Η διαφαινόμενη αισιοδοξία που επικρατεί στους κόλπους των καλλιτεχνών των παραστατικών τεχνών την επαύριο της καταιγίδας χρήζει μιας ερμηνείας.
- Από τον Γιώργο Παπαγιαννάκη
Αναμφίβολα, το εξαγγελθέν πλαίσιο προστασίας των εργασιακών σχέσεων από οποιαδήποτε μορφή βίας, το οποίο φιλοδοξεί να θωρακίσει με περαιτέρω θεσμική ισχύ το κίνημα #ΜeΤoo, σε συνδυασμό με την ανάληψη πρωτοβουλιών και δράσεων εκ μέρους συλλογικών οργάνων, αναδεικνύεται ως το μεγάλο κεκτημένο της συζήτησης που διεξάγεται εσχάτως.
Ωστόσο, ύστερα από έναν ανεξέλεγκτο ορυμαγδό εξελίξεων και έναν χρόνο επαγγελματικής αργίας λόγω πανδημίας, οι προκλήσεις είναι μπροστά. Το σωματείο ηθοποιών καλείται, ούτε λίγο ούτε πολύ, να διαχειριστεί ένα πολυτασικό δυναμικό και ζέοντα ζητήματα, όπως η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων και της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος, καθώς επίσης και την κατάρτιση ενός αυστηρού κώδικα δεοντολογίας ως προς τις πρακτικές του κλάδου.
Σε όλα αυτά θα μπορούσε να προστεθεί και το νέο τοπίο που διαμορφώνεται στη μετά Covid εποχή που προοιωνίζεται συρρίκνωση δυνάμεων και κατίσχυση των ισχυρών παικτών, αλλά και τη νέα κουλτούρα των διαδικτυακών παραστάσεων και τη διαχείριση των εργασιακών δικαιωμάτων που απορρέουν από αυτές.
Όλα δείχνουν πως το θέατρο εισέρχεται στην αρένα μιας διελκυστίνδας από την οποία φαντάζει αδύνατον να εξισορροπηθούν κέρδη και απώλειες. Είναι προφανές ότι η θεσμοθέτηση συλλογικών συμβάσεων και άδειας θα ευνοήσει κατά κόρον τις μεγάλες εταιρίες, εξαϋλώνοντας οτιδήποτε κινείτο μέχρι πρότινος στο όριο μεταξύ ενός καθαρόαιμου και ενός λανθάνοντος επαγγελματισμού, τροφοδοτικού της μεγάλης εικόνας της ώσμωσης και του πλουραλισμού, αλλά και αποσυσπειρώνοντας δυνάμεις.
Το μεγάλο στοίχημα έγκειται στο κατά πόσο οι ίδιοι οι καλλιτέχνες, μέσω των συλλογικοτήτων τους, είναι διατεθειμένοι να τακτοποιήσουν τα του οίκου τους διαχωρίζοντας «την ήρα από το στάρι».
Επιπλέον, στις αντιδράσεις των ανθρώπων της τέχνης παρατηρείται μια αίσθηση ευφορίας και για πιθανές αλλαγές στον συσχετισμό δυνάμεων του χρηματιστηρίου των επαγγελματικών ευκαιριών, ειδικά μετά την αποκαθήλωση προβεβλημένων προσώπων. Σε αυτήν την περίπτωση, οι αισιόδοξες προβλέψεις θα πρέπει να μετριαστούν.
Από τη στιγμή που ο πολιτισμός αντιμετωπίζεται με οριζόντιους όρους μάρκετινγκ, είναι αναμενόμενη η διατήρηση μιας πυραμίδας προνομιακών συνομιλητών και διαπραγματευτών, συνοδεία πάντοτε ενός στενού κύκλου που θα είναι σε θέση να εγγυηθεί την κερδοφορία σημαινουσών δράσεων, όπως, για παράδειγμα, ένα γεμάτο θέατρο της Επιδαύρου ή μια οικονομική ευρωστία για τις κρατικές σκηνές.
Στο ίδιο μήκος κύματος θα κινηθούν και οι ιδιωτικές εταιρίες, οι οποίες ουδόλως προτίθενται να απογαλακτιστούν από τα εμπορικά κριτήριά τους. Με άλλα λόγια, η διαδικασία της κάθαρσης δεν προβλέπεται να συντελεστεί ερήμην μιας προνομιακής κάστας επαγγελματιών που θα εξακολουθεί να νέμεται τα μεγάλα deals του πολιτισμού.
Τέλος, αναφορικά με τον διάλογο του χώρου των καλλιτεχνών και της Πολιτείας, τις κυβερνήσεις ή και τα κόμματα δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτός πρέπει να διέπεται από όρους και προϋποθέσεις.
Η τέχνη με τις υπερβάσεις της και το ελεύθερο πνεύμα της, στοιχεία που άλλοτε μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία θαυμαστών επιτευγμάτων και άλλοτε να μετατραπούν σε κολάσιμες πράξεις, δεν αποδεικνύεται πάντοτε συμβατή με την εικόνα που διεκδικεί για τον εαυτό της η τάξη της πολιτικής.
Θεατρολόγος – Κριτικός, μέλος της ΕΛΕΚΘΕΠΤΕ