Η «κρίση σοκολάτας» στην Ευρώπη παύει να είναι μελλοντικό ενδεχόμενο και μετατρέπεται σε απτή πραγματικότητα. Σύμφωνα με νέα έκθεση της βρετανικής συμβουλευτικής εταιρείας Foresight Transitions, η κλιματική αλλαγή και η απώλεια της άγριας ζωής υπονομεύουν σοβαρά την παραγωγή και τη σταθερότητα στην προμήθεια βασικών τροφίμων -με το κακάο να βρίσκεται στην κορυφή της λίστας.
Η ανάλυση παρουσιάζει ανησυχητικά δεδομένα: περισσότερα από τα δύο τρίτα του κακάο, του καφέ, της σόγιας, του ρυζιού, του σιταριού και του καλαμποκιού που εισήγαγε η ΕΕ το 2023 προέρχονται από χώρες ευάλωτες σε περιβαλλοντικούς κινδύνους, οι οποίες δεν είναι κατάλληλα προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης.
Το κακάο, βασικό προϊόν για τη βιομηχανία σοκολάτας που η Ευρώπη δεν μπορεί να καλλιεργήσει εντός των συνόρων της, αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση. Η έκθεση αποκαλύπτει ότι το 96,5% του κακάο που εισήχθη στην ΕΕ προέρχεται από χώρες με χαμηλή ή μέτρια κλιματική ετοιμότητα, ενώ το 77% προέρχεται από περιοχές με μειωμένη βιοποικιλότητα.
Ιδιαίτερα οι χώρες της Δυτικής Αφρικής –όπως η Ακτή Ελεφαντοστού και η Γκάνα– οι οποίες αποτελούν τους μεγαλύτερους προμηθευτές κακάο στον κόσμο, αντιμετωπίζουν ήδη σοβαρές πιέσεις από ακραία καιρικά φαινόμενα, αποψίλωση των δασών και εξασθένιση των τοπικών οικοσυστημάτων. Αυτές οι πολλαπλές πιέσεις μειώνουν τη σταθερότητα και τη διαθεσιμότητα της σοκολάτας, οδηγώντας σε αύξηση των τιμών και αβεβαιότητα στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Επισιτιστική ασφάλεια και εξάρτηση της ΕΕ
Η έρευνα βασίστηκε σε εμπορικά στοιχεία της Eurostat, τα οποία συνδυάστηκαν με δύο διεθνείς δείκτες περιβαλλοντικής ασφάλειας: τον Δείκτη Παγκόσμιας Προσαρμογής του Notre Dame για την κλιματική ετοιμότητα, και τη βαθμολόγηση της βιοποικιλότητας από το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Ηνωμένου Βασιλείου.
Η εικόνα είναι ξεκάθαρη: η πλειονότητα των τροφίμων που καταναλώνει η ΕΕ προέρχεται από περιοχές με ελλιπή υποδομή και ευάλωτα φυσικά οικοσυστήματα. Για παράδειγμα:
- Το 90% του καλαμποκιού εισήχθη από χώρες με χαμηλή-μέτρια κλιματική ετοιμότητα.
- Το 67% προήλθε από περιοχές με χαμηλότερη ακεραιότητα βιοποικιλότητας.
Τα δύο τρίτα των εισαγωγών σιταριού και κακάο προέρχονται από χώρες που απειλούνται περιβαλλοντικά.
«Δεν είναι αφηρημένοι κίνδυνοι»
«Δεν πρόκειται για απλές αφηρημένες απειλές», προειδοποιεί η επικεφαλής συγγραφέας της έκθεσης, Camilla Hyslop και συνεχίζει: «Ήδη εκδηλώνονται με τρόπους που επηρεάζουν αρνητικά τις επιχειρήσεις και τις θέσεις εργασίας, καθώς και τη διαθεσιμότητα και την τιμή των τροφίμων για τους καταναλωτές – και η κατάσταση επιδεινώνεται».
Η τιμή της ζάχαρης, για παράδειγμα, έχει ήδη αυξηθεί αισθητά, λόγω των ακραίων καιρικών συνθηκών που επηρεάζουν τις καλλιέργειες. Το κακάο βρίσκεται σε αντίστοιχη πορεία. Η συρρίκνωση της αγροτικής παραγωγής σε συνδυασμό με την ανεπαρκή προσαρμοστική ικανότητα των χωρών παραγωγής αυξάνουν τον κίνδυνο για διαταραχές στην προσφορά τροφίμων.
Αναγκαίες οι επενδύσεις – Έκκληση στους βιομηχανικούς κολοσσούς
Η έκθεση, που συντάχθηκε κατόπιν εντολής του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για το Κλίμα, τονίζει την ανάγκη για επενδύσεις στην ανθεκτικότητα των τροφικών συστημάτων. Καλεί τις μεγάλες εταιρείες της βιομηχανίας σοκολάτας να αναλάβουν πρωτοβουλίες για την προστασία της βιοποικιλότητας και την ενίσχυση της κλιματικής προσαρμογής στις χώρες προέλευσης του κακάο.
Χωρίς συντονισμένη δράση και μετάβαση σε πιο βιώσιμα μοντέλα παραγωγής, η Ευρώπη ενδέχεται να βρεθεί αντιμέτωπη με μια πρωτοφανή επισιτιστική αστάθεια, με αντίκτυπο όχι μόνο στα αγαθά πολυτελείας, αλλά και στα βασικά τρόφιμα που εξαρτώνται από εισαγωγές.
«Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αρέσκονται να θεωρούν την ΕΕ ως επισιτιστικά ασφαλή»
«Δεν πρόκειται για πράξη αλτρουισμού ή βιώσιμης χρηματοδότησης [ESG], αλλά μάλλον για μια ζωτική σημασίας μείωση του κινδύνου για τις αλυσίδες εφοδιασμού», ανέφεραν οι συγγραφείς και εξήγησαν: «Η διασφάλιση ότι οι αγρότες στις αλυσίδες εφοδιασμού τους πληρώνονται μια δίκαιη τιμή για τα προϊόντα τους θα τους επέτρεπε να επενδύσουν στην ανθεκτικότητα των δικών τους αγροκτημάτων».
Ο Paul Behrens, περιβαλλοντικός ερευνητής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και συγγραφέας ενός εγχειριδίου για τα τρόφιμα και τη βιωσιμότητα, ο οποίος δεν συμμετείχε στην έρευνα, δήλωσε ότι τα ευρήματα σκιαγραφούν μια «εξαιρετικά ανησυχητική εικόνα» για την ανθεκτικότητα των τροφίμων.
«Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αρέσκονται να θεωρούν την ΕΕ ως επισιτιστικά ασφαλή επειδή παράγει αρκετά από τα δικά της τρόφιμα», είπε και συνέχισε: «Αλλά αυτό που δείχνει αυτή η έκθεση είναι ότι η ΕΕ είναι ευάλωτη σε κινδύνους για το κλίμα και τη βιοποικιλότητα σε ορισμένες ζωτικές αλυσίδες εφοδιασμού τροφίμων».
Η έκθεση διαπίστωσε ότι ο καφές, το ρύζι και η σόγια είχαν συνολικά λιγότερους κινδύνους, αλλά υπάρχουν σημεία ανησυχίας. Η Ουγκάντα, η οποία παρείχε το 10% του καφέ της ΕΕ το 2023, είχε χαμηλή κλιματική ετοιμότητα και χαμηλή-μέτρια ακεραιότητα της βιοποικιλότητας, σύμφωνα με την έκθεση.
Ο Joseph Nkandu, ιδρυτής της Εθνικής Ένωσης Αγροτικών Επιχειρήσεων και Γεωργικών Επιχειρήσεων Καφέ στην Ουγκάντα, ζήτησε μεγαλύτερη πρόσβαση σε διεθνή χρηματοδότηση για το κλίμα, ώστε να βοηθηθούν οι αγρότες να γίνουν πιο ανθεκτικοί απέναντι στην επιδείνωση του καιρού. «Ο καιρός στην Ουγκάντα δεν είναι πλέον προβλέψιμος. Κύματα καύσωνα, παρατεταμένες περίοδοι ξηρασίας και ακανόνιστες βροχές μαραίνουν τις καλλιέργειες του καφέ μας και καταστρέφουν την παραγωγή», ανέφερε, ενώ ο Μάρκο Σπρίνγκμαν, ερευνητής τροφίμων στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, ο οποίος δεν συμμετείχε στην έρευνα, δήλωσε ότι θα χρειαστεί μια στροφή σε πιο υγιεινές και πιο βιώσιμες δίαιτες για να μπορέσουν τα συστήματα τροφίμων να αντέξουν τα κλιματικά σοκ.
«Περίπου το ένα τρίτο των σιτηρών και ουσιαστικά όλη η εισαγόμενη σόγια χρησιμοποιείται για τη διατροφή των ζώων. Ο στόχος να γίνουν αυτές οι αλυσίδες εφοδιασμού πιο ανθεκτικές, επομένως, παραβλέπει το σημείο ότι αυτό υποστηρίζει τα ίδια τα προϊόντα που είναι σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνα για αυτό από το οποίο προσπαθεί να προστατευτεί», επεσήμανε.