Τυφώνας αλλαγών έρχεται στην καθημερινότητα για εκατομμύρια πολίτες σε όλο τον κόσμο, καθώς μπορεί οι περισσότερες χώρες να έχουν περάσει το πικ της καμπύλης νοσούντων / νεκρών, όμως η επέλαση της πανδημίας υπάρχουν φόβοι πως δεν θα αφήσει τίποτα όρθιο. Ο νέος κορωνοϊός Covid-19 μόλυνε την οικονομία και την αγορά εργασίας σε τέτοιο βαθμό που κανένα «εμβόλιο» δεν αρκεί για να τις σώσει, ενώ, μέχρι να επανακάμψουν, παραμένει άγνωστο πόσοι άνθρωποι ακόμα δεν θα τα καταφέρουν.
Η διαχείριση της πανδημίας από τα νεοφιλελεύθερης λογικής συστήματα έχει δείξει ήδη το πιο σκληρό της πρόσωπο στους εργαζομένους και τους μικρομεσαίους, σε πολλές χώρες. Στη Γαλλία, επί παραδείγματι, περισσότεροι από 10.000.000 μισθωτοί, δηλαδή περισσότεροι από ένας στους δύο που εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα, βρίσκονται σε καθεστώς μερικής ανεργίας, ενώ η ρύθμιση του υπουργείου Εργασίας που επιτρέπει στους μισθωτούς να λαμβάνουν το 70% του μικτού μισθού τους και το 84% του καθαρού αφορά πλέον 820.000 εταιρίες, δηλαδή περισσότερες από έξι στις 10. Και τα επιμέρους στοιχεία όμως είναι αποκαρδιωτικά.
Η κρίση του κορωνοϊού ανάγκασε πολλούς κλάδους της οικονομίας να αναστείλουν τη δραστηριότητά τους, κυρίως αυτούς της εστίασης και της φιλοξενίας, στους οποίους εννέα στους 10 μισθωτούς έχουν τεθεί πλέον σε καθεστώς μερικής ανεργίας, ενώ και στον κλάδο των κατασκευών και των δημόσιων έργων το 93% των μισθωτών έχει τεθεί στο ίδιο καθεστώς.
Εικόνα ύφεσης παρουσιάζει και ο γερμανικός ιδιωτικός τομέας, με τις εταιρίες υπηρεσιών και μεταποίησης να καταγράφουν ράλι καθόδου. Ο προκαταρκτικός σύνθετος δείκτης υπευθύνων προμηθειών (PMI) για τη μεταποίηση και τις υπηρεσίες, που μαζί αντιστοιχούν σε πάνω από τα δύο τρίτα της οικονομίας, βυθίστηκε τον Απρίλιο στις 17,1 μονάδες από τις 35 τον προηγούμενο μήνα. Οι τιμές αποκαλύπτουν τον πλήρη αντίκτυπο της πανδημίας και των επακόλουθων μέτρων περιορισμού στη γερμανική οικονομία, με την επιχειρηματική δραστηριότητα στη μεταποίηση και στις υπηρεσίες να μειώνεται με πρωτοφανείς ρυθμούς.
Παράλληλα, στη Γερμανία οι μισές εταιρίες έχουν εκμεταλλευτεί τη δυνατότητα που τους δίνει η κυβέρνηση για μείωση των ωρών εργασίας των υπαλλήλων τους αλλά και των μισθών τους. Τη ρύθμιση εκμεταλλεύτηκαν ευρέως οι γερμανικές βιομηχανίες, με τους εργάτες να φοβούνται πως κάποια μέτρα, όπως η εκ περιτροπής εργασία, ήρθαν για να μείνουν. Την ίδια στιγμή, έρευνα του ινστιτούτου Ifo αναφέρει ότι περίπου το 18% των εταιριών επιθυμεί να προχωρήσει σε απολύσεις ή να μην ανανεώσει τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου του προσωπικού, ενώ το 15% έχει αναγκαστεί να σταματήσει εντελώς την παραγωγή.
Αξίζει να σημειωθεί πως πριν από το ξέσπασμα της επιδημίας η οικονομία της Γερμανίας κατέγραφε άνοδο για ενδέκατη συνεχή χρονιά, όμως τώρα η «ατμομηχανή» της ευρωζώνης είναι αντιμέτωπη με την ύφεση, με τις δυσοίωνες εκτιμήσεις να αναφέρουν πως η οικονομική παραγωγή της χώρας ενδέχεται να συρρικνωθεί έως και κατά 20%.
Το βάρος του lockdown έχει γονατίσει και την οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου. Η κυβέρνηση αυξάνει τον δανεισμό στα υψηλότερα ιστορικά επίπεδα εν καιρώ ειρήνης, γεγονός που εντείνει τις πιέσεις προς τους κυβερνώντες να καθορίσουν μια στρατηγική εξόδου από το καθεστώς περιορισμού.
Ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον ανάρρωνε στην εξοχική κατοικία του την ώρα που οι υπουργοί του έψαχναν να βρουν τρόπους να περιορίσουν τη ζημιά που έχει προκληθεί στην πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Από αύριο Δευτέρα, ωστόσο, επιστρέφει στα καθήκοντά του. «Βιώνουμε μια οικονομική συρρίκνωση που είναι ταχύτερη και βαθύτερη από οτιδήποτε έχουμε δε τον τελευταίο αιώνα ή πιθανόν αρκετούς αιώνες» δήλωνε σχετικά ο Γιαν Βλίχε, αξιωματούχος της Τράπεζας της Αγγλίας.
Και φυσικά οι επιπτώσεις αυτής της συρρίκνωσης θα φανούν πρώτα και κύρια στους μισθωτούς, καθώς περίπου το ένα τέταρτο των επιχειρήσεων (24%) που πήραν μέρος σε έρευνα της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (ONS) δήλωσε ότι έκλεισε προσωρινά ή σταμάτησε τις δραστηριότητές του μετά την ανακοίνωση του lockdown στις 23 Μαρτίου, ενώ ένα ποσοστό 0,3% έκλεισε μόνιμα τις δραστηριότητές του.
Σε περίπου 6.000 επιχειρήσεις που απάντησαν στην έρευνα, το 82% των εταιριών που δραστηριοποιούνται στις τέχνες ή σε κάποιο είδος αναψυχής δήλωσε ότι έχει σταματήσει προσωρινά και το 93% αυτών πως παρουσιάζει επιχειρηματική δραστηριότητα αρκετά χαμηλότερη από το κανονικό.
Το ένα αρνητικό ρεκόρ μετά το άλλο στην Αμερική
Με σκοτεινά χρώματα σκιαγραφείται η επόμενη ημέρα και για τους Αμερικανούς, που δεν νιώθουν την παραμικρή ασφάλεια για το κοντινό μέλλον, καθώς τίποτα δεν τους διασφαλίζει το δικαίωμα στην εργασία, απ’ όπου εξαρτάται η ποιότητα ζωής της πλειονότητας των πολιτών των Ηνωμένων Πολιτειών.
Μάλιστα, η χώρα πέτυχε κι ένα εξαιρετικά αρνητικό ρεκόρ, καθώς την περίοδο του lockdown και της υγειονομικής κρίσης που έχει επιφέρει η πανδημία του κορωνοϊού 26.000.000 Αμερικανοί (ήτοι περίπου το 16% του εργατικού δυναμικού) έκαναν αίτηση για επίδομα ανεργίας, επιβεβαιώνοντας ότι όλες οι θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν κατά τη μεγαλύτερη στην αμερικανική Ιστορία περίοδο ευημερίας της αγοράς εργασίας αφανίστηκαν σε περίπου έναν μήνα!
Η οικονομία, που είχε δημιουργήσει 22.000.000 θέσεις εργασίας κατά την περίοδο ισχυρής αύξησης της απασχόλησης που ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 2010 και έληξε απότομα φέτος τον Φεβρουάριο, φάνηκε ιδιαίτερα αδύναμη να σταθεί όρθια απέναντι στις συνέπειες του κορωνοϊού. «Η αμερικανική οικονομία αιμορραγεί σε ό,τι αφορά τις θέσεις εργασίας, με ρυθμό και σε έκταση που δεν έχουν καταγραφεί ποτέ πριν» σχολίασε ο Σκοτ Άντερσον, επικεφαλής οικονομολόγος στην Bank of the West, στο Σαν Φρανσίσκο. «Συγκρίνεται με μια φυσική καταστροφή σε εθνική κλίμακα».
Την ίδια ώρα, η ελίτ της αμερικανικής βιομηχανίας απευθύνει έκκληση για κρατική βοήθεια, ενώ μαζί με τις αγορές και τον Λευκό Οίκο κρατούν όλοι μαζί την ανάσα τους μέχρι να έχουν σαφή εικόνα των επιπτώσεων της πανδημίας. Ενδεικτικά, τα κέρδη των 500 μεγάλων εισηγμένων στο χρηματιστήριο επιχειρήσεων στις ΗΠΑ (S&P 500) εμφανίστηκαν μειωμένα κατά 6% έως 15% κατά μέσο όρο. Η συνέχεια όμως αναμένεται περισσότερο ζοφερή, καθώς η πτώση της κερδοφορίας αναμένεται σε τουλάχιστον 18% κατά το δεύτερο τρίμηνο, περίοδο κατά την οποία οι ΗΠΑ έχουν πληγεί περισσότερο από το lockdown.