Πιο σκληρή στάση απέναντι στη μετανάστευση αποφάσισε να υιοθετήσει ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος μόλις λίγες μέρες πριν την κοινοβουλευτική συζήτηση της 30ης Σεπτεμβρίου για το θέμα, δήλωσε χαρακτηριστικά: «Η Γαλλία δεν μπορεί να υποδεχθεί όλον τον κόσμο, αν θέλει να τον υποδέχεται καλά».
«Για να συνεχίσουμε να υποδεχόμαστε όλον τον κόσμο αξιοπρεπώς δεν θα πρέπει να είμαστε μια υπερβολικά ελκυστική χώρα», πρόσθεσε ο Μακρόν σε συνέντευξη που παραχώρησε σήμερα στον ραδιοσταθμό Europe 1 από τη Νέα Υόρκη.
«Θα ήταν σφάλμα να πούμε ότι η κατάσταση με τη μετανάστευση είναι ένα ζήτημα ταμπού ή ότι κατά κάποιον τρόπο μπορούμε να το θέσουμε μόνον όταν υπάρχουν κρίσεις», σημείωσε ο Μακρόν, διαβεβαιώνοντας ότι «η Γαλλία ήταν ανέκαθεν μια χώρα μετανάστευσης» και σημειώνοντας ότι θέλει να προσεγγίσει τη συζήτηση αυτή με «εξαιρετικά ήρεμο» τρόπο.
Ο ίδιος, μάλιστα, τόνισε πως η χώρα πρέπει να βγει από ορισμένες θέσεις στις οποίες έχει εγκλωβιστεί μεταξύ «ήσυχης συνείδησης» και «σκληρών λαθών».
Ο Μακρόν αναγνώρισε ότι υπάρχει πολύ μεγάλη αύξηση των αιτήσεων για παραχώρηση ασύλου, «λόγω ανεπαρκούς συνεργασίας στην Ευρώπη και «αποτυχίας» των επαναπροωθήσεων στα σύνορα».
Για του λόγου το αληθές, η Γαλλία κατέγραψε πέρυσι αύξηση της τάξεως του 23% στους αιτούντες άσυλο, έχοντας κυρίως αλβανικούς και γεωργιανούς φακέλους, τους οποίους οι αρχές κρίνουν σε μεγάλο βαθμό ότι δεν αιτιολογούνται.
Ο Μακρόν επί της ουσίας δεν θέλει να επιτρέψει στη γαλλική ακροδεξιά να καπηλευτεί το ζήτημα της μετανάστευσης, ενώ φοβάται ότι θα χάσει και την υποστήριξη των λαϊκών στρωμάτων, εάν δεν κάνει κάτι γι’ αυτό.
Ούτως ή άλλως, οι μεγαλύτερες αντιδράσεις προέρχονται από τη λεγόμενη λαϊκή τάξη, που βλέπει τα μεροκάματα να πέφτουν κατακόρυφα και τη μαύρη εργασία να παίρνει τη θέση της νόμιμης.
Ως εκ τούτου, το 88% των εργατών και το 64% των υπαλλήλων δηλώνουν ότι «υπάρχουν υπερβολικά πολλοί ξένοι στη Γαλλία», έναντι μόνον ενός ποσοστού 41% των στελεχών, σύμφωνα με το ετήσιο βαρόμετρο Ipsos/Sopra Steria. Συνολικά επίσης το 64% των Γάλλων έχει την εντύπωση ότι «δεν αισθάνεται πλέον ότι βρίσκεται στο σπίτι του όπως παλιά» στη Γαλλία.