Με μελανά χρώματα «ζωγραφίζει» η Ευρωπαϊκή Ένωση την κατάσταση στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Η χρηματοδότηση όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης είναι εξαιρετικά χαμηλή και το μεγαλύτερο μέρος της αναλώνεται σε μισθολογική δαπάνη, οι εκπαιδευτικοί στην χώρα μας είναι μεγάλοι σε ηλικία και δεν φαίνεται άμεσα δυνατότητα ανανέωσης του προσωπικού.
Παρόλα αυτά το επάγγελμα του εκπαιδευτικού στην Ελλάδα παραμένει ελκυστικό. Βέβαια, οι μαθητές στην χώρα μας έχουν εξαιρετικά κακές επιδόσεις σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη στην ανάγνωση, στα μαθηματικά και στις φυσικές επιστήμες.
- Από τον Αντώνη Τριανταφύλλου
Αναλυτικότερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε σήμερα στην δημοσιότητα τα στοιχεία από την Έκθεση παρακολούθησης της εκπαίδευσης και της κατάρτισης.
Για την Ελλάδα, διαπιστώνει ότι το επάγγελμα του εκπαιδευτικού είναι πολύ ελκυστικό, αλλά παρατηρείται έλλειψη ευκαιριών και κινήτρων για τη βελτίωση του επαγγελματισμού των εκπαιδευτικών. Επίσης οι δημόσιες δαπάνες για την εκπαίδευση είναι χαμηλότερες από τις αντίστοιχες των περισσότερων χωρών της ΕΕ και αφορούν σε μεγάλο βαθμό τους μισθούς των εκπαιδευτικών.
Θετική είναι η επισήμανση ότι η θέση της Ελλάδας βελτιώθηκε στον τομέα της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου, ιδιαίτερα στις αγροτικές περιοχές.
Τέλος, η εξεύρεση απασχόλησης μετά την εκπαίδευση εξακολουθεί να είναι δύσκολη, και για τα άτομα υψηλής ειδίκευσης. Εφαρμόζονται μέτρα για την καταπολέμηση της διαρροής εγκεφάλων όσον αφορά τους αποφοίτους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αλλά η διεθνοποίηση των ελληνικών πανεπιστημίων δεν έχει αναπτυχθεί επαρκώς.
Επιπλέον στοιχεία από την έκθεση
Απογοητευτικά είναι τα στοιχεία για τις επιδόσεις των Ελλήνων μαθητών, οι οποίες επιδεινώνονται σε σχέση με το 2009. Συγκεκριμένα, το ποσοστό ατόμων ηλικίας 15 ετών με χαμηλές επιδόσεις στην ανάγνωση αυξήθηκε από 21,3% το 2009 σε 27,3% το 2018, στα μαθηματικά, αυξήθηκε από 30,4% στο 35,8% και στις φυσικές επιστήμες από 25,2% σε 32,7%. Παράλληλα το ποσοστό ολοκλήρωσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (ηλικίας 30-34 ετών) από 26,6% το 2009 έφτασε το 44,3% το 2018 και η προσχολική εκπαίδευση και φροντίδα (από την ηλικία των 4 ετών μέχρι την ηλικία έναρξης της υποχρεωτικής εκπαίδευσης): φτάνει το 81,5% το 2018, χωρίς ωστόσο να υπάρχουν στοιχεία από το 2009 για σύγκριση.
Μικρή αναλογία μαθητών-εκπαιδευτικού
Λιγότεροι είναι οι μαθητές που αναλογούν σε κάθε Έλληνα εκπαιδευτικό, σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Σε όλη την ΕΕ υπάρχουν κατά μέσο όρο 21 μαθητές ανά τάξη σε επίπεδο πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και 23 μαθητές στο Γυμνάσιο. Αντίθετα, οι τάξεις είναι μικρές σύμφωνα με τα πρότυπα της ΕΕ στη Λετονία (11 παιδιά), τη Λιθουανία (16 παιδιά) και την Ελλάδα (17 παιδιά) ανά εκπαιδευτικό.
Στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα το 43,1% των δασκάλων είναι από 50 ετών και πάνω. Μόλις το 12% των καθηγητών μέσης εκπαίδευσης είναι ηλικιακά 30-39 ετών.
Αξιολόγηση
Στη συντριπτική πλειοψηφία των χωρών της ΕΕ, η αξιολόγηση των καθηγητών είναι κοινή πρακτική (έτος αναφοράς 2016/2017). Σε πολλές περιπτώσεις ρυθμίζεται από ανώτατες εκπαιδευτικές αρχές, όπως οι εθνικές ή τοπικές κυβερνήσεις, ενώ σε άλλες χώρες τα σχολεία ή οι τοπικές αρχές έχουν πλήρη αυτονομία σε αυτό το θέμα (π.χ. Τσεχία, Δανία, Εσθονία, Φινλανδία, Κάτω Χώρες).
Μόνο η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Μάλτα δεν πραγματοποιούν αξιολογήσεις εκπαιδευτικών. Στα μισά από τα εκπαιδευτικά συστήματα της ΕΕ, εκτελείται αξιολόγηση σε τακτικά διαστήματα. Πρόκειται για μια ετήσια άσκηση για όλους τους εκπαιδευτικούς (Ιταλία, Σουηδία, Σλοβενία, Σλοβακία) μόνο σε συγκεκριμένα έτη υπηρεσίας (Κύπρος, Λουξεμβούργο). Στα υπόλοιπα συστήματα, η συχνότητα δεν έχει οριστεί και εξαρτάται από διάφορους παράγοντες (π.χ. Προώθηση σκοπούς, ατομικό αίτημα εκπαιδευτικών, πρωτοβουλία του εκτιμητή).
Μισθοί
Στα περισσότερα κράτη μέλη, οι εκπαιδευτικοί στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση κερδίζουν λιγότερο από ότι οι εκπαιδευτικοί στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ο νόμιμος μισθός των εκπαιδευτικών τείνει να είναι υψηλότερος σε ανώτερο επίπεδο από ό, τι στο κατώτερο δευτεροβάθμιο επίπεδο. Ωστόσο, οι εκπαιδευτικοί συχνά κερδίζουν σημαντικά λιγότερο από ότι ο μέσος όρος για τους εργαζόμενους με τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Μόνο στο Λουξεμβούργο, την Πορτογαλία και την Ελλάδα, οι μισθοί των εκπαιδευτικών σε όλα τα επίπεδα εκπαίδευσης υπερβαίνουν τους μισθούς άλλων αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ στη Λετονία, Βέλγιο (φλαμανδικές και γαλλικές κοινότητες), τη Φινλανδία και τη Γερμανία, αυτό συμβαίνει στην ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, οι μισθοί των εκπαιδευτικών είναι χαμηλότεροι (ή ίσοι) των κερδών άλλων αποφοίτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.