Οι πρόσφατες δηλώσεις και κινήσεις του Ντόναλντ Τραμπ για το Ουκρανικό φαίνεται να υποδηλώνουν μία αλλαγή στάσης από τον αμερικανό Πρόεδρο και μία σχετική σύμπλευση ΕΕ-ΗΠΑ.
Όμως, όπως πάντα με τον Τραμπ, η ουσία κρύβεται στις λεπτομέρειες, κι αυτές, στην Ευρώπη, πολλοί δεν τόλμησαν να τις αγγίξουν.
Η πρώτη παρανόηση είναι η βασική: ο Τραμπ δεν ενδιαφέρεται να παραμείνει παίκτης στον πόλεμο της Ουκρανίας. Η άρνησή του να προσφέρει άμεση στρατιωτική στήριξη στο Κίεβο δεν είναι απλώς οικονομική μετατόπιση του κόστους στους Ευρωπαίους συμμάχους. Είναι ξεκάθαρη υπαναχώρηση, ένα τέλος της αμερικανικής ανάμειξης υπό το μανδύα της “συμμαχικής αλληλεγγύης”. Όσοι δεν το καταλαβαίνουν, αγνοούν την κυνική αλλά σταθερή του αρχή: αν οι διαπραγματεύσεις αποτύχουν, “ο ισχυρότερος να νικήσει”.
Η δεύτερη πλάνη είναι η πίστη πως η Ευρώπη μπορεί να συνεχίσει μόνη της. Ο Τραμπ επαναφέρει τη λογική της “συμμαχίας των προθύμων”, αλλά έξω από τις ρήτρες του ΝΑΤΟ. Υπαινίσσεται ευθέως πως το Άρθρο 5, δηλαδή η δέσμευση για συλλογική άμυνα, εξαρτάται από το πώς ορίζεται. Αν Ευρωπαίοι ηγέτες στείλουν στρατεύματα στην Ουκρανία, το κάνουν πλέον με δική τους ευθύνη. Και ξέρουν καλά ότι χωρίς την αμερικανική υποστήριξη σε αέρα και επιμελητεία, μια τέτοια εμπλοκή είναι αδύνατη.
Στην οικονομία, ο Τραμπ παίζει άλλο χαρτί. Προτείνει δασμούς 100% για όποιον συναλλάσσεται με τη Ρωσία, παρακάμπτοντας το Κογκρέσο και κρατώντας τη στρατηγική στα χέρια του. Στην ουσία, μεταφέρει το πρόβλημα από το πεδίο μάχης στο πεδίο του εμπορίου. Παλιότερα είχε δοκιμάσει κάτι παρόμοιο με την Κίνα και απέτυχε θεαματικά: εμπόριο μπλοκαρισμένο, λιμάνια παγωμένα, πληθωρισμός, και χρηματιστηριακές αναταράξεις. Τώρα βάζει χρονικό όριο 50 ημερών, στρέφει την προσοχή αλλού και ετοιμάζεται να επιβάλει δασμούς 30% στην Ευρωπαϊκή Ένωση από την 1η Αυγούστου.
Το τέταρτο και ίσως πιο παρεξηγημένο σημείο είναι η “ειρηνευτική” του ρητορική. Λέει πως δεν θα επιβάλει τίποτα, αλλά είναι έτοιμος να μεσολαβήσει όταν “έρθουν σε αυτόν”. Και θα το κάνουν, υπονοείται, υπό τους δικούς του όρους. Δεν είναι τυχαίο ότι το Κίεβο ξαφνικά δέχθηκε νέο γύρο διαπραγματεύσεων με τη Μόσχα, τις ίδιες που πριν απέρριπτε.
Τέλος, η Ευρώπη έχει παγιδευτεί. Πιο διορατικοί παίκτες, όπως το Λονδίνο και το Βερολίνο, δηλώνουν πλέον ότι δεν θα χρηματοδοτήσουν τα 10 δισεκατομμύρια δολάρια σε οπλικά συστήματα που πρότειναν οι ΗΠΑ, εξοπλισμοί που δεν έχουν καν παραχθεί ακόμα. Θυμίζει έντονα την Κρίση του Σουέζ το 1956, όταν η Ουάσιγκτον και η Μόσχα βρήκαν κοινό έδαφος εναντίον των αποικιακών φιλοδοξιών της Βρετανίας και της Γαλλίας. Σήμερα, η Γερμανία βρίσκεται σε ανάλογη θέση, παγιδευμένη σε ένα δίχτυ δικών της επιλογών.
Δείτε Επίσης: