η μετακίνηση, συνεχίζονται για τρίτο κατά σειρά μήνα.
Όμως κάποιοι πολίτες κατάφεραν να αθωωθούν, αν και συνελήφθησαν για παραβίαση της ισχύουσας Κοινής Υπουργικής Απόφασης.
Πρόκειται για τρεις Έλληνες ηλικίας 43, 46 και 49 ετών που δεν τήρησαν τα μέτρα στις 5 Ιανουαρίου και συνελήφθησαν από αστυνομικούς στην Καλλιθέα για μη τήρηση των περιορισμών.
Οι τρεις συλληφθέντες οδηγήθηκαν και δικάστηκαν στο Αυτόφωρο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών για το αδίκημα της «παραβίασης μέτρων για την πρόληψη ασθενειών εκ της οποίας μπορούσε να προκύψει κίνδυνος μετάδοσης της ασθένειας σε αόριστο αριθμό ανθρώπων».
Ειδικότερα, παραπέμφθηκαν σε δίκη για παράβαση της ΚΥΑ με ΦΕΚ Β 1/2-1-2021 η οποία ίσχυε από 3 έως 11 Ιανουαρίου.
Το δικαστήριο αθώωσε τους τρεις κατηγορούμενους κατά πλειοψηφία, κρίνοντας πως από τη μη τήρηση των περιοριστικών μέτρων δεν προέκυψε κίνδυνος μετάδοσης του κορωνοϊού.
Ένας από τους τρεις πρωτοδίκες μειοψήφησε, έχοντας την άποψη πως πρέπει να καταδικαστούν. Η αθώωση των τριών κατηγορουμένων δίνει νέα ώθηση στους αρνητές τήρησης των περιοριστικών μέτρων.
Η αθωωτική απόφαση έκανε το γύρο του διαδικτύου μέσω του twitter, ενώ με ενδιαφέρον αναμένεται το σκεπτικό της αθωωτικής απόφασης.
Στο …μικροσκόπιο του ΣτΕ τα περιοριστικά μέτρα
Στο μεταξύ δικηγόρος της Θεσσαλονίκης προσέφυγε σε βάρος του Δημοσίου με αφορμή την από 7-1-2021 Κοινή Υπουργική Απόφαση με την οποία αυξήθηκε ο κατ’ οίκον περιορισμός για όσους εισέρχονται στη χώρα από το εξωτερικό, από τις 3 ημέρες που προβλεπόταν μέχρι τότε, στις 7 ημέρες.
Στην αίτηση ακύρωσης της ΚΥΑ ο δικηγόρος υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση παραβιάζει θεμελιώδεις συνταγματικές αρχές του κράτους δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης των πολιτών προς το κράτος, καθώς και την ελεύθερη ανάπτυξης της προσωπικότητας που προστατεύεται από το άρθρο 5 του Συντάγματος.
Η πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας Μαίρη Σάρπ εισήγαγε την υπόθεση προκειμένου να συζητηθεί στις 5 Φεβρουαρίου από την Ολομέλεια του ανωτάτου ακυρωτικού δικαστηρίου της χώρας.