Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έχει κάνει τα εύκολα και στοιχειώδη. Γι’ αυτό στα δύσκολα ας αναμένουμε πανωλεθρία
- Από τον Παναγιώτη Λιάκο
Aίσθηση προκάλεσε χθες το φωτορεπορτάζ της στήλης πέριξ του Ιερού Βράχου της Ακροπόλεως, στο οποίο απαθανατιζόταν η εξάπλωση της αισθητικής τυραννίας του γκράφιτι στην καρδιά του πολιτισμού μας. Πολλοί φίλοι αντέδρασαν στη δημοσίευση στέλνοντας και τις δικές τους καταγγελίες για τα χάλια Αθηνών και περιχώρων, που έχουν γίνει πεδία βολής των γκραφιτάδων. Δεν είναι η πρώτη φορά που η στήλη ασχολείται με το θέμα, αλλά η πολλοστή*. Ωστόσο, ουδέν έχει αλλάξει, παρά το προφανές της απαράδεκτης κατάστασης στην οποίο υποχρεωνόμαστε να ζούμε.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, που τάχα είναι ικανή να αντιμετωπίσει την πανδημία, την οικονομική κρίση (που έρχεται καλπάζοντας), την Τουρκία, την εγκληματικότητα, τη λαθρομετανάστευση και την υπογεννητικότητα, δεν μπορεί να βάλει χαλινάρι σ’ αυτούς τους τύπους με τα σπρέι που έχουν κάνει σαν τα μούτρα τους σχεδόν όλες τις επιφάνειες των οικοδομημάτων στη χώρα!
Τι πιο εύκολο από την απαγόρευση της πώλησης σπρέι σε ανηλίκους, την αγορά από ενηλίκους μόνο με επίδειξη αστυνομικής ταυτότητας και την επιβολή προστίμων -για τη ρύπανση ιδιωτικών και δημόσιων χώρων- ισόποσων με το κόστος της αποκατάστασης; Κι όμως, αυτό το εύκολο δεν το πράττει η κυβέρνηση (πιθανόν και επειδή δεν το επιθυμεί) και η καθημερινότητα των Ελλήνων, από αισθητικής απόψεως του δημόσιου χώρου, ομοιάζει με εκείνη της χωματερής.
*Ενδεικτικό παράδειγμα: Στην «κυριακάτικη δημοκρατία», στις 6 Ιουνίου, έγραφα τα εξής για το θέμα: «Οι πολιτικοί που κυβερνούν, εδώ και χρόνια, δεν κάνουν για τίποτε ούτε για τα εύκολα ούτε για τα δύσκολα. Δεσμεύονται ότι θα τα βάλουν με την πάνοπλη και ζάπλουτη μαφία, όταν δεν έχουν τη βούληση να βάλουν στη θέση τους όχι περισσότερους από 100 νεαρούς (συνήθως πλουσίων προαστίων) που επιμολύνουν με την ασχήμια της δικής τους ανατροφής το αστικό τοπίο. Το γκράφιτι στο οποίο επιδίδονται δεν έχει αφήσει τοίχο για τοίχο καθαρό στις πόλεις – κι από κει ξεκινά μια παραβατική διαδρομή που καταλήγει στο έγκλημα και, τέλος, στο νεκροταφείο. Πρώτα πεθαίνουν τα άτομα και στο τέλος σήπεται και θάπτεται στην ανυπαρξία το σύνολο της κοινωνίας».