Η Επιχειρησιακή Τέχνη του Πολέμου Φθοράς

Must Read

Η σύγκρουση στην Ουκρανία έχει ξεπεράσει τα δύο χρόνια. Στις πρόσφατες προεδρικές εκλογές στη Ρωσική Ομοσπονδία αποδείχθηκε, εκ του αποτελέσματος ότι η σύγκρουση αυτή θα συνεχιστεί.

  • Γράφει ο Νίκος Γκλεζάκος*

Αμέσως μετά το πέρας αυτής της εκλογικής διαδικασίας το Κρεμλίνο δια μέσου του υπεύθυνου Τύπου της Προεδρίας προχώρησε σε μια αναβάθμιση, τουλάχιστον λεκτική, της σύγκρουσης, αναφέροντας την ως «πόλεμο». Τα επόμενα 24ωρα ήταν εφιαλτικά για τη Μόσχα. Η τρομοκρατική επίθεση που ακολούθησε στο συναυλιακό κέντρο Crocus στη Μόσχα, ήταν από τις μεγαλύτερες παγκοσμίως. Εύκολα αντιλαμβανόμαστε όλοι ότι είμαστε όλο και πιο κοντά σε έναν πιο γενικευμένο πόλεμο στον οποίο θα εμπλακούν οι Μεγάλες Δυνάμεις συγκρουόμενες οι ίδιες απευθείας. Είναι όμως έτοιμες, και κατά πόσο;

Εάν η Δύση αντιμετωπίζει όντως σοβαρά το ενδεχόμενο μιας σύγκρουσης μεγάλων δυνάμεων, πρέπει να εξετάσει προσεκτικά την ικανότητά της να διεξάγει έναν παρατεταμένο πόλεμο και να ακολουθήσει μια στρατηγική επικεντρωμένη στον πόλεμο φθοράς – πολεμική εκστρατεία και όχι σε έναν πόλεμο ελιγμών – πολεμική επιχείρηση.

Οι πόλεμοι φθοράς απαιτούν τη δική τους «Τέχνη του Πολέμου» και διεξάγονται με μια «δυναμοκεντρική» προσέγγιση, σε αντίθεση με τους πολέμους ελιγμών που είναι «εστιασμένοι στο έδαφος». Έχουν τις ρίζες τους στη μαζική βιομηχανική ικανότητα για να επιτρέψουν την αντικατάσταση των απωλειών, το γεωγραφικό βάθος να απορροφήσει μια σειρά από ήττες και τις τεχνολογικές συνθήκες που εμποδίζουν την ταχεία κίνηση στο πεδίο. Στους πολέμους φθοράς, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις διαμορφώνονται από την ικανότητα ενός κράτους να αντικαθιστά τις απώλειες και να δημιουργεί νέους σχηματισμούς, όχι από τακτικούς και επιχειρησιακούς ελιγμούς. Η πλευρά που αποδέχεται τον φθοροποιό χαρακτήρα του πολέμου και επικεντρώνεται στην καταστροφή των εχθρικών δυνάμεων αντί στην απόκτηση εδάφους είναι πολύ πιθανό να κερδίσει. Μια τέτοια προσέγγιση είναι ήδη εύκολα αναγνωρίσιμη στην τακτική της Ρωσίας στην Ουκρανία αυτά τα δύο χρόνια.

