Το πιο εύκολο για εμάς που κουβαλάμε κάποιες δεκαετίες στην πλάτη είναι να σηκώσουμε το χέρι και να κουνήσουμε αυστηρά το δάχτυλο σε όσους πέρασαν στο Πανεπιστήμιο συγκεντρώνοντας λιγότερα από 10.000 μόρια, δηλαδή ουσιαστικά κάτω από τη βάση του «10». Με τη… σοφία που μας διακρίνει και το σύνηθες «αλάθητου του Πάπα» της ηλικίας (εδώ γελάνε!) θαρρούμε πως καταγγέλλουμε κάποιο «έγκλημα» όταν φωνάζουμε-γράφουμε επειδή 25.000 νέοι εισάγονται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με αυτή τη βαθμολογία.
Με δυο λόγια αντί να επιτρέψουμε, στους μαθητές και τις οικογένειές τους, να χαρούν τη δική τους μέρα, επιδιώκουμε στο βωμό μιας… αόριστης αριστείας να τους μαυρίσουμε την ψυχούλα. Λες και έκλεψαν! Απίστευτα πράγματα…
Τι λέμε, λοιπόν, σε αυτά τα παιδιά; «Δεν αξίζετε να είστε στο Πανεπιστήμιο. Αντί να το χαίρεστε, εσείς και οι γονείς σας, πρέπει να βάλετε το κεφάλι κάτω από ντροπή και να μην γιορτάσετε εισακτέοι του… μείον 10. Γιατί εμείς, οι άριστοι, σας βλέπουμε. Και από του χρόνου μαζί με την νέα κυβέρνηση των αρίστων θα βάλουμε τάξη στα πράγματα».
Συγχωρείστε με αλλά η… αριστεία που αγνοεί τα στοιχειώδη, δεν μου κάνει. Γιατί άλλο είναι ο προβληματισμός (που πρέπει να υπάρχει) και εντελώς διαφορετικό η απαξίωση, η ισοπέδωση, ο χλευασμός.
Ποια είναι τα στοιχειώδη;
Απευθύνεσαι σε μαθητές τους οποίους αντιμετωπίζει το κράτος σαν «πειραματόζωα». Αλλάζει διαρκώς τους εξεταστικούς κανόνες, ανάλογα με τη… λόξα του κάθε Υπουργού ή την άποψη της εκάστοτε κυβέρνησης στο «τι είναι παιδεία».
Απευθύνεσαι σε μαθητές στην πλατούλα των οποίων το σύστημα κανιβαλίζει δεκαετίες ολόκληρες. Τους ξεζουμίζει, σωματικά και πνευματικά, στην πιο τρυφερή ηλικία, τους υποβάλλει σε απίστευτες αδικίες -ίδια δοκιμασία για «έχοντες» και «μη έχοντες»- και στο τέλος τους λέει με ύφος χιλίων καρδιναλίων «μη τυχόν τολμήσεις και γράψεις κάτω από τη βάση γιατί θα είσαι εισακτέος δακτυλοδεικτούμενος».
Απευθύνεσαι σε γονιούς οι οποίοι στερούνται ακόμη και το φαγητό για να στείλουν τα παιδιά τους στο φροντιστήριο (αυτό που το κράτος ονομάζει «παραπαιδεία» αλλά ταυτόχρονα την πριμοδοτεί ως τη μοναδική οδό προς τις Πανελλήνιες), σε ανθρώπους που δανείζονται για να πληρώσουν κάθε μήνα, που χρωστάνε και ντρέπονται να εμφανιστούν, σε μεροκαματιάρηδες που ζουν και αναπνέουν μόνο για να δουν το παιδί τους στο Πανεπιστήμιο.
Σε αυτούς σηκώνουν το δάκτυλο. Μέχρι, λοιπόν, να φτιάξουν στοιχειώδεις κανόνες υγιούς ανταγωνισμού, μέχρι να αντιμετωπίσει η ελληνική Πολιτεία τα παιδιά ως ανθρώπινα όντα που παλεύουν αξιοπρεπώς για το μέλλον τους όχι σαν «άριστα εξαρτήματα» στη μηχανή ενός κόσμου που λατρεύει μόνο το χρήμα, μπορούν απλά οι κρίνοντες να κατεβάσουν το δάκτυλο και να σκεφτούν λίγο περισσότερο.
Σε κανέναν δεν αρέσει ούτε στα ίδια τα παιδιά να μπαίνουν στο Πανεπιστήμιο έχοντας γράψει κάτω από τη βάση (κάτι που συμβαίνει επί χρόνια, δεν είναι φέτος η πρώτη χρονιά). Σε κανένα. Όμως μέχρι να φτάσουμε στην τελική βαθμολογία υπάρχουν ΠΟΛΛΑ που πρέπει να αλλάξουν, να διορθωθούν. Όσο όμως ισχύουν όλα αυτά που το «σύστημα» -και όσοι συμπορεύονται με τις «αρχές» του- επιβάλλει, ΟΥΔΕΙΣ δικαιούται να στερεί από τον μαθητή τη χαρά της φράσης «Ναι, πέρασα» και από το γονιό του το δάκρυ της αγαλλίασης στα μάτια. Γιατί αυτοί έχουν ΜΟΧΘΗΣΕΙ. Και δικαιούνται να μας πουν: «Προτού μιλήσετε για αριστεία κοιταχτείτε στον καθρέφτη και δείτε πόσο… άριστη είναι η κοινωνία που μου κληρονομήσατε».