Δεν είναι λίγοι αυτοί που εξακολουθούν να ισχυρίζονται ότι αποτελεί ευτύχημα για τη χώρα μας ότι στην ηγεσία της Τουρκίας βρίσκεται ο Ερντογάν και όχι κάποιος εκπρόσωπος των λεγομένων κεμαλιστών.
- Από τον Γιάννη Χ. Κουριαννίδη*
Αδυνατώ όμως να σκεφτώ τι χειρότερο θα μπορούσε να πράξει εναντίον μας από αυτά που κάνει η σημερινή κυβέρνηση της Τουρκίας.
Αυτή η ραγιάδικη νοοτροπία, που υιοθετεί το «μη χείρον» ως «βέλτιστον», χαρακτηρίζει εδώ και πολλά χρόνια τη συμπεριφορά του πολιτικού προσωπικού της πατρίδας μας. Είναι κάτι που εκμεταλλεύεται σήμερα έντεχνα ο «σουλτάνος» της γείτονος, με αποτέλεσμα, τη στιγμή που αδειοδοτεί την επαναλειτουργία ορθόδοξων ναών χωρίς ποίμνιο ή τη λειτουργία «ελληνικού» σχολείου στην Ίμβρο χωρίς Έλληνες μαθητές, να αιχμαλωτίζει παράλληλα τη χώρα μας στη μέγκενη των επεκτατικών του βλέψεων.
Πρόκειται για μία διαχρονική συμπεριφορά της Τουρκίας, η οποία είναι άσχετη με το ποιος την κυβερνά. Μία πολιτική η οποία διαρκώς αποθρασύνεται λόγω της ελλαδίτικης υποχωρητικότητας έναντί της.
Η επίκληση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, που περιορίζεται στην καλύτερη περίπτωση σε χλιαρές ανακοινώσεις συμπαράστασης προς τη χώρα μας, αλλά και οι ίσες αποστάσεις που τηρούν οι ΗΠΑ, παρά την παραβίαση κάθε κανόνος του Διεθνούς Δικαίου από την Τουρκία, τη στιγμή μάλιστα που αυτή θέτει εν αμφιβόλω τη συμμαχική σχέση της με την υπερδύναμη, αποτελούν ενισχυτικά αυτής της αποθράσυνσης, που οδηγεί σε πλήρη περιφρόνηση του Διεθνούς Δικαίου και των κανόνων καλής γειτονίας.
Το πρόσφατο μνημόνιο περί την ΑΟΖ μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης, παρότι δεν έχει δει επισήμως το φως της δημοσιότητας, χαρακτηρίζει αυτήν ακριβώς την προσπάθεια του Ερντογάν να δημιουργήσει τετελεσμένα στην περιοχή, πλήττοντας την όποια προσπάθεια σύμπλευσης και συνεννόησης έχει προχωρήσει μεταξύ Ελλάδος, Αιγύπτου, Κύπρου και Ισραήλ. Μία προσπάθεια που, όμως, δεν έχει λάβει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και μάλλον έχει παραμείνει σε ένα επίπεδο ευχολογίων ή, στην καλύτερη περίπτωση, σχεδιασμών των οποίων η υλοποίηση δεν έχει ακόμη αρχίσει.
Με δεδομένη την ικανότητα του Ερντογάν να παίζει στα δάχτυλα ΗΠΑ και Ρωσία, όσο κι αν αυτό για πολλούς είναι κάτι που ίσως κοστίσει ακριβά στον ίδιο και στη χώρα του, προβάλλει ως επιτακτική ανάγκη η άμεση ενεργός διπλωματική, πολιτική και στρατιωτική συμμετοχή της Ελλάδος σε ένα δίκτυο χωρών της περιοχής μας, προσανατολισμένο στην προοπτική αντιμετώπισης της τουρκικής προκλητικότητας, που δεν θίγει με τις πρακτικές της μόνο τα ελληνικά συμφέροντα, αλλά και άλλων κρατών.
Αν η αντίδραση της χώρας μας δεν είναι άμεση και αξιόπιστη, υπάρχει σοβαρότατος κίνδυνος να περιπέσουμε σε πλήρη διεθνή ανυποληψία, σημείο από το οποίο σαφώς και δεν απέχουμε πολύ. Όταν, λοιπόν, κάποια στιγμή ακόμη και μακροχρόνιοι σύμμαχοι και φίλοι μας (λ.χ. Γαλλία) αναζητήσουν την εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων μέσω του ισχυρού παίκτη της περιοχής, ας μην εκπλαγούμε και προπαντός ας μην αναζητήσουμε φταίχτες για την κακοδαιμονία μας στους «αιώνιους εχθρούς του Ελληνισμού»…
*Δημοτικός Σύμβουλος Θεσσαλονίκης «Θεσσαλονίκη Πόλη Ελληνική»