Η Δύση δεν είναι προετοιμασμένη για τέτοιου είδους πόλεμο. Για τους περισσότερους δυτικούς ειδικούς μάλιστα, η στρατηγική φθοράς είναι αντιφατική. Ιστορικά, η Δύση προτιμούσε τη σύντομη σύγκρουση επαγγελματικών στρατών, «ο νικητής τα παίρνει όλα». Πρόσφατα πολεμικά παιχνίδια, όπως ο πόλεμος του CSIS για την Ταϊβάν, κάλυψαν έναν μήνα μάχης. Το ενδεχόμενο να συνεχιστεί ο πόλεμος δεν μπήκε ποτέ σε συζήτηση. Αυτό είναι αντανάκλαση μιας κοινής δυτικής στάσης. Οι πόλεμοι φθοράς αντιμετωπίζονται ως εξαιρέσεις, ως κάτι που πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία και γενικά ως προϊόντα της ανικανότητας των ηγετών, κυρίως των πολιτικών. Δυστυχώς, οι πόλεμοι μεταξύ δυνάμεων σχεδόν ισότιμων είναι πιθανό να είναι φθοροποιοί, χάρη σε μια μεγάλη δεξαμενή διαθέσιμων πόρων για την αντικατάσταση των αρχικών απωλειών. Ο φθοροποιός χαρακτήρας της μάχης, συμπεριλαμβανομένης της ποιοτικής “φθοράς” του επαγγελματισμού των στρατευμάτων λόγω των απωλειών, σαρώνει το πεδίο της μάχης ανεξάρτητα από το ποιος στρατός ξεκίνησε με καλύτερα εκπαιδευμένες δυνάμεις. Καθώς η σύγκρουση συνεχίζεται, ο πόλεμος κερδίζεται από νόρμες οικονομίας, και όχι από τους στρατούς. Τα κράτη που το αντιλαμβάνονται και πολεμούν έναν τέτοιο πόλεμο μέσω μιας στρατηγικής φθοράς που στοχεύει στην εξάντληση των πόρων του εχθρού διατηρώντας τους δικούς τους είναι πιο πιθανό να κερδίσουν. Αυτό είναι επίσης κάτι που εύκολα διακρίνουμε στην Ρωσική τακτική στον πόλεμο στην Ουκρανία δύο χρόνια τώρα. Ο ταχύτερος και ασφαλέστερος τρόπος για να χάσετε έναν πόλεμο φθοράς είναι να εστιάσετε στους ελιγμούς, ξοδεύοντας πολύτιμους πόρους σε βραχυπρόθεσμους εδαφικούς στόχους. Μια τακτική που επίσης είδαμε στην Ουκρανική αντεπίθεση του καλοκαιριού που μας πέρασε. Η αναγνώριση ότι οι πόλεμοι φθοράς έχουν τη δική τους τέχνη είναι ζωτικής σημασίας για να τους κερδίσει κάποιος χωρίς να υποστεί μη επαναπληρώσιμες απώλειες.

Η οικονομία του θέματος

Οι πόλεμοι φθοράς κερδίζονται από οικονομίες που επιτρέπουν τη μαζική κινητοποίηση των στρατευμάτων μέσω των βιομηχανικών τους τομέων. Οι στρατοί επεκτείνονται γρήγορα κατά τη διάρκεια μιας τέτοιας σύγκρουσης, απαιτώντας τεράστιες ποσότητες τεθωρακισμένων οχημάτων, drones, ηλεκτρονικών προϊόντων και άλλου εξοπλισμού μάχης. Επειδή τα όπλα υψηλών προδιαγραφών είναι πολύ περίπλοκα στην κατασκευή και καταναλώνουν τεράστιους πόρους, ένας συνδυασμός δυνάμεων και όπλων υψηλών προδιαγραφών είναι επιτακτική προκειμένου κάποιος να κερδίσει.

Τα όπλα υψηλών προδιαγραφών έχουν εξαιρετικές επιδόσεις, αλλά είναι δύσκολο να κατασκευαστούν, ειδικά όταν χρειάζονται για τον οπλισμό ενός ταχέως κινητοποιούμενου στρατού που υπόκειται σε υψηλό ποσοστό φθοράς. Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τα γερμανικά Panzer ήταν εξαιρετικά άρματα μάχης, ίσως τα καλύτερα, αλλά χρησιμοποιώντας περίπου τους ίδιους πόρους παραγωγής, οι Σοβιετικοί παρήγαγαν οκτώ T-34 για κάθε γερμανικό Panzer. Η διαφορά στην απόδοση δεν δικαιολογούσε την αριθμητική διαφορά στην παραγωγή. Το αποτέλεσμα αυτό έγινε πολύ εμφανές στη μάχη του Κουρσκ. Τα όπλα υψηλής τεχνολογίας απαιτούν επίσης στρατεύματα υψηλής ποιότητας. Αυτά χρειάζονται σημαντικό χρόνο για να εκπαιδευτούν. Και ο χρόνος είναι μια διάσταση που δεν είναι διαθέσιμη σε ικανοποιητικές ποσότητες σε έναν πόλεμο με υψηλά ποσοστά φθοράς.

Είναι ευκολότερο και πιο γρήγορο να παραχθούν μεγάλοι αριθμοί φθηνών και απλών όπλων και πυρομαχικών, ειδικά εάν τα υποσυστατικά τους είναι εναλλάξιμα και συμβατά με πολιτικά αγαθά, εξασφαλίζοντας μαζική ποσότητα χωρίς επέκταση των γραμμών παραγωγής. Οι νεοσύλλεκτοι επίσης απορροφούν γνωστικά πιο απλά όπλα γρηγορότερα, επιτρέποντας την ταχεία δημιουργία νέων σχηματισμών ή την ανασύσταση των υπαρχόντων.

Η επίτευξη όγκου παραγωγικής ποσότητας είναι δύσκολη για τις υψηλότερες δυτικές οικονομίες. Για να επιτύχουν υπερ-αποτελεσματικότητα, διώχνουν την πλεονάζουσα ικανότητα και αγωνίζονται να επεκταθούν γρήγορα, ειδικά επειδή οι βιομηχανίες κατώτερης βαθμίδας έχουν μεταφερθεί στο εξωτερικό για οικονομικούς λόγους. Κατά τη διάρκεια ενός πολέμου όμως, οι παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού διαταράσσονται και τα υποσυστατικά δεν μπορούν πλέον να διασφαλιστούν για την παραγωγή. Σε αυτό το αίνιγμα προστίθεται η έλλειψη ειδικευμένου εργατικού δυναμικού με εμπειρία σε έναν συγκεκριμένο κλάδο. Αυτές οι δεξιότητες αποκτώνται σε δεκαετίες και όχι από την μια στιγμή στην άλλη. Από τη στιγμή που ένας κλάδος κλείσει, χρειάζονται δεκαετίες για να ξαναχτιστεί και να δημιουργηθεί από την αρχή. Ιδανικό παράδειγμα για το παραπάνω είναι οι γραμμές παραγωγής αρμάτων μάχης σε ολόκληρη τη Δύση. Η δια υπηρεσιακή έκθεση της κυβέρνησης των ΗΠΑ για το 2018 για τη βιομηχανική ικανότητα των ΗΠΑ τόνισε αυτά τα προβλήματα. Η ουσία είναι ότι η Δύση πρέπει να εξετάσει προσεκτικά τη διασφάλιση της πλεονάζουσας «χωρητικότητας» εν καιρώ ειρήνης στο στρατιωτικό βιομηχανικό της συγκρότημα, διαφορετικά κινδυνεύει να χάσει τον επόμενο πόλεμο εάν αποφασίσει να τον διεξάγει με αυτούς τους όρους.

Εποχή Ισχύος

Η βιομηχανική παραγωγή είναι σημαντική  ώστε να μπορεί με συνέπεια, και στις ποσότητες που χρειάζεται να προωθήσει την αντικατάσταση των απωλειών και τη δημιουργία νέων σχηματισμών. Αυτό απαιτεί κατάλληλο δόγμα και δομές διοίκησης και ελέγχου. Υπάρχουν δύο βασικά μοντέλα πάνω σε αυτό. Το ΝΑΤΟ, οι περισσότεροι δυτικοί στρατοί είναι δομημένοι με αυτό τον τρόπο. Και το παλιό σοβιετικό μοντέλο, με τα περισσότερα κράτη να προσφεύγουν σε κάτι το ενδιάμεσο.

Οι στρατοί του ΝΑΤΟ είναι άκρως επαγγελματικοί, υποστηρίζονται από ένα ισχυρό Σώμα Υπαξιωματικών με εκτενή στρατιωτική εκπαίδευση και εμπειρία εν καιρώ ειρήνης. Οικοδομούν πάνω σε αυτόν τον επαγγελματισμό για το στρατιωτικό τους δόγμα (βασικά στοιχεία, τακτικές και τεχνικές) για να τονίσουν την ατομική πρωτοβουλία, εκχωρώντας μεγάλο περιθώριο αποφάσεων σε κατώτερους Αξιωματικούς και Υπαξιωματικούς. Οι σχηματισμοί του ΝΑΤΟ απολαμβάνουν τεράστια ευελιξία κινήσεων για να εκμεταλλεύονται ευκαιρίες σε ένα δυναμικό πεδίο μάχης.

Στον πόλεμο φθοράς, αυτή η μέθοδος έχει ένα μειονέκτημα. Οι Αξιωματικοί και οι Υπαξιωματικοί που απαιτούνται για την εκτέλεση αυτού του δόγματος απαιτούν εκτενή εκπαίδευση και, κυρίως, εμπειρία. Ένας Υπαξιωματικός του Στρατού των ΗΠΑ χρειάζεται χρόνια για να εκπαιδευτεί, να αναπτυχθεί σωστά. Ένας αρχηγός διμοιρίας έχει γενικά τουλάχιστον τρία χρόνια υπηρεσία και ένας λοχίας έχει τουλάχιστον επτά. Σε έναν πόλεμο φθοράς που χαρακτηρίζεται από μεγάλες απώλειες, απλά δεν υπάρχει χρόνος να αντικατασταθούν οι χαμένοι Υπαξιωματικοί ή να δημιουργηθούν για νέες μονάδες. Η ιδέα ότι σε απλούς πολίτες μπορούν να δοθούν τρίμηνα μαθήματα εκπαίδευσης, να γίνουν λοχίες και στη συνέχεια να αναμένεται να αποδώσουν με τον ίδιο τρόπο όπως ένας επτάχρονος βετεράνος είναι μια συνταγή καταστροφής. Μόνο ο χρόνος μπορεί να δημιουργήσει ηγέτες ικανούς να εκτελέσουν επιχειρησιακά το δόγμα του ΝΑΤΟ. Και ο χρόνος είναι ένα πράγμα που οι τεράστιες απαιτήσεις του πολέμου φθοράς δεν δίνουν.

Η Σοβιετική Ένωση, αντίθετα, δημιούργησε τον στρατό της για να αντιμετωπίσει μια μεγάλης κλίμακας σύγκρουση με το ΝΑΤΟ. Κληρονομώντας την σοβιετική θεωρία του επιχειρησιακού πολέμου που θεμελίωσε ο ελληνικής καταγωγής Triantafilov τη δεκαετία του 1920 και οδήγησε στο δόγμα της Βαθιάς Μάχης, προοριζόταν να είναι σε θέση να επεκταθεί γρήγορα με τη συγκέντρωση μαζικών αποθεμάτων εφεδρειών. Κάθε άνδρας στη Σοβιετική Ένωση πέρασε δύο χρόνια βασικής εκπαίδευσης αμέσως μετά το πέρας της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Η συνεχής εναλλαγή του στρατευμένου προσωπικού απέκλειε τη δημιουργία ενός δυτικού τύπου σώματος Υπαξιωματικών, αλλά δημιούργησε μια τεράστια δεξαμενή ημι-εκπαιδευμένων εφέδρων που θα ήταν διαθέσιμοι σε περιόδους πολέμου. Η απουσία αξιόπιστων Υπαξιωματικών δημιούργησε ένα μοντέλο διοίκησης με επίκεντρο τον Αξιωματικό, λιγότερο ευέλικτο από το ΝΑΤΟ αλλά πιο προσαρμόσιμο στη μεγάλης κλίμακας επέκτασης του εύρους των επιχειρήσεων που απαιτείται από τον πόλεμο φθοράς.

Ωστόσο, καθώς ο πόλεμος προχωρά πέρα από το όριο του ενός έτους, οι μονάδες της πρώτης γραμμής θα αποκτήσουν εμπειρία και είναι πιθανό να εμφανιστεί ένα βελτιωμένο σώμα Υπαξιωματικών, δίνοντας στο σοβιετικό μοντέλο μεγαλύτερη ευελιξία. Μέχρι το 1943, ο Κόκκινος Στρατός είχε αναπτύξει ένα ισχυρό σώμα Υπαξιωματικών, το οποίο στη συνέχεια εξαφανίστηκε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο καθώς αποστρατεύτηκαν οι μάχιμοι σχηματισμοί. Μια βασική διαφορά μεταξύ των μοντέλων είναι ότι το δόγμα του ΝΑΤΟ δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς Υπαξιωματικούς υψηλών επιδόσεων. Το σοβιετικό δόγμα ενισχύθηκε από έμπειρους Υπαξιωματικούς αλλά δεν τους απαιτούσε για να είναι αποτελεσματικό.

Αντί για μια αποφασιστική μάχη που επιτυγχάνεται με γρήγορους ελιγμούς, ο πόλεμος φθοράς επικεντρώνεται στην καταστροφή των εχθρικών δυνάμεων και στην ικανότητά τους να αναγεννούν τη μαχητική ισχύ, διατηρώντας παράλληλα τη δική τους.

Το πιο αποτελεσματικό μοντέλο είναι ένα μείγμα των δύο, στο οποίο ένα κράτος διατηρεί έναν μεσαίου μεγέθους επαγγελματικό στρατό, μαζί με μια μάζα κληρωτών που είναι διαθέσιμοι για επιστράτευση. Κάπως έτσι είναι αυτή τη στιγμή ολόκληρος ο Ρωσικός Στρατός με την προσθήκη των πολύπειρων μαχητών της γνωστής Wagner στις τάξεις του. Αυτό οδηγεί απευθείας σε ένα «υψηλό/χαμηλό» μείγμα από άποψη ποιότητας. Οι επαγγελματικές, προπολεμικά δυνάμεις, αποτελούν το υψηλό επίπεδο αυτού του στρατού, μετατρέπονται σε “κατασταλτικές” δυνάμεις, κινούνται από τομέα σε τομέα στο πεδίο της μάχη για να σταθεροποιήσουν την κατάσταση και να διεξάγουν αποφασιστικές επιθέσεις. Οι σχηματισμοί χαμηλού επιπέδου “κρατούν” τη γραμμή και αποκτούν εμπειρία αργά, αυξάνοντας την ποιότητά τους μέχρι να αποκτήσουν την ικανότητα να διεξάγουν επιθετικές επιχειρήσεις. Η νίκη επιτυγχάνεται δημιουργώντας όσο το δυνατόν υψηλότερης ποιότητας σχηματισμούς χαμηλού επιπέδου.

Η δημιουργία νέων μονάδων με στρατιώτες με ικανότητα μάχης αντί για όχλους πολιτών γίνεται μέσω εκπαίδευσης και εμπειρίας μάχης. Ένας νέος σχηματισμός θα πρέπει να εκπαιδευτεί τουλάχιστον έξι μήνες, και μόνο εάν επανδρώνεται από έφεδρους με προηγούμενη εμπειρία και ατομική εκπαίδευση. Οι έφεδροι επιστρατεύσιμοι χρειάζονται περισσότερο χρόνο. Αυτές οι μονάδες θα πρέπει επίσης να έχουν επαγγελματίες στρατιώτες και Υπαξιωματικούς που έρχονται από τον προπολεμικό στρατό για να προσθέσουν επαγγελματισμό. Μόλις ολοκληρωθεί η αρχική τους εκπαίδευση, θα πρέπει να εισέρχονται στο πεδίο της μάχης μόνο σε δευτερογενείς τομείς. Κανένας σχηματισμός δεν πρέπει να πέσει κάτω από 70% δυναμικότητας και επάνδρωσης. Η έγκαιρη απόσυρση των σχηματισμών επιτρέπει να πολλαπλασιάζεται η εμπειρία μεταξύ των νέων αντικαταστατών καθώς οι βετεράνοι μεταβιβάζουν τις δεξιότητές τους. Διαφορετικά, χάνεται πολύτιμη εμπειρία, με αποτέλεσμα η διαδικασία να ξεκινάει από την αρχή. Μια άλλη επίπτωση είναι ότι τα επιτελεία θα πρέπει να δίνουν προτεραιότητα στις αντικαταστάσεις έναντι των νέων σχηματισμών, διατηρώντας το πλεονέκτημα μάχης τόσο στον προπολεμικό στρατό (υψηλό) όσο και στους νεοεισερχόμενους στη μάχη (χαμηλούς) σχηματισμούς. Συνιστάται να διαλύονται αρκετοί προπολεμικοί σχηματισμοί (υψηλής ποιότητας) για να διοχετευθούν οι επαγγελματίες στρατιώτες μεταξύ των νεοδημιουργηθέντων σχηματισμών χαμηλού επιπέδου προκειμένου να βελτιωθεί η αρχική ποιότητα. Στοιχείο που επίσης είδαμε να συμβαίνει, κυρίως με το προσωπικό πάλι της Wagner.

Η Στρατιωτική Οπτική

Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις σε μια σύγκρουση φθοράς είναι πολύ διαφορετικές από αυτές σε έναν πόλεμο ελιγμών. Αντί για μια αποφασιστική μάχη που επιτυγχάνεται με γρήγορους ελιγμούς, ο πόλεμος φθοράς επικεντρώνεται στην καταστροφή των εχθρικών δυνάμεων και στην ικανότητά τους να αναγεννούν τη μαχητική ισχύ, διατηρώντας παράλληλα τη δική τους. Σε αυτό το πλαίσιο, μια επιτυχημένη στρατηγική δέχεται ότι ο πόλεμος θα διαρκέσει τουλάχιστον δύο χρόνια και θα χωριστεί σε δύο διακριτές φάσεις. Η πρώτη φάση κυμαίνεται από την έναρξη των εχθροπραξιών μέχρι το σημείο όπου έχει κινητοποιηθεί επαρκής δύναμη μάχης για να επιτραπεί η αποφασιστική δράση. Θα δει μικρή αλλαγή θέσεων στο έδαφος, εστιάζοντας στην ευνοϊκή ανταλλαγή απωλειών και στη δημιουργία μαχητικής ισχύος στα μετόπισθεν. Η κυρίαρχη μορφή μάχης είναι οι ανταλλαγές πυροβολικού και όχι οι ελιγμοί, που συμπληρώνονται από εκτεταμένες οχυρώσεις και καμουφλάζ. Ο στρατός εν καιρώ ειρήνης ξεκινά τον πόλεμο και διεξάγει δράσεις, παρέχοντας χρόνο για την κινητοποίηση πόρων και την εκπαίδευση του νέου στρατού.

Η δεύτερη φάση μπορεί να ξεκινήσει αφού η μία πλευρά έχει εκπληρώσει τις ακόλουθες προϋποθέσεις.

Οι νεοκινητοποιηθείσες δυνάμεις ολοκλήρωσαν την εκπαίδευσή τους και απέκτησαν επαρκή πείρα για να καταστήσουν αποτελεσματικούς στη μάχη σχηματισμούς, ικανούς να ενσωματώσουν γρήγορα όλα τα μέσα τους με συνεκτικό τρόπο.

Το στρατηγικό απόθεμα του εχθρού έχει εξαντληθεί, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ενισχύσει τον απειλούμενο τομέα.

Τα πυρά και η αναγνωριστική υπεροχή επιτυγχάνονται, επιτρέποντας στον εισβολέα να εκτοξεύει αποτελεσματικά μαζικά πυρά σε έναν βασικό τομέα, ενώ αρνείται το ίδιο στον εχθρό.

Ο βιομηχανικός τομέας του εχθρού είναι υποβαθμισμένος σε σημείο που αδυνατεί να αντικαταστήσει τις απώλειες στο πεδίο της μάχης. Στην περίπτωση της μάχης ενάντια σε έναν συνασπισμό χωρών, οι βιομηχανικοί πόροι τους πρέπει επίσης να εξαντληθούν ή τουλάχιστον να αποδυναμωθούν.

Μόνο μετά την εκπλήρωση αυτών των κριτηρίων θα πρέπει να ξεκινήσουν οι επιθετικές επιχειρήσεις. Θα πρέπει να λαμβάνουν χώρα σε ένα ευρύ μέτωπο, επιδιώκοντας να συντρίψουν τον εχθρό σε πολλά σημεία με μικρές σε βάθος επιθέσεις. Η πρόθεση εδώ είναι να παραμείνει το σύνολο του στρατεύματος μέσα σε μια πολυεπίπεδη ζεύξη φιλικών προστατευτικών συστημάτων, ενώ θα “διαστέλλει” τις εξαντλημένες δυνάμεις του εχθρού μέχρι να καταρρεύσει το μέτωπο. Μήπως και αυτό δε το βλέπουμε στην Ουκρανία; Μόνο τότε θα πρέπει η επίθεση να επεκταθεί προς στόχους βαθύτερα στα μετόπισθεν του εχθρού. Η συγκέντρωση των δυνάμεων σε μια κύρια προσπάθεια θα πρέπει να αποφευχθεί, καθώς αυτό δίνει μια ένδειξη της τοποθεσίας της επίθεσης και μια ευκαιρία στον εχθρό να συγκεντρώσει τις εφεδρείες του σε αυτό το βασικό σημείο. Η επίθεση Μπρουσίλοφ του 1916, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την κατάρρευση του Αυστροουγγρικού στρατού, είναι ένα καλό παράδειγμα μιας επιτυχημένης επιθετικής ενέργειας σε τακτικό και επιχειρησιακό επίπεδο. Επιτιθέμενος κατά μήκος ενός ευρέος μετώπου, ο ρωσικός στρατός εμπόδισε τους Αυστροούγγρους να συγκεντρώσουν τις εφεδρείες τους, με αποτέλεσμα την κατάρρευση σε όλο το μέτωπο. Σε στρατηγικό επίπεδο, ωστόσο, η επίθεση Μπρουσίλοφ είναι παράδειγμα αποτυχίας. Οι ρωσικές δυνάμεις απέτυχαν να θέσουν όρους εναντίον ολόκληρου του εχθρικού συνασπισμού, εστιάζοντας μόνο στην Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία και παραμελώντας τη γερμανική ικανότητα. Οι Ρώσοι ξόδεψαν κρίσιμους πόρους τους οποίους δεν μπορούσαν να αντικαταστήσουν, χωρίς να νικήσουν το ισχυρότερο μέλος του συνασπισμού. Για να τονίσουμε ξανά το βασικό σημείο, μια επίθεση θα πετύχει μόνο όταν πληρούνται βασικά κριτήρια. Η προσπάθεια να ξεκινήσει μια επίθεση νωρίτερα θα έχει ως αποτέλεσμα