Μία από τις καλύτερες ιδιωτικές συλλογές έργων τέχνης στον κόσμο, η οποία κοστολογείται σε ένα ποσό που υπερβαίνει τα 3 δισεκατομμύρια δολάρια και η οποία άνηκε στον εφοπλιστή Βασίλη Γουλανδρή και τη σύζυγό του Ελίζα Γουλανδρή, είναι εδώ και χρόνια στο επίκεντρο μιας σοβαρότατης και περίπλοκης νομικής διαμάχης. Η πρωταγωνίστρια σε όλη αυτή τη διαμάχη, που έχει περάσει τα σύνορα της Ελλάδας πλέον και η οποία χρονολογείται από το 2002 έως σήμερα, είναι η ανιψιά της Ελίζας Γουλανδρή και μία εκ των έξι κληρονόμων της, η Ασπασία Ζαΐμη.
Το εφοπλιστικό ζευγάρι Βασίλης και Ελίζα Γουανδρή έζησε μία παραμυθένια ζωή μεταξύ της Γαλλίας, της Νέας Υόρκης και του Γκστάαντ της Ελβετίας ή εν πλω με το περιβόητο γιοτ του «Παλόμα». Οι δυο τους δεν έκαναν ποτέ παιδιά, αλλά «παιδί» τους ήταν η τέχνη, στην οποία αφιερώθηκαν αποκτώντας μια από τις μεγαλύτερες και σπανιότερες ιδιωτικές συλλογές έργων τέχνης στον κόσμο.
Η συλλογή αυτή ακριβώς είναι το αντικείμενο διαμάχης σε μία ιδιαίτερη νομική περιπέτεια που αφορά τόσο σημαντικά έργα, που συχνά τραβά τα φώτα της δημοσιότητας από όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Μάλιστα, ουκ ολίγες φορές αυτή η υπόθεση έχει συνδεθεί με τα Panama Papers, όπου γίνονται αναφορές για κρυμμένους θησαυρούς, μυστικούς πωλητές και off shore εταιρίες.
Ο Βασίλης Γουλανδρής έφυγε από τη ζωή το 1994 και έξι χρόνια αργότερα η σύζυγός του Ελίζα. Τότε άρχισε το θρίλερ με τα μυθικά έργα τέχνης, που κυριολεκτικά θυμίζει σενάριο ταινίας του Χόλιγουντ.
Η 17χρονη αυτή «βεντέτα» χρονολογείται από το 2002, όταν έγινε και η πρώτη αγωγή από την πλευρά της Ασπασίας Ζαΐμη, ώσπου ο Άρειος Πάγος αποφασίσει να στείλει την υπόθεση στα ελβετικά δικαστήρια. Σύμφωνα με τη διαθήκη της Ελίζας Γουλανδρή, που έχει στη διάθεσή της η «δημοκρατία», η κυρία Ζαΐμη περιλαμβάνεται μεταξύ των έξι κληρονόμων. Και με αυτό το σκεπτικό διεκδικεί το 1/6 της συλλογής των έργων τέχνης, αλλά και την οικοσκευή, τα σπίτια και τα σαλέ της οικογένειας Γουλανδρή. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι από τους υπόλοιπους πέντε κληρονόμους ουδείς διεκδικεί το παραμικρό από τα συγκεκριμένα έργα τέχνης και την οικοσκευή.
Η κυρία Ζαΐμη θεωρεί τα έργα αυτά τμήμα της κληρονομιάς της από τη θεία της Ελίζα Γουλανδρή, ζητά να καταγραφούν και διεκδικεί το νόμιμο μερίδιό της, αφού συγκαταλέγεται μεταξύ των κληρονόμων της. Η δικαστική διαμάχη αφορά το Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, αλλά και πληθώρα προσώπων, μεταξύ των οποίων και τον εκτελεστή της διαθήκης και ιστορικό τέχνης Κυριάκο Κουτσομάλλη, διευθυντή του Ιδρύματος Γουλανδρή. Σύμφωνα με όσα ισχυρίζεται η κυρία Ζαΐμη, με την οποία επικοινώνησε η «δημοκρατία», ο εκτελεστής της διαθήκης συνέταξε έναν κατάλογο με πίνακες, χωρίς να συμπεριλάβει την οικοσκευή, μέσα στην οποία περιλαμβάνεται μία πληθώρα από έργα τέχνης.
Υποστηρίζουν ότι πουλήθηκαν σε off shore
Μάλιστα, η οικογένεια Ζαΐμη όλα αυτά τα χρόνια της δικαστικής διαμάχης έχει ταξιδέψει σε όλα τα σημεία του ορίζοντα αναζητώντας αυτά τα έργα τέχνης, αλλά δεν έχουν εντοπίσει τίποτε και πουθενά. Προτού καταλήξει στα δικαστήρια της Ελβετίας, η κυρία Ζαΐμη είχε αναζητήσει τα συγκεκριμένα έργα και στη συλλογή του Ιδρύματος Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, σε ειδικές θυρίδες φύλαξης έργων τέχνης στην Ελβετία, στη Βραζιλία, αλλά και σε καταπιστεύματα στο Λιχτενστάιν.
Μεταξύ των έργων τέχνης μυθικής αξίας περιλαμβάνονται τουλάχιστον 10 πίνακες Πικάσο, τρεις πίνακες του Μπρακ, πέντε Σεζάν, τρεις Ρενουάρ, αλλά και κορυφαία αριστουργήματα των Βαν Γκογκ, Ντεγκά, Γκογκέν, Μιρό, Μονέ και Πολ Κλε. Μέρος όλων αυτών των έργων τέχνης κοσμούσαν και το εντυπωσιακό σαλέ του ζεύγους Γουλανδρή στο Γκστάαντ.
Η αντίπερα όχθη ισχυρίζεται ότι όλα αυτά τα έργα τέχνης στα οποία αναφέρεται η κυρία Ζαΐμη έχουν πουληθεί σε off shore εταιρία πριν από τον θάνατο του Βασίλη Γουλανδρή και πως δεν αποτελούν μέρος της κληρονομιάς, αποδέκτης της οποίας κατά το 1/6 είναι και η κυρία Ζαΐμη. Ωστόσο, η κυρία Ζαΐμη δηλώνει σίγουρη ότι δεν έχουν πουληθεί ποτέ αυτοί οι πίνακες, γιατί ποτέ δεν θα έκανε κάτι τέτοιο ο θείος της Βασίλης Γουλανδρής.
Από τα 83 έργα τέχνης (μέρος των οποίων διεκδικεί η Ασπασία Ζαΐμη), στα οποία συμπεριλαμβάνονται και έργα του Βαν Γκογκ που χρονολογούνται στο 1889, ορισμένα έχουν επιστρέψει στο Ίδρυμα Γουλανδρή και εκτίθενται στον χώρο της διεθνούς τέχνης, το Μουσείο Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, το οποίο έκανε εγκαίνια πριν από περίπου μία εβδομάδα στην οδό Ερατοσθένους 13, στο Παγκράτι. Αυτό άλλωστε ήταν και το όνειρο της Ελίζας Γουλανδρή, η δημιουργία ενός μουσείου σύγχρονης τέχνης, όπου θα φιλοξενεί τη συλλογή που απέκτησε με τον σύζυγό της. Ο ίδιος ο κ. Κουτσομάλλης παλαιότερα είχε αναφερθεί σε αυτή τη δικαστική διαμάχη και είχε δηλώσει ξεκάθαρα πως ό,τι κρέμεται σε τοίχο και ό,τι τοποθετείται σε βάθρο ανήκει στο ίδρυμα, ενώ είχε κάνει γνωστό πως η δίκη συνεχίζεται στην Ελβετία.
Μάλιστα, στις 7 Απριλίου του 2013 το θέμα των έργων τέχνης της συλλογής του Βασίλη και της Ελίζας Γουλανδρή ήρθε ξανά στο προσκήνιο από την έκθεση της Διεθνούς Κοινοπραξίας Ερευνητών Δημοσιογράφων, η οποία αποκάλυψε το κόλπο πολλών φιλότεχνων που μέσω υπεράκτιων εταιριών μπορούν να διακινούν έργα τέχνης μυθικής αξίας, χωρίς φυσικά να πληρώνουν φόρους.
Πάντως, κατά το παρελθόν η ελληνική Δικαιοσύνη και οι οικονομικοί εισαγγελείς, οι οποίοι μετά τις αποκαλύψεις για τους Έλληνες που περιλαμβάνονται στα Panama Papers κινητοποιήθηκαν με αιτήματα δικαστικής συνδρομής, δεν εντόπισαν την ύπαρξη υπεράκτιων εταιριών που να σχετίζονται με τους πίνακες του ζεύγους Γουλανδρή και τυχόν αγοραπωλησία τους.
Την ίδια ώρα, παρά το γεγονός ότι η ελβετική νομοθεσία δεν επιτρέπει τη δημοσιοποίηση οποιουδήποτε στοιχείου για την έρευνα που βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη, πληροφορίες αναφέρουν πως εξετάζονται όλες οι πιθανότητες, ακόμη και εκείνη της παραποίησης εγγράφων ή πλαστών ντοκουμέντων. Μάλιστα, η πλευρά της κυρίας Ζαΐμη μέσω των νομικών της υποστηρίζει ότι οι μεταβιβάσεις όλων αυτών των έργων τέχνης που διεκδικεί έχουν γίνει χωρίς να έχουν καταβληθεί τα αντίστοιχα τιμήματα και επομένως είναι άκυρες.
Η παγκόσμια κοινή γνώμη παρακολουθεί με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αυτή τη δικαστική διαμάχη, καθώς όλοι οι άνθρωποι της τέχνης αγωνιούν για την κατάληξη αυτής της υπόθεσης, αλλά κυρίως αγωνιούν για το πού μπορεί να βρίσκονται κάποια από τα σημαντικότερα έργα τέχνης της σύγχρονης εποχής.
Η σύμβαση πώλησης του 1985 σε χαρτί που δεν υπήρχε!
Σύμφωνα με τα διεθνή μέσα, οι δικαστικές έρευνες στην Ελβετία αποκάλυψαν μια σύμβαση πώλησης το 1985 των 83 αυτών έργων στη ναυτιλιακή εταιρία Wilton Trading S.A. στον Παναμά, η οποία ανήκε στη Μαρία Γουλανδρή (δεν είναι πλέον στη ζωή), τη σύζυγο του αδελφού του Βασίλη Γουλανδρή Γιάννη. Το ποσό της πώλησης των έργων ήταν 31.700.000 δολάρια.
Σύμφωνα με την εφημερίδα «Espresso» σύμβαση φέρει μάλιστα την υπογραφή του Βασίλη Γουλανδρή, όμως το ποσό της πώλησης θεωρείται για τους εκτιμητές τέχνης πολύ χαμηλό σε σχέση με την πραγματική αξία των έργων, η οποία κατά μία εκδοχή εκτιμάται ότι ξεπερνά τα 2 δισ. δολάρια, ενώ άλλοι την υπολογίζουν στα 800.000.000 δολάρια. Σύμφωνα, μάλιστα, με τον εκτιμητή Αρμαντ Μπάρτος της Jr. Fine Arts Inc που επικαλείται το Bloomberg, η αξία μόνο ενός πίνακα του Βαν Γκογκ υπολογίζεται σε 120.000.000 δολάρια και η αυτοπροσωπογραφία του Σεζάν σε 60.000.000 δολάρια.
Τα ίδια μέσα αναφέρουν ότι η σύμβαση της πώλησης βρίσκεται πλέον στα χέρια των δικαστικών Αρχών και ύστερα από έκθεση που κατέθεσε ο εισαγγελέας της έδρας διαπιστώθηκε πως το συγκεκριμένο έγγραφο έχει τυπωθεί σε έναν τύπο χαρτιού το οποίο είναι αδύνατον να υπήρχε πριν από το 1988. Μάλιστα, όπως υποστηρίζει και η Ασπασία Ζαΐμη, η υπογραφή που φέρει η σύμβαση πώλησης είναι αδύνατον να ανήκει στον θείο της, «ο οποίος έπασχε από τη νόσο του.