Η από μεγάλη απόσταση ανεπιβεβαίωτη κατάρριψη αριθμού μαχητικών Rafale, η χρήση κατευθυνόμενων πυραύλων αέρος – αέρος μακρού βεληνεκούς, όπως οι Meteor που προμηθεύτηκε η Πολεμική Αεροπορία (ΠΑ), και ο καθοριστικός ρόλος των αεροφερόμενων συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και ελέγχου (ΑΣΕΠΕ) είναι μερικά μόνο από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που θα δικαιολογούσαν το έντονο ελληνικό ενδιαφέρον για την αερομαχία της Τετάρτης 7 Μαΐου μεταξύ των αεροπορικών δυνάμεων Ινδίας – Πακιστάν.
- Από τον Περικλή Ζορζοβίλη, «κυριακάτικη δημοκρατία»
Αν όμως στην εξίσωση προστεθούν οι στενές σχέσεις Πακιστάν – Τουρκίας και η ανακοινωθείσα στις 14 Μαΐου έγκριση του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ για την πώληση κατευθυνόμενων πυραύλων αέρος – αέρος AIM-120C-8 βεληνεκούς ανώτερου των 160 χλμ., τότε το ενδιαφέρον γίνεται ακόμα εντονότερο.
Η αερομαχία έγινε το βράδυ της 7ης Μαΐου, την ημέρα που η Ινδία, στο πλαίσιο της επιχείρησης «Σιντούρ», εξαπέλυσε 14 πυραυλικές επιθέσεις σε εννέα τοποθεσίες στο υπό πακιστανική διοίκηση δυτικό μέρος του Κασμίρ και στην επαρχία Παντζάμπ του Πακιστάν κατά ισλαμιστών μαχητών που επιδιώκουν ενσωμάτωση όλου του Κασμίρ στο Πακιστάν. Διήρκεσε περισσότερο από μία ώρα και σε αυτήν συμμετείχαν άνω των 70 ινδικών μαχητικών (συμπεριλαμβανομένων 12 Rafale) και περισσότερα από 40 πακιστανικά μαχητικά, καθώς και ΑΣΕΠΕ Saab 2000 Erieye, παρόμοια με αυτά που διαθέτει η ΠΑ (τα οποία βασίζονται στο ΕΜΒ-145 της Embraer), με μέγιστη εμβέλεια 450 χλμ. Αξιοσημείωτο είναι ότι κανένα μαχητικό των αντιμαχομένων δεν διέσχισε τη συνοριακή γραμμή ελέγχου (LOC – Line Of Control).
Σε μια πρώτη αναζήτηση των κρίσιμων παραγόντων που καθόρισαν το αποτέλεσμα της αερομαχίας, η «κυριακάτικη δημοκρατία» συζήτησε με τον επισμηναγό (Ι) ε.α. Στέφανο Καραβίδα, διεθνολόγο και υπ. Δρα Γεωπολιτικής, και με πηγή η οποία ζήτησε να διατηρήσει την ανωνυμία της. Κατά τον κ. Καραβίδα, «ο κρίσιμος παράγοντας σε αντιπαραθέσεις όπως αυτή, πέρα από τα μέσα, την ικανότητα των πληρωμάτων και την τακτική, εντοπίζεται στο σύστημα διαχείρισης της κρίσης και στην ικανότητα και ευελιξία στην ταχεία λήψη αποφάσεων». Με νόημα σημείωσε ότι «το αντίστοιχο ελληνικό (σύστημα διαχείρισης κρίσεων) δεν λειτούργησε ούτε στην κρίση των Ιμίων, ούτε στο δυστύχημα της HELIOS 522 στο Γραμματικό (14/8/2005), ούτε στο περιστατικό της δολοφονίας του σμηναγού Ηλιάκη (23/5/2006)».
«Σύμφωνα με την πακιστανική πλευρά, μετά την έναρξη των αεροπορικών προσβολών από τα ινδικά μαχητικά, η ηγεσία της πακιστανικής αεροπορίας, κατόπιν έγκαιρης εξουσιοδότησης από την κυβέρνηση της χώρας, κλιμάκωσε, όπως αναφέρθηκε, τάχιστα από την αποτροπή (deterrence) στην άρνηση (denial), αποδεσμεύοντας άμεσα τους κανόνες εμπλοκής και εξαπολύοντας πυραύλους αέρος – αέρος με κέντρο βάρους σε επίπεδο στρατηγικής τους σχηματισμούς των Rafale, τα οποία εξαπέλυαν όπλα SCALP και Hammer κατά στόχων εδάφους στην πακιστανική ενδοχώρα» εξήγησε ο κ. Καραβίδας. «Ακόμα και αν όλα τα ινδικά πλήγματα ήταν επιτυχή, η επιχείρηση “Σιντούρ” ερμηνεύτηκε συνολικά από τα διεθνή μέσα ως κίνηση χωρίς σαφή στρατηγικό σκοπό, καθώς η Ινδία δεν κατάφερε να επιδείξει αποφασιστική ισχύ, ενώ επικοινωνιακά ηττήθηκε», συνέχισε.
Με την εκτίμηση αυτή συμφωνεί και η πηγή. «Εκ των υστέρων διαπιστώνεται ότι η ινδική αεροπορία ήταν πιο διστακτική, ενδεχομένως χωρίς συγκεκριμένους κανόνες εμπλοκής, με υποδεέστερη διάταξη μάχης (χωρίς ιπτάμενα ραντάρ), ενώ ίσως ανέμενε τα πακιστανικά μαχητικά να διασχίσουν τη διασυνοριακή γραμμή LOC για να τους επιτεθούν. Αντιθέτως, η πακιστανική αεροπορία ακολούθησε πιο επιθετική τακτική, με ξεκάθαρους κανόνες εμπλοκής, βασιζόμενη σε δικτυοκεντρικό δόγμα, εκμεταλλευόμενη τα όπλα της στα όρια των φακέλων τους, αιφνιδιάζοντας τους Ινδούς».
Εξηγεί δε ότι «σε τέτοιες αποστάσεις, οι μόνοι πύραυλοι αέρος – αέρος που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν είναι ο εμβέλειας 145 χλμ. κινεζικός PL-15Ε για το Πακιστάν, καθώς και ο εμβέλειας 200 χλμ. ευρωπαϊκός Meteor για την Ινδία. Ολοι οι υπόλοιποι πύραυλοι (AIM-120C-5 AMRAAM, MICA EM/IR κ.λπ.) δεν έχουν την απαιτούμενη εμβέλεια».
Ο κ. Καραβίδας θεωρεί εξαιρετικά κρίσιμη παράμετρο και τις δικτυοκεντρικές δυνατότητες των αντιμαχόμενων. «Και οι δύο χώρες έχουν επενδύσει σημαντικά κεφάλαια στην ανάπτυξη δικτυοκεντρικών δυνατοτήτων και την ασφάλεια των στρατιωτικών επικοινωνιών. Ωστόσο, φάνηκε εκ του αποτελέσματος ότι η πακιστανική πλευρά ήταν αυτή που αξιοποίησε αυτές τις δυνατότητες» σημείωσε.
«Διασύνδεσε τις ικανότερες πλατφόρμες της με τα επίγεια και ιπτάμενα ραντάρ της σε ενοποιημένο δίκτυο, μέσω του εθνικής σχεδίασης και κινεζικής ενσωμάτωσης (κατά τους πακιστανικούς ισχυρισμούς) Link-17, αντίστοιχου του αμερικανικού Link-16. Με αυτόν τον τρόπο πέτυχε πλατφόρμες διαφορετικής προέλευσης, όπως τα κινεζικά μαχητικά J-10CΕ, τα JF-17 Block ΙΙΙ, προϊόν πακιστανικής και κινεζικής σύμπραξης (αμφότερα με ραντάρ AESA ηλεκτρονικής σάρωσης), τα αμερικανικά F-16 και ο πολυπληθής στόλος από τέσσερα κινεζικά ΖDK-03 και εννέα σουηδικά ERIEY, ιπτάμενα ραντάρ, να είναι πλήρως διασυνδεδεμένα με ικανότητα αμοιβαίας υποστήριξης» πρόσθεσε. «Αντίστοιχα, η ινδική πλευρά ναι μεν διαθέτει ικανότητα διασύνδεσης των Rafale, Mirage 2000, MIG-29 και SU-30 -κάθε τύπος μέσω ξεχωριστών ζεύξεων δεδομένων (data link) με το σύστημα διοίκησης και αεροπορικού ελέγχου-, ωστόσο οι διαφορετικές πλατφόρμες δεν επικοινωνούν μεταξύ τους».
Κατά την πηγή, που συμφωνεί με την κρίσιμη σημασία του Link-17, στο αποτέλεσμα συνέβαλαν «σωρευτικά» και άλλοι παράγοντες. «Η ινδική αεροπορία θα έπρεπε οπωσδήποτε να έχει αναπτύξει ένα τουλάχιστον ιπτάμενο ραντάρ στην ευρύτερη περιοχή, το οποίο θα συμπλήρωνε την εικόνα που ενδεχομένως παρείχαν τα επίγεια ραντάρ. Αυτό θα έβλεπε τα πακιστανικά J-10CE και JF-17 και τις κινήσεις τους, προειδοποιώντας τον σχηματισμό. Δεύτερον, θα έπρεπε να δράσει πιο επιθετικά, εξαπολύοντας πυραύλους Meteor πρώτη, ει δυνατόν. Θα έπρεπε να είχε εφαρμόσει ανάλογες βολές μεγάλης απόστασης, με τη βοήθεια του συστήματος ραντάρ, κάτι το οποίο είναι απολύτως εφικτό για το Rafale. Τρίτον, όφειλε να είχε αξιοποιήσει καλύτερα τα συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου (ΗΠ), ενδεχομένως με χρήση κατάλληλων συστημάτων παρεμβολής, ώστε να δυσχεράνει τη δυνατότητα ανίχνευσης των αεροσκαφών της. Τέλος, υπάρχουν πάντα και οι λύσεις “εκτός κυτίου” (out of the box), όπως η χρήση κάποιου αποπροσανατολιστικού γεγονότος, ο αντιπερισπασμός, παραπλανητική επίθεση αλλού κ.ά.»
«Παρά τις καταρρίψεις, δεν μειώνεται η αξία των γαλλικών μαχητικών»
Ζητήσαμε από τους συνομιλητές μας να σχολιάσουν εάν τα Rafale αποδείχθηκαν κατώτερα του αναμενομένου. «Ακόμα λοιπόν και αν οι φημολογούμενες καταρρίψεις είναι αληθινές, αυτό σε τίποτε δεν μειώνει την αξία του Rafale ως οπλικού συστήματος. Διαθέτει την ίδια δυνατότητα παθητικής εξαπόλυσης του βλήματος που χρησιμοποίησαν οι Πακιστανοί» απάντησε ο Στέφανος Καραβίδας.

«Πολύ απλά, η πέραν του ορίζοντα μάχη αλλάζει σε τέτοιον βαθμό, που τα περιθώρια αντίδρασης είναι τόσο περιορισμένα, ώστε σημασία έχει πλέον σε ποια πλευρά θα αποδεσμευτούν πρώτα οι κανόνες εμπλοκής, ώστε να έχει δυνατότητα πρώτης εξαπόλυσης βλημάτων (FLO: First Launch Opportunity)» συμπλήρωσε.
Η πηγή, αναγνωρίζοντας τη σημασία της πρώτης εξαπόλυσης βλημάτων, προσέθεσε άλλη μία διάσταση. «Επιβεβαιώσαμε το αυτονόητο: ότι σε μια εναέρια σύγκρουση μεταξύ δύο ικανών αντιπάλων με σοβαρή αεράμυνα εκατέρωθεν, υπάρχει πάντα η πιθανότητα κατάρριψης αεροσκαφών… Οπότε, ποιος κερδίζει; Αυτός που κατέρριψε τα περισσότερα; Τότε οι ΗΠΑ δεν θα πρέπει να συγκαταλέγονται μεταξύ των νικητών του Β’ ΠΠ, καθώς απώλεσαν τα τριπλάσια μαχητικά σε σχέση με όσα κατέρριψαν συνολικά».