Η Κομισιόν απέσυρε τα σχέδιά της για την επιβολή φόρου στις ψηφιακές εταιρείες, μια κίνηση που χαρίζει τη νίκη στον Ντόναλντ Τραμπ και σε αμερικανικούς τεχνολογικούς κολοσσούς όπως η Apple και η Meta.
Καθώς η ΕΕ και οι ΗΠΑ βρίσκονται στην τελική ευθεία των διαπραγματεύσεων για μια εμπορική συμφωνία, οι Βρυξέλλες αφαίρεσαν την επιλογή του ψηφιακού φόρου από τον —υποτίθεται άσχετο— κατάλογο προτεινόμενων φόρων για την προσέλκυση εσόδων κατά τη διάρκεια του επόμενου επταετούς προγράμματος δαπανών, σύμφωνα με έγγραφο που κυκλοφόρησε την Παρασκευή (11/7) και είδε το POLITICO.
Με μόλις λίγες μέρες απομένουν μέχρι την ανακοίνωση του σχεδίου προϋπολογισμού, κορυφαίοι αξιωματούχοι της ΕΕ βρίσκονται σε συζητήσεις υψηλού διακυβεύματος για να αποφασίσουν ποιοι φόροι θα συμπεριληφθούν στην πρόταση της Κομισιόν, η οποία θα δημοσιευτεί την Τετάρτη 16 Ιουλίου, για τον προϋπολογισμό που ξεκινά το 2028.
Το έγγραφο, το οποίο μπορεί ακόμη να αναθεωρηθεί από αξιωματούχους πριν από τη δημοσίευσή του, καθορίζει έναν κατάλογο πιθανών φόρων, αλλά δεν ποστικοποιεί πόσα χρήματα θα μπορούσε να αποφέρει ο καθένας.
Η απόφαση κατά της επιβολής ψηφιακού φόρου θα αποτελούσε μια σημαντική στροφή για την ΕΕ, η οποία μόλις τον Μάιο είχε προτείνει τη φορολόγηση των τεχνολογικών γιγάντων ως τρόπο αποπληρωμής του χρέους της Ένωσης. Η ιδέα αναφέρθηκε σε έγγραφο σχετικά με τον επόμενο προϋπολογισμό που συζητήθηκε από τους 27 επιτρόπους της ΕΕ.
Η στροφή 180 μοιρών θα μπορούσε να είναι μια στρατηγική κίνηση από την ΕΕ, η οποία αναζητά απεγνωσμένα ευνοϊκούς όρους στο εμπόριο με τις ΗΠΑ. Ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απείλησε με δασμούς τον Καναδά ως αντίποινα των ψηφιακών φόρων του.
Οι πιθανοί νέοι φόροι της ΕΕ και οι αντιδράσεις
Το ζήτημα της αύξησης των δικών της φόρων ήταν πάντα ευαίσθητο στην ΕΕ, με τις εθνικές κυβερνήσεις να είναι επιφυλακτικές στο να δώσουν στην Ένωση υπερβολική εξουσία για να αποσπά χρήματα από τους ψηφοφόρους τους και υπερβολική αυτονομία ως προς τον τρόπο που τα δαπανά.
Η συντριπτική πλειοψηφία των κονδυλίων της ΕΕ προέρχεται από τις συνεισφορές των κυβερνήσεων. Ωστόσο, με τους πολιτικούς να απαιτούν ολοένα και περισσότερο από τις Βρυξέλλες να «σφίξουν τα λουριά» τους (και τα πορτοφόλια), η Κομισιόν αναζητά νέες πηγές μετρητών.
Σύμφωνα με το έγγραφο της Παρασκευής (11/7), αντί για ψηφιακό φόρο, θέλει να προτείνει τρεις νέους φόρους που θα στοχεύουν στα ηλεκτρικά απόβλητα, τα προϊόντα καπνού και τις μεγάλες εταιρείες στην ΕΕ με κύκλο εργασιών άνω των 50 εκατομμυρίων ευρώ.
Ο στόχος είναι να δημιουργηθούν από 25 έως 30 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν για την αποπληρωμή του κοινού χρέους της ΕΕ που χρησιμοποιήθηκε για τη χρηματοδότηση της ανάκαμψής της μετά την Covid.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα προτείνει έναν φόρο για ολόκληρη την ΕΕ στα προϊόντα καπνού, όπως τα τσιγάρα και τα πούρα. Αυτά τα προϊόντα φορολογούνται επί του παρόντος από τις επιμέρους χώρες, οι οποίες κρατούν τα έσοδα για τα ταμεία τους.
Η ιδέα της ΕΕ έρχεται εν μέσω πιέσεων για την εισαγωγή νέων φόρων στα ηλεκτρονικά τσιγάρα και στο άτμισμα, στους οποίους αντιτίθενται η Ιταλία, η Ελλάδα και η Ρουμανία.

Αν και δεν αντιτίθεται στους προτεινόμενους νέους φόρους, η Σουηδία δήλωσε ότι η παράδοση μέρους των εθνικών εσόδων της στην ΕΕ είναι «εντελώς απαράδεκτη».
Η Κομισιόν προτείνει επίσης τη φορολόγηση του απορριπτόμενου ηλεκτρικού εξοπλισμού.
Η πρόταση της Τετάρτης (16/7) αναμένεται επίσης να επιβεβαιώσει τις προτάσεις του 2021 για την επιβολή συνοριακού φόρου άνθρακα —μια δημοφιλής ιδέα μεταξύ των χωρών— και την ανάληψη μεριδίου των εσόδων που παράγονται από το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών (ETS).
Αυτή η ιδέα είναι πολιτικά ευαίσθητη μεταξύ των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης που επηρεάζονται περισσότερο από το ETS.
Σε μια παραχώρηση προς τους επικριτές, η Κομισιόν πρότεινε ότι μόνο ένα μικρό μέρος των εσόδων του ETS θα εισρεύσει στον προϋπολογισμό της ΕΕ, ενώ τα υπόλοιπα θα παραμείνουν στις εθνικές κυβερνήσεις.
Πρόσθεσε ότι ένα αμφιλεγόμενο σχέδιο για την επέκταση του συστήματος στα κτίρια και τις οδικές μεταφορές – γνωστό ως ETS2, το οποίο θα τεθεί σε ισχύ το 2027 – δεν θα διοχετευτεί στον προϋπολογισμό της ΕΕ.
Οι εθνικές κυβερνήσεις θα πρέπει να εγκρίνουν ομόφωνα τους νέους φόρους κατά τη διάρκεια δύο ετών διαπραγματεύσεων, που θα ξεκινήσουν μετά την υποβολή της πρότασης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.