Η κυνική δήλωση του «νεοσουλτάνου» Ερντογάν ότι «η εισβολή στη Συρία είναι το ίδιο ζωτικής σημασίας όσο και η εισβολή στην Κύπρο το 1974» και ότι «όπου υψώνεται η τουρκική σημαία δεν κατεβαίνει ποτέ μετά»…
- Από τον Γιάννη Χ. Κουριαννίδη
… αποτύπωσε τους πραγματικούς σκοπούς της Τουρκίας και παράλληλα την περιφρόνησή της προς τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και όποιους άλλους διεθνείς οργανισμούς που με δεκάδες ψηφίσματά τους εδώ και 45 χρόνια καταδικάζουν εμφατικά την εισβολή και συνεχιζόμενη κατοχή του βόρειου τμήματος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ο Τούρκος πρόεδρος με τη δήλωσή του αυτή δοκιμάζει και τις αντοχές της διεθνούς κοινότητας, αλλά και του πρόσκαιρου συμμάχου του, του Βλ. Πούτιν. Είχαμε γράψει σ’ αυτή τη στήλη ότι η «συμμαχία» Ρωσίας και Τουρκίας δεν είναι δυνατόν να πάει μακριά χρονικά. Κι αυτό όχι μόνο διότι το ιστορικό παρελθόν μεταξύ των δύο λαών είναι γεμάτο συγκρούσεις και δομημένο με το αίμα χιλιάδων θυμάτων εκατέρωθεν, αλλά κυρίως διότι «τα μυστικά του (συριακού) βάλτου» κρύβουν μεγάλα αντικρουόμενα συμφέροντα μεταξύ των δύο χωρών.
Η Συρία δεν αποτελεί απλώς για τη Ρωσία το μοναδικό πλέον φιλικό προς αυτήν έδαφος στη μεσογειακή λεκάνη, αλλά διαχρονικά τον σημαντικότερο θέσει σύμμαχό της έναντι μιας διαρκούς τουρκικής απειλής στα νότιά της. Η αρχική ανοχή της στην εισβολή της Τουρκίας στο συριακό έδαφος, προς ικανοποίηση της πάγιας επιδίωξης της όψιμης φίλης της να διασφαλίσει τα σύνορά της «έναντι της κουρδικής απειλής», δείχνει να φτάνει στα όριά της μετά την πονηρή δήλωση Τραμπ περί απεμπλοκής των ΗΠΑ από την περιοχή.
Συγκεκριμένα, ενώ στην αρχή η Ρωσία καλοείδε την επίθεση της Τουρκίας κατά των «φίλων» των ΗΠΑ Κούρδων, συστήνοντας στον Ασαντ να κάνει υπομονή, στη συνέχεια το «άδειασμα» των Κούρδων από τις ΗΠΑ και η αναγκαστική συμπαράταξή τους με τις συριακές δυνάμεις ενάντια στον κοινό εχθρό και εισβολέα δείχνουν να φέρνουν σε αμηχανία τη Ρωσία. Ο Βλ. Πούτιν έχει πια να επιλέξει μεταξύ ενός πιστού συμμάχου της χώρας του στην περιοχή και ενός αναξιόπιστου, παραδοσιακού εχθρού της και ευκαιριακού «συμμάχου» της, που αφέθηκε να γιγαντωθεί και να απειλεί πλέον την ειρήνη στη μείζονα περιοχή. Στο σημείο αυτό, φυσικά, διακυβεύεται και η αξιοπιστία της ρωσικής πολιτικής, κάτι που αν αφεθεί στην τύχη του θα πλήξει καίρια το κύρος της υπερδύναμης.
Όλα αυτά, βεβαίως, δεν προοιωνίζονται καμία ευχάριστη εξέλιξη αναφορικά με την πατρίδα μας. Οι εξελίξεις δείχνουν ότι διαμορφώνεται μια κατάσταση ανάλογη με αυτήν του Μεσοπολέμου, όπου η στρατιωτική γιγάντωση της Γερμανίας οδήγησε στα τραγικά γεγονότα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ήταν η εποχή που η Ελλάδα, υπό την εμπνευσμένη ηγεσία του εθνικού κυβερνήτη Ιωάννη Μεταξά, όρθωσε το ανάστημά της στον απολυταρχισμό της εποχής και είπε δυο φορές το μεγάλο «ΟΧΙ» απέναντι στις πανίσχυρες πολεμικές μηχανές του. Σήμερα όλα δείχνουν ότι θα τεθούμε σύντομα και πάλι απέναντι στις προκλήσεις της Ιστορίας. Το χρέος μας, και αυτή τη φορά, δεν είναι μονοδιάστατο.
Δεν είναι δηλαδή μόνο απέναντι στην Ιστορία μας και την κληρονομιά μας. Επεκτείνεται στην υπεράσπιση ενός συστήματος αξιών πάνω στο οποίο στηρίχτηκε όλος ο ευρωπαϊκός πολιτισμός και που στην προμετωπίδα του έχει την υπεράσπιση της ύψιστης ανθρώπινης αξίας, που δεν είναι άλλη από την ελευθερία.
Αν θέλουμε να είμαστε άξιοι αυτής της ευθύνης, ξέρουμε πολύ καλά τι πρέπει να κάνουμε. Και είναι βέβαιο ότι ο ελληνικός λαός θα το κάνει, όπως το έκανε σε κάθε στιγμή της Ιστορίας του. Το ζητούμενο είναι η έμπνευση της ηγεσίας του…
*Δημοτικός σύμβουλος Θεσσαλονίκης «Θεσσαλονίκη Πόλη Ελληνική»