Το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ έδωσε το «πράσινο φως» για μια σύμβαση ύψους 17,2 εκατομμυρίων δολαρίων με την Lockheed Martin για την παροχή κρίσιμης μηχανικής και τεχνικής υποστήριξης για την είσοδο της Ελλάδας στο πρόγραμμα Joint Strike Fighter F-35, σηματοδοτώντας ένα σημαντικό βήμα στην ενίσχυση της νοτιοανατολικής πλευράς του ΝΑΤΟ.
Αυτή η συμφωνία πωλήσεων ξένων στρατιωτικών προϊόντων (FMS) αποτελεί ένα κρίσιμο βήμα προς τα εμπρός στη στρατηγική αμυντική συνεργασία μεταξύ Ελλάδας και Ηνωμένων Πολιτειών, καθώς και ένα σημαντικό ορόσημο στην πορεία εκσυγχρονισμού της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας.
Ένα «αλλά»
Ωστόσο, ο μη ανταγωνιστικός χαρακτήρας της σύμβασης έχει προκαλέσει αντιδράσεις. Αναθέτοντας τη συμφωνία απευθείας στην Lockheed Martin, η κυβέρνηση των ΗΠΑ παρέκαμψε μια διαδικασία υποβολής προσφορών, μια απόφαση που πιθανότατα καθοδηγήθηκε από την ανάγκη για ταχύτητα και την μεγάλη εμπειρία της εταιρείας στο πρόγραμμα F-35.
Η συμπερίληψη «μη επαναλαμβανόμενων μοναδικών απαιτήσεων» υποδηλώνει προσαρμοσμένες τροποποιήσεις ή εξοπλισμό για την κάλυψη των συγκεκριμένων επιχειρησιακών αναγκών της Ελλάδας, αν και οι λεπτομέρειες παραμένουν περιορισμένες.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του αμερικανικού Υπουργείου Άμυνας, η σύμβαση είναι μια συμφωνία κόστους συν σταθερή αμοιβή και σταθερής τιμής, που εξισορροπεί την ευελιξία για απρόβλεπτες προκλήσεις με τη βεβαιότητα κόστους για καθορισμένες εργασίες.
Το πεδίο εφαρμογής περιλαμβάνει μηχανική υποστήριξη για την ενσωμάτωση των F-35 στην υπάρχουσα ελληνική στρατιωτική υποδομή, μια σύνθετη διαδικασία που περιλαμβάνει την προσαρμογή των εγκαταστάσεων συντήρησης, την εκπαίδευση πιλότων και τη διασφάλιση της συμβατότητας με τα συστήματα του ΝΑΤΟ.
Οι υπηρεσίες διαχείρισης προγράμματος θα βοηθήσουν στον συντονισμό αυτών των προσπαθειών, ενώ εξειδικευμένα προγράμματα εκπαίδευσης θα προετοιμάσουν το προσωπικό για τη λειτουργία και τη συντήρηση του εξελιγμένου αεροσκάφους.
Οι εργασίες θα εκτελεστούν σε πολλαπλές βασικές τοποθεσίες των ΗΠΑ και συμμαχικών δυνάμεων, όπως το Φορτ Γουόρθ του Τέξας (60%), το Ορλάντο της Φλόριντα (18%), το Γκρίνβιλ της Νότιας Καρολίνας (11%), το Ελ Σεγκούντο της Καλιφόρνια (5%), το Λάνκασαϊρ στο Ηνωμένο Βασίλειο (4%) και η Βαλτιμόρη του Μέριλαντ (2%).
Η αναμενόμενη ημερομηνία ολοκλήρωσης είναι ο Μάιος του 2028, με το πλήρες συμβατικό ποσό να έχει δεσμευτεί κατά τη στιγμή της ανάθεσης.
Από το 2028 και… βλέπουμε
Αυτή η πρωτοβουλία υποστήριξης αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης συνεργασίας FMS και εκδόθηκε μέσω της Διοίκησης Αεροπορικών Συστημάτων Ναυτικού, στο Πατουξέντ Ρίβερ του Μέριλαντ.
Αυτή η σύμβαση υποστήριξης βασίζεται στην προηγούμενη συμφωνία της Ελλάδας που υπογράφηκε τον Ιούλιο του 2024, στην οποία η χώρα δεσμεύτηκε να αγοράσει 20 αεροσκάφη F-35A Lightning II μέσω Επιστολής Προσφοράς και Αποδοχής (LOA) με την κυβέρνηση των ΗΠΑ.
Η αρχική προμήθεια αποτιμάται σε περίπου 3,47 δισεκατομμύρια ευρώ και περιλαμβάνει προαίρεση για 20 ακόμη μαχητικά. Ωστόσο, μέχρι και σήμερα, η Ελλάδα δεν έχει παραλάβει ακόμα κανένα F-35.
Σύμφωνα με τα επίσημα χρονοδιαγράμματα, οι παραδόσεις θα ξεκινήσουν το 2028, με τα πρώτα τέσσερα αεροσκάφη να παραμένουν στις Ηνωμένες Πολιτείες μέχρι το 2030 για την υποστήριξη της εκπαίδευσης πιλότων και τεχνικών. Τα υπόλοιπα 16 αεροσκάφη θα παραδοθούν σταδιακά έως το 2033.
Προετοιμάζοντας αυτές τις αφίξεις, η Ελλάδα αναβαθμίζει τις στρατιωτικές υποδομές, ιδίως την 117 Πτέρυγα Μάχης στην Ανδραβίδα, η οποία έχει οριστεί να φιλοξενήσει τον στόλο των F-35. Αυτές οι αναβαθμίσεις περιλαμβάνουν βελτιωμένη περιμετρική ασφάλεια, συστήματα φωτισμού και ένα σύγχρονο Σύστημα Προσγείωσης με Όργανα (ILS).
Επιπλέον, η Lockheed Martin ανακοίνωσε ότι τα πρώτα οκτώ F-35 που προορίζονται για την Ελλάδα θα παραχθούν στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ οι μεταγενέστερες μονάδες ενδέχεται να συναρμολογηθούν στις εγκαταστάσεις FACO (Τελική Συναρμολόγηση και Έλεγχος) στο Κάμερι της Ιταλίας.
«Αλλά»… Vol2
Η απόκτηση των F-35 αποτελεί κεντρικό στοιχείο του σχεδίου εκσυγχρονισμού της ελληνικής άμυνας, το οποίο δεσμεύει πάνω από 25 δισεκατομμύρια ευρώ σε στρατιωτικές επενδύσεις έως το 2036.
Το υψηλό κόστος του προγράμματος F-35, που εκτιμάται σε πάνω από 400 δισεκατομμύρια δολάρια για όλη τη διάρκεια ζωής του σε όλα τα κράτη-εταίρους, έχει προκαλέσει έντονο ενδιαφέρον, με τους επικριτές να επισημαίνουν τις προκλήσεις συντήρησης και τα προβλήματα λογισμικού που έχουν οδηγήσει σε πολλές πτώσεις τα αμερικανικά μαχητικά.
Για τη χώρα μας ειδικά, αυτό το κόστος όχι μόνο μπορεί να επιβαρύνει τον αμυντικό προϋπολογισμό, αλλά μπορεί να στερήσει πόρους από άλλους κρίσιμους τομείς.
Το υψηλό λειτουργικό κόστος των F-35, που εκτιμάται σε 36.000 δολάρια ανά ώρα πτήσης, θα μπορούσε να επιβαρύνει την ελληνική οικονομία, ιδίως εάν οι πιέσεις συνεχιστούν. Είναι κοινή παραδοχή ότι τα κεφάλαια αυτά θα μπορούσαν να δαπανηθούν καλύτερα σε κοινωνικές υπηρεσίες.
Όπως σχολιάζουν εξειδικευμένα σε θέματα άμυνας διεθνή site, «η συμφωνία υπογραμμίζει τη διαρκή σημασία των αμυντικών δεσμών ΗΠΑ-Ελλάδας, ακόμη και όταν εγείρει ερωτήματα σχετικά με το κόστος και τις εξαρτήσεις που συνεπάγεται. Καθώς το πρόγραμμα προχωρά, ο κόσμος θα παρακολουθεί για να δει εάν το F-35 θα εκπληρώσει την υπόσχεσή του – ή θα γίνει ένα δαπανηρό στοίχημα σε μια ολοένα και πιο απρόβλεπτη περιοχή».
I very delighted to find this internet site on bing, just what I was searching for as well saved to fav
Nice post. I learn something totally new and challenging on websites