Η Γαλλία επέβαλε πρόστιμο 500.000.000 ευρώ στην Google και έδωσε στην εταιρία περιθώριο δύο μηνών για να εφαρμόσει τις οδηγίες των εποπτικών Αρχών και να ξεκινήσει συνομιλίες με τα ΜΜΕ της χώρας για θέματα πνευματικών δικαιωμάτων.
Δεν είναι το πρώτο πρόστιμο που επιβάλλουν οι γαλλικές Αρχές σε μια από τις big tech, ούτε το τελευταίο για μια σειρά παραβιάσεων από πνευματικά δικαιώματα έως αθέμιτο ανταγωνισμό. Στη Γαλλία, σε αντίθεση με χώρες όπως η Ελλάδα για παράδειγμα, η Επιτροπή Ανταγωνισμού λειτουργεί, και μάλιστα καλά.
Ο δημόσιος διάλογος για τους μεγάλους του διαδικτύου συνεχίζεται εδώ και χρόνια με πολλές και διάφορες αφορμές: από την απροθυμία τους να πληρώσουν φόρους και την επινοητικότητα που επιδεικνύουν στη φοροαποφυγή, μέχρι τον έλεγχο που ασκούν στην ενημέρωση και την επικοινωνία, ο οποίος καταλήγει στην πολιτική χειραγώγηση των μαζών, και τη μονοπωλιακή κυριαρχία τους στην αγορά, σε σημείο να έχουν δημιουργήσει ένα περιβάλλον ασφυκτικού ελέγχου. Η συζήτηση αφορά συνήθως τους τέσσερις «γίγαντες» του Διαδικτύου (Facebook, Amazon, Google, Apple).
Η υπόθεση Google
Η Google έχει το χρονικό περιθώριο να παρουσιάσει συγκεκριμένες προτάσεις. Αυτές θα πρέπει να αφορούν το πώς θα αποζημιώνει εταιρίες ΜΜΕ για τις ειδήσεις τους που χρησιμοποιεί στα αποτελέσματα αναζήτησης στο διαδίκτυο, οι οποίες της φέρνουν μεγάλα διαφημιστικά έσοδα. Εάν η εταιρία δεν ανταποκριθεί μέσα στο διάστημα αυτό, τότε μπορεί να αντιμετωπίσει επιπλέον πρόστιμο ως 900.000 ευρώ για κάθε ημέρα!
Η Google υποστηρίζει από την πλευρά της ότι έχει μια συμφωνία-πλαίσιο με τη συμμαχία Alliance de la Presse d’ Information Générale (APIG), η οποία εκπροσωπεί γαλλικά μέσα ενημέρωσης. Έχει επίσης συμφωνίες με μεμονωμένες εταιρίες μέσων ενημέρωσης, όπως οι «Le Monde» και «Le Figaro».
Η Ευρωπαϊκή Ένωση αναθεώρησε τους νόμους περί πνευματικών δικαιωμάτων το 2019, καθιστώντας πλατφόρμες, όπως η Google και το YouTube, υπεύθυνες για παραβιάσεις πνευματικών δικαιωμάτων. Οι νέοι κανόνες απαιτούν επίσης από τις μηχανές αναζήτησης και τις πλατφόρμες κοινωνικών μέσων δικτύωσης να μοιράζονται τα διαφημιστικά έσοδα που κερδίζουν με τους εκδότες, εάν στις ιστοσελίδες τους εμφανίζεται περιεχόμενο των ΜΜΕ.
Η Google ανακοίνωσε πέρυσι ότι θα καταβάλει στους ειδησεογραφικούς ομίλους πάνω από 1 δισεκατομμύριο δολάρια στα επόμενα τρία χρόνια, μέσω ενός νέου προγράμματος για την αδειοδότηση χρήσης ειδήσεων. Τα τελευταία χρόνια, οι εκδοτικές επιχειρήσεις έχουν χάσει πολύ μεγάλα ποσά διαφημιστικών εσόδων, τα οποία απολαμβάνουν τεχνολογικές εταιρίες.
Η Γαλλία ήταν η πρώτη χώρα που υιοθέτησε τους νέους νόμους περί πνευματικών δικαιωμάτων στην Ε.Ε., με στόχο να παρέχει στους οργανισμούς ειδήσεων περισσότερη προστασία για να διασφαλίσει ότι έχουν πληρωθεί με δίκαιο τρόπο πνευματικά δικαιώματα για την εμφάνιση περιεχομένου τους στο Διαδίκτυο. Ο κλάδος της τεχνολογίας πρέπει να πληρώσει ένα «δίκαιο ποσό» φόρων στην Ευρώπη, ειδικά από τη στιγμή που είναι ο «πραγματικός νικητής» της κρίσης της πανδημίας, δήλωνε πέρυσι ο Πάολο Τζεντιλόνι, εν μέσω της συνεχιζόμενης διαμάχης μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε. σχετικά με τη φορολογία εταιριών όπως η Apple, η Alphabet και η Amazon.
Διαμάχη ΗΠΑ – Ευρώπης για τη θέσπιση του ψηφιακού φόρου
Το 2018, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε την επιβολή ενός ψηφιακού φόρου 3% στα κέρδη των αμερικανικών κολοσσών τεχνολογίας, υποστηρίζοντας ότι το φορολογικό σύστημα πρέπει να επικαιροποιηθεί για να αντεπεξέλθει στην ψηφιακή εποχή. Ωστόσο, ο Λευκός Οίκος επί Τραμπ απέρριπτε τον ψηφιακό φόρο ως άδικο, καθώς θα έχει εφαρμογή κυρίως σε αμερικανικές εταιρίες.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε επισημάνει τότε ότι οι τεχνολογικοί γίγαντες πληρώνουν φόρο με πραγματικό φορολογικό συντελεστή 9,5% – σε σύγκριση με τον συντελεστή 23,2% που πληρώνουν οι παραδοσιακές επιχειρήσεις. Μετά την πανδημία του Covid-19, ο κλάδος big tech απογειώθηκε, με πολλούς καταναλωτές να στρέφονται σε αυτές τις εταιρίες για τηλεργασία, αγορές και κοινωνική διασύνδεση.
Η Google, η Facebook Inc. και η Amazon.com Inc. συμμάχησαν με τη διοίκηση Τραμπ για να υποστηρίξουν τις προσπάθειες της τότε κυβέρνησης να τιμωρήσει τη Γαλλία για την επιβολή φόρου 3% στις παγκόσμιες εταιρίες τεχνολογίας με τουλάχιστον 750.000.000 ευρώ (832.000.000 δολάρια) σε παγκόσμια έσοδα και ψηφιακές πωλήσεις ύψους 25.000.000 ευρώ στη Γαλλία.
Ο ψηφιακός φόρος
Ο ψηφιακός φόρος πέρασε από χίλια κύματα. Ο διάδοχος του Τραμπ, Τζο Μπάιντεν, πρότεινε τελικά στη διεθνή κοινότητα ένα νέο σύστημα φορολόγησης των μεγάλων πολυεθνικών, με το οποίο οι χώρες θα «μοιράζονται» τα έσοδα, ταυτόχρονα με την καθιέρωση ενός ελάχιστου φορολογικού συντελεστή για τα επιχειρηματικά κέρδη. Ο σκοπός της αμερικανικής κυβέρνησης είναι ένας: Θέλει να βάλει τους πλουσίους και τις μεγάλες πολυεθνικές να πληρώσουν ένα μέρος του κόστους των μέτρων στήριξης εν μέσω πανδημίας, αλλά και για το μεγάλο επενδυτικό πρόγραμμα υποδομών και κοινωνικών δαπανών.
Την ίδια ώρα, όμως, οι ΗΠΑ δεν θέλουν να χάσουν την ανταγωνιστικότητά τους οι αμερικανικές επιχειρήσεις ή να «μεταναστεύσουν», μεταφέροντας την έδρα τους σε άλλες περιοχές του πλανήτη. Η Ευρωπαϊκή Ενωση θέλει να επιβάλει τον λεγόμενο «ψηφιακό φόρο», αλλά και έναν νέο φόρο άνθρακα στις εισαγωγές προϊόντων από χώρες με λιγότερο αυστηρή περιβαλλοντική νομοθεσία, έναν ευρωπαϊκό φόρο επί των πλαστικών, καθώς και νέα έσοδα από τις αγοραπωλησίες δικαιωμάτων εκπομπής άνθρακα.
Ο ψηφιακός φόρος τελικά «πάγωσε» υπό τις πιέσεις της Ουάσινγκτον, που ζήτησε περιθώριο έως το 2022, κάτι που οι Ευρωπαίοι δέχτηκαν χωρίς μεγάλες διαμαρτυρίες.