Σε… αναμμένα κάρβουνα ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων μετά τις ανακοινώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη από τη ΔΕΘ, όπου, μεταξύ άλλων, έκανε λόγο για αύξηση του φόρου διαμονής στα καταλύματα.
Η εν λόγω αύξηση αφορά ποσοστά της τάξεως 150% – 200%, με τον ΣΕΤΕ να αντιδρά στην συγκεκριμένη ανακοίνωση του πρωθυπουργού, καθώς αυτή έγινε χωρίς προηγούμενη διαβούλευση. Την αντίδραση του στην εξαγγελθείσα αύξηση στο φόρο διαμονής με τέλος αντιμετώπισης των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής στα καταλύματα της χώρας, εκφράζει ο πρόεδρος του Δ.Σ. του Συνδέσμου, Γιάννης Ν. Παράσχης, σε επιστολή του προς την ηγεσία του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, όπου, μεταξύ άλλων, αναφέρει πως η εξαγγελθείσα αύξηση προκαλεί έντονο προβληματισμό, καθώς λειτουργεί ανασταλτικά ως προς την ανταγωνιστικότητα του ευρύτερου ελληνικού τουριστικού προϊόντος.
Όπως υποστηρίζει, η χρηματοδότηση του Ταμείου Φυσικών Καταστροφών δεν μπορεί να είναι ευθύνη μόνο ενός κλάδου της ελληνικής οικονομίας. Υπενθυμίζεται ότι ο φόρος διαμονής αποτελεί ένα εισπρακτικό μέτρο που επιβίωσε της εποχής των μνημονίων και για το οποίο ο ΣΕΤΕ έχει εκφράσει επανειλημμένα το αίτημα για κατάργησή του, ή/και την αναπροσαρμογή του με τρόπο ανταποδοτικό.
Σε κάθε περίπτωση, ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων ζητά από την Πολιτεία να υπάρξει άμεση διαβούλευση με τους φορείς του κλάδου του τουρισμού, ώστε από κοινού να αντιμετωπίζονται οι προκλήσεις, με τον πιο επωφελή τρόπο για το σύνολο της κοινωνίας και πάντα με γνώμονα τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο κος Παράσχης χαρακτηρίζει θετικές τις ρυθμίσεις για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις.
Ολόκληρη η επιστολή του προέδρου του Δ.Σ. του ΣΕΤΕ έχει ως εξής:
«Κύριοι Υπουργοί,
Ο ΣΕΤΕ, καθώς και τα μέλη του, διαχρονικά στέκεται στο πλευρό της κοινωνίας, της επιχειρηματικότητας και της Πολιτείας, με αίσθημα ευθύνης και προσανατολισμό σε βιώσιμες και αμοιβαία αποδοτικές δράσεις.
Στο πλαίσιο αυτό, αποτιμούμε θετικά τις εξαγγελίες της Κυβέρνησης για το πλαίσιο της βραχυχρόνιας μίσθωσης. Πρόκειται για ένα διαχρονικό ζητούμενο για τον τομέα, για το οποίο έχει κατατεθεί σειρά προτάσεων, προκειμένου η οικονομία της φιλοξενίας στη χώρα να λειτουργεί με ίσους όρους ανταγωνισμού και να διασφαλίζει σημαντικά έσοδα για το κράτος και τις σωστές προϋποθέσεις για ποιοτικές υπηρεσίες για τον επισκέπτη. Αναμένουμε την περαιτέρω εξειδίκευση των ρυθμίσεων για να τοποθετηθούμε εποικοδομητικά.
Ταυτόχρονα όμως, η εξαγγελθείσα αύξηση στον φόρο διαμονής με τέλος αντιμετώπισης των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής στα καταλύματα, σε ποσοστά μάλιστα της τάξεως 150 – 200%, χωρίς προηγούμενη διαβούλευση, προκαλεί προβληματισμό, καθώς λειτουργεί ανασταλτικά ως προς την ανταγωνιστικότητα του ευρύτερου ελληνικού τουριστικού προϊόντος.
Αναγνωρίζουμε και σεβόμαστε την ανάγκη για την αποκατάσταση των ζημιών από τις φυσικές καταστροφές που έπληξαν τη χώρα. Η χρηματοδότηση του Ταμείου Φυσικών Καταστροφών δεν μπορεί όμως να είναι ευθύνη μόνο ενός κλάδου της ελληνικής οικονομίας.
Υπενθυμίζεται ότι ο φόρος διαμονής αποτελεί ένα εισπρακτικό μέτρο που επιβίωσε της εποχής των μνημονίων και για το οποίο ο ΣΕΤΕ έχει εκφράσει επανειλημμένα το αίτημα για κατάργησή του, ή/και την αναπροσαρμογή του με τρόπο ανταποδοτικό.
Ο ΣΕΤΕ, με την Εθνική Στρατηγική για τον Τουρισμό 2030 Ι Σχέδια Δράσης, έχει επισημάνει την ανάγκη για χωρική και χρονική επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και ισόρροπη ανάπτυξη προορισμών, και έχει προτείνει ευρύ πλέγμα δράσεων προς την κατεύθυνση αυτή. Η προσαύξηση στον φόρο διαμονής με την επιβάρυνση του εν λόγω τέλους, δεν λαμβάνει υπ’ όψη τα πραγματικά επίπεδα τιμών των καταλυμάτων, αλλά και τις εποχικές και γεωγραφικές διακυμάνσεις, υπονομεύοντας τους στόχους αυτής της Εθνικής Στρατηγικής.
Σήμερα, έχουμε την ευκαιρία να αντιμετωπίσουμε τις νέες προκλήσεις με μακροπρόθεσμη στρατηγική και στοχευμένα μέτρα τα οποία πρέπει να προκύπτουν από διαβούλευση και τα οφέλη των οποίων πρέπει να διοχετεύονται στις τοπικές κοινωνίες και τα απαραίτητα έργα υποδομών και θωράκισης έναντι φυσικών καταστροφών.
Στο πλαίσιο αυτό, ζητούμε από την Πολιτεία να υπάρξει άμεση διαβούλευση με τους φορείς του κλάδου του τουρισμού, ώστε από κοινού να αντιμετωπίζονται οι προκλήσεις, με τον πιο επωφελή τρόπο για το σύνολο της κοινωνίας και πάντα με γνώμονα τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Με εκτίμηση,
Γιάννης Ν. Παράσχης
Πρόεδρος ΔΣ»