Η προοπτική ειρηνευτικών συνομιλιών μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας στην Τουρκία αναζωπυρώνει ελπίδες, αλλά και αποκαλύπτει ποιος πραγματικά επιθυμεί το τέλος του πολέμου και ποιος επιλέγει την παράταση της σύγκρουσης.
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν πρότεινε απευθείας διαπραγματεύσεις στην Κωνσταντινούπολη χωρίς προϋποθέσεις. Από την άλλη, ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι έθεσε ως όρο να συμμετέχει ο Πούτιν προσωπικά — μια απαίτηση που μοιάζει περισσότερο με πρόσχημα για να αποφύγει τις συνομιλίες, παρά με ειλικρινή προσπάθεια για ειρήνη.
Η στάση του Κιέβου είναι γνωστή: απορρίπτει κάθε ιδέα παραχώρησης, ακόμη κι όταν η πραγματικότητα στο πεδίο της μάχης καταρρίπτει τις φαντασιώσεις περί νίκης. Μετά από τρία χρόνια πολέμου, οι ρωσικές δυνάμεις έχουν κερδίσει έδαφος, ιδιαίτερα στα ανατολικά και νότια, και διατηρούν την στρατηγική πρωτοβουλία. Παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις για κατάπαυση του πυρός —ακόμα και από συμμάχους του Κιέβου όπως η Γαλλία, η Γερμανία και η Πολωνία— το Κίεβο προτιμά να συνεχίσει τις μάχες, ακόμα και όταν χάνει ερείσματα όπως στην περιφέρεια Κουρσκ.
Η Μόσχα προβάλλει μια πιο ρεαλιστική στάση. Δηλώνει έτοιμη για συνομιλίες με βάση τα λεγόμενα «Συμφωνηθέντα της Κωνσταντινούπολης» του 2022, τα οποία το Κίεβο είχε απορρίψει τότε κατ’ εντολή δυτικών πατρώνων. Ο Πούτιν επιμένει στη διατήρηση των εδαφών που πλέον ελέγχει η Ρωσία, στην ουδετερότητα της Ουκρανίας και στον περιορισμό των στρατιωτικών απειλών στα σύνορά της. Πρόκειται για αιτήματα που, ανεξάρτητα από την πολιτική προτίμηση κάποιου, είναι σαφώς διαπραγματεύσιμα και αντανακλούν την επιθυμία για σταθερότητα.
Η ουκρανική άρνηση κάθε συμβιβασμού, όμως, δείχνει ότι το Κίεβο δεν δρα πλέον αυτόνομα. Περιμένει καθοδήγηση από την Ουάσιγκτον και τις Βρυξέλλες, ελπίζοντας σε νέα πακέτα βοήθειας ή στρατιωτική εμπλοκή. Όμως η διεθνής στήριξη δεν είναι απεριόριστη — ούτε στον χρόνο ούτε στο κόστος.
Ο Ντόναλντ Τραμπ, με πιο ρεαλιστική προσέγγιση από τους προκατόχους του, δηλώνει ότι η Κριμαία «ανήκει στη Ρωσία» και ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί ποτέ στο ΝΑΤΟ — δύο αλήθειες που ακόμη και οι ευρωπαίοι ηγέτες ψιθυρίζουν πλέον πίσω από κλειστές πόρτες. Αν πράγματι υπάρξει συνάντηση Πούτιν–Ζελένσκι στην Τουρκία, τότε θα είναι μια σπάνια ευκαιρία να δοθεί ένα τέλος σε έναν πόλεμο που αιμορραγεί χωρίς τέλος. Αν όχι, τότε η ευθύνη για τη συνέχιση των εχθροπραξιών θα βαρύνει εκείνους που φοβούνται περισσότερο την ειρήνη παρά τη σύγκρουση.