Αντιμέτωπη με τη στασιμότητα και σε ορισμένες περιπτώσεις την υποχώρηση της προόδου στον παιδικό εμβολιασμό βρίσκεται η παγκόσμια υγειονομική κοινότητα, με νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό The Lancet να αποκαλύπτει ότι, παρά την αξιοσημείωτη πρόοδο των τελευταίων δεκαετιών, τα στοιχεία παραμένουν «παγωμένα» σε ορισμένες περιοχές του πλανήτη.
Η έρευνα, που καλύπτει δεδομένα από 204 χώρες και περιοχές, υπογραμμίζει την ανάγκη για ανανεωμένες στρατηγικές και ενίσχυση της ανοσοποίησης, ώστε να αντιμετωπιστούν οι νέες προκλήσεις.
Διπλασιασμός της εμβολιαστικής κάλυψης (1980-2023)
Από το 1980 έως το 2023, η εμβολιαστική κάλυψη παγκοσμίως διπλασιάστηκε για απειλητικές ασθένειες, όπως η διφθερίτιδα, ο τέτανος, ο κοκκύτης, η ιλαρά, η πολιομυελίτιδα και η φυματίωση. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι ο αριθμός των παιδιών που δεν είχαν λάβει ποτέ ένα βασικό εμβόλιο μειώθηκε κατά 75%, από 58,8 εκατομμύρια το 1980 σε 14,7 εκατομμύρια το 2019.
Ωστόσο, η πρόοδος φαίνεται να έχει επιβραδυνθεί δραματικά την τελευταία δεκαετία. Ειδικότερα ο εμβολιασμός κατά της ιλαράς μειώθηκε σε 100 από τις 204 χώρες μεταξύ 2010 και 2019. Στις 21 από τις 36 χώρες υψηλού εισοδήματος, περιλαμβανομένης της Ελλάδας, καταγράφηκαν μειώσεις στην κάλυψη για τουλάχιστον μία δόση εμβολίου.
Οι επιπτώσεις της πανδημίας
Η πανδημία COVID-19 όξυνε τα ήδη υπάρχοντα προβλήματα. Το 2023, περίπου 15,7 εκατομμύρια παιδιά παγκοσμίως δεν είχαν λάβει καμία δόση του βασικού εμβολίου διφθερίτιδας, τετάνου και κοκκύτη (DTP). Από αυτά, πάνω από το 50% ζει σε οκτώ χώρες, κυρίως στην υποσαχάρια Αφρική (53%) και τη νότια Ασία (13%).
Οι συγγραφείς της μελέτης τονίζουν ότι οι παγκόσμιοι στόχοι ανοσοποίησης για το 2030 είναι απίθανο να επιτευχθούν χωρίς συντονισμένες και δίκαιες στρατηγικές. Βασικοί πυλώνες για την αντιμετώπιση του προβλήματος είναι:
- Η ενίσχυση της πρωτοβάθμιας υγειονομικής περίθαλψης.
- Στοχευμένες καμπάνιες σε ευάλωτες περιοχές.
- Αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης και της διστακτικότητας για τα εμβόλια.
Για περισσότερες λεπτομέρειες, η πλήρης μελέτη είναι διαθέσιμη στον σύνδεσμο: https://www.thelancet.com/journals/lancet/article/PIIS0140-6736(25)01037-2/fulltext