Το πολυτελές σπίτι στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου, ο χλιδάτος γάμος στο Παρίσι και οι υπεράκτιες εταιρίες «έκαψαν» τον Άκη Τσοχατζόπουλο, ο οποίος βρέθηκε στο επίκεντρο έρευνας για τα «μαύρα ταμεία» της Siemens αλλά και τις «αμαρτωλές» προμήθειες των υποβρυχίων του Πολεμικού Ναυτικού.
Η αντίστροφη μέτρηση άρχισε στις 28 Απριλίου 2011, όταν έπειτα από πρόταση 112 πρώην «συντρόφων» του βουλευτών του ΠΑΣΟΚ παραπέμφθηκε σε προανακριτική επιτροπή της Βουλής για την υπόθεση των προβληματικών υποβρυχίων. Τρεις μήνες αργότερα ασκήθηκε ποινική δίωξη για τα αδικήματα της παθητικής δωροδοκίας και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα.
Παράλληλη έρευνα του ΣΔΟΕ για τις υπεράκτιες εταιρίες και τα ακίνητά του, με βάση το «Πόθεν Εσχες» του Άκη Τσοχατζόπουλου, έδειξε πως η τιμή που είχε δηλώσει ότι αγόρασε το σπίτι του στην οδό Διονυσίου Αρεοπαγίτου, συμφερόντων της offshore TORCASO, ήταν μικρότερη από την αντικειμενική του αξία.
Ο πρώην υπουργός δέχτηκε καταθέσεις μεγάλων ποσών σε προσωπικό του λογαριασμό από εκπρόσωπο εταιρίας εξοπλιστικών συστημάτων και δήλωσε υπέρογκα ποσά που δόθηκαν για ανακαίνιση του σπιτιού στην Αρεοπαγίτου (σ.σ.: για την υπόθεση καταδικάστηκε σε φυλάκιση 5,5 ετών και πρόστιμο 210.000 ευρώ, ενώ επικυρώθηκε η δήμευση του επίμαχου ακινήτου). Στις 11 Απριλίου του 2012 συνελήφθη και κρίθηκε προφυλακιστέος για την κατηγορία του ξεπλύματος βρόμικου χρήματος.
Το εισαγγελικό πόρισμα ανέφερε: «Ο Ακης Τσοχατζόπουλος και οι συνεργάτες του συνέστησαν εγκληματική οργάνωση και για την πραγμάτωση του σκοπού τους ίδρυσαν τρεις offshore εταιρίες, τις BLUBELL, ΝΟΒΙLIS και TORCASO, μέσω των οποίων προέβησαν σε σειρά παράνομων πράξεων, μεταξύ άλλων και νομιμοποίηση παράνομων αμοιβών μέσω του υπουργείου Εθνικής Αμυνας. Σε αυτές τις εταιρίες ιδιοκτήτης φαινόταν να είναι ο Ακης Τσοχατζόπουλος. (…) Το χρονικό διάστημα από τον Μάιο 1998 έως τις 7/6/2001 φέρεται να απέκρυψε περιουσία συνολικού ύψους 16.202.000 ελβετικών φράγκων και 1.748.000 δολαρίων ΗΠΑ, χρήματα τα οποία αποτελούν προϊόν παθητικής δωροδοκίας του ίδιου σχετικά με τις συμβάσεις προμήθειας των οπλικών συστημάτων TOR M1. Την 2/12/2002 φέρεται να απέκρυψε περιουσία συνολικού ύψους 2.960.225 ελβετικών φράγκων σχετικά με τις συμβάσεις ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ και ΠΟΣΕΙΔΩΝ 2 (υποβρύχια), τα οποία αποτελούν παράνομη αμοιβή που κατέβαλε μέσω άλλης εταιρίας η γερμανική εταιρία FERROSTAAL».
Στις 7 Οκτωβρίου 2013 καταδικάστηκε σε ποινή κάθειρξης 20 ετών για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα. Σύμφωνα με την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, το ποσό που καταλογίζεται ότι έλαβε ο πρώην υπουργός ανέρχεται σε περίπου 54.000.000 ευρώ μέσα σε μία δεκαετία. Το δικαστήριο έκρινε πως ο Ακης Τσοχατζόπουλος ζητούσε ωφελήματα κατά τη διάρκεια της θητείας του στο υπουργείο Αμυνας από την άνοιξη του 1997 έως τον Οκτώβριο του 2001. Τα χρήματα που εισέπραξε διακινήθηκαν τμηματικά και μέσω άλλων προσώπων ή εταιριών, ώστε να αποκρυφτεί η πραγματική τους προέλευση. Η έφεση δεν είχε ανασταλτικό χαρακτήρα και οδηγήθηκε στις φυλακές.
Σε 19 έτη κάθειρξη
Σε δεύτερο βαθμό καταδικάστηκε στις 31 Οκτωβρίου 2017 σε 19 έτη κάθειρξη και οδηγήθηκε πάλι στη φυλακή. Δεν του αναγνωρίστηκε κανένα ελαφρυντικό, διατάχθηκε η δέσμευση της περιουσίας του και επιδίκασε αποζημίωση του Δημοσίου με ποσό 1.000.000 ευρώ.
Στις 2 Ιουλίου 2018 αποφυλακίστηκε για λόγους υγείας. Ομως μέχρι πέρυσι εξακολουθούσε να απασχολεί τη Δικαιοσύνη. Τον Ιανουάριο του 2020 η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου διαβίβασε δικογραφία στη Βουλή, με κεντρικό πρόσωπο τον πρώην υπουργό, για το αδίκημα της απιστίας στο πλαίσιο του σκανδάλου της Siemens.
Η υπόθεση αφορά την προμήθεια στρατιωτικών πινάκων την περίοδο 2001-2006, η οποία εκτιμάται ότι προκάλεσε ζημιά στο Δημόσιο περίπου 1.500.000 ευρώ. Είχε προηγηθεί η εμπλοκή του σε άλλες παραγγελίες εξοπλιστικών συστημάτων, όπως οι πύραυλοι Patriot, με βάση μάρτυρες που είχαν συνεργαστεί με την εταιρία Siemens, καταθέτοντας ότι είχαν δωροδοκήσει Ελληνες πολιτικούς.