Στις 30 Οκτωβρίου 1961 έκανε πρεμιέρα μια ταινία υψηλών προσδοκιών. Επειδή όμως η η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται, μόλις τέσσερις κινηματογραφικές αίθουσες «καταδέχτηκαν» να την φιλοξενήσουν. Οι παραγωγοί της αποφάσισαν να την διανείμουν ταυτόχρονα και στην περιφέρεια που έκανε ταυτόχρονη πρώτη σε εννέα πόλεις.
Ναι, είναι η ταινία που βλέπουμε τακτικά στην τηλεόραση, πάντα με υψηλές θεαματικότητες κι έχει καταχωρηθεί στις κλασσικές του ελληνικού κινηματογράφου. Τότε, όμως, όταν προβλήθηκε, όχι μόνο δεν είχε επιτυχία αλλά δεν έβγαλε τα λεφτά της με αποτέλεσμα η εταιρεία παραγωγής να διαλυθεί!
Η παραγωγή ήταν συνεταιριστική. Δεν την ανέλαβε κάποιο από τα μεγάλα κινηματογραφικά στούντιο. Την χρηματοδότησαν οι Νίκος Αξαρλής, Αλέκος Παπαγεωργίου, Αλέκος Σακελλάριος και Κλέαρχος Κονιτσιώτης, ο μόνος από τους τέσσερις που ασχολήθηκε, στη συνέχεια, ενεργά και επιτυχημένα με την παραγωγή κινηματογραφικών ταινιών.
Αυτό δικαιολογεί και τα προβλήματα στη διανομή της που έφεραν και την οικονομική της αποτυχία. Παρά το γεγονός ότι πρωταγωνιστούσε ο Δημήτρης Χορν, ότι δίπλα του ήταν μια δροσερή και πολλά υποσχόμενη κοπέλα, η Μάρω Κοντού, που στάθηκε επάξια στις απαιτήσεις του ρόλου, παρά την τεχνική αρτιότητα, είχε μόλις 37.302 εισιτήρια, όταν η εμπορικότερη ταινία της χρονιάς, ο «Κατήφορος» του Γιάννη Δαλιανίδη με τη Ζωή Λάσκαρη είχε 161.331 εισιτήρια!
Τα προβλήματα άρχισαν από νωρίς. Οι Αλέκος Σακελλάριος και Χρήστος Γιαννακόπουλος είχαν γράψει ένα θεατρικό έργο που παρουσίασε ο θίασος του Δημήτρη Χορν στο θέατρο «Κεντρικόν». Η πρώτη παράσταση δόθηκε το Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 1961. Σε σχέση με την ταινία βασική διαφορά είναι ο Γιώργος Τσιτσόπουλος που είχε το ρόλο του Μανώλη και κινηματογραφικά ερμήνευσε ο Ανδρέας Ντούζος. Οι κριτικοί μίλησαν με τα καλύτερα λόγια για το έργο, τη σκηνοθεσία την οποία έκανε ο ίδιος ο Χορν. Απόδειξη η κριτική του Κώστα Οικονομίδη στο «Έθνος» της 2ας Μαρτίου 1961.
Η κινηματογραφική μεταφορά έγινε σχεδόν αμέσως, προφανώς για να προλάβουν το φεστιβάλ κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης όπου ο Χορν κέρδισε το βραβείο του Α’ ανδρικού ρόλου.
Νωρίτερα ο Σακελλάριος είχε απευθυνθεί στον Φίνο για να αναλάβει την παραγωγή της ταινίας. Άγνωστο γιατί ο Πατριάρχης του ελληνικού σινεμά επέμενε τον πρωταγωνιστικό ρόλο να έχει ο Ντίνος Ηλιόπουλος και όχι ο Χορν. Συμφωνία δεν υπήρξε και η ταινία γυρίστηκε με τους τέσσερις παραγωγούς.
Όλοι ήθελαν ένα άρτιο αποτέλεσμα. Έτσι όταν διαπίστωσαν ότι ο 40χρονος, τότε, Δημήτρης Χορν δεν ήταν τόσο πειστικός ως… γέρος κάλεσαν από την Αγγλία τον διάσημο μακιγιέρ Ντικ Μπόνορ Μόρις ο οποίος εισέπραξε όσα κι ο Χορν για την συνεισφορά του στην ταινία!
Πάντως από τις φωτογραφίες της θεατρικής παράστασης που έχουν διασωθεί μια χαρά ήταν και πάνω στη σκηνή ως 75άρης…
Σε αντίθεση με την θεατρική παράσταση οι κινηματογραφικοί κριτικοί δεν ενθουσιάστηκαν με την ταινία. Απόδειξη ο Βίων Παπαμιχάλης, άνθρωπος του κινηματογράφου με σημαντικές ταινίες στο ενεργητικό του που έγραψε στην «Ακρόπολη»:
Κι ο Μάριος Πλωρίτης που είχε γράψει με ενθουσιασμό για τη θεατρική παράσταση δεν έμεινε ικανοποιημένος από την κινηματογραφική μεταφορά κι έγραψε στην «Ελευθερία»
Στην εφημερίδα «Έθνος» υπάρχει μια ακόμα αρνητική κριτική που προχωρά και στην ερμηνεία του Χορν στα τραγούδια της ταινίας.
Ίσως ήταν λάθος και ο χρόνος που ξεκίνησε την πορεία της στις κινηματογραφικές αίθουσες. Ήταν η επόμενη των εκλογών του 1961, ο κόσμος ζούσε ακόμα στον πυρετό μιαες εκλογικής διαδικασίσας που έμεινε στην ιστορία και σημάδεψε τις πολιτικές εξελίξεις τα επόμενα χρόνια.
Με αφορμή την ταινία ο Δημήτρης Χορν έδωσε συνέντευξη στο περιοδικό «Ταχυδρόμος» και στον Γιώργο Πηλιχό. Με το γνωστό μπλαζέ στιλ και αυτοσαρκαζόμενος μίλησε για όλα εκτός από την ταινία! Αξίζει τον κόπο να διαβάστε τη συνέντευξη του κορυφαίου, ίσως, Έλληνα ηθοποιού, που ενσάρκωσε ρόλους που ονειρεύεται κάθε ηθοποιός πάνω στο θεατρικό σανίδι, αλλά, δυστυχώς, δεν έχει αποτυπωθεί τίποτα απ΄ όλα αυτά σε φιλμ. Ευτυχώς που υπάρχουν οι λίγες ταινίες στις οποίες συμμετείχε και τα ραδιοφωνικά θεατρικά έργα που σώζονται στο αρχείο της ΕΡΤ.
Και η ταινία; Πέρασαν χρόνια για να πάρει τη θέση που της αρμόζει. Έπρεπε να έρθει η τηλεόραση για να τη γνωρίσει το πλατύ κοινό. Κερδισμένοι από τη… δεύτερη καριέρα η εταιρεία «Καραγιάννης – Καρατζόπουλος» που έχει τα δικαιώματα για την τηλεόραση, αλλά και την διάθεσή της σε DVD.
Μπορεί το «Αλλοίμονο στους νέους» να απέτυχε εμπορικά, αλλά το «Αλίμονο στους νέους», όπως είναι η νέα γραφή της… σκίζει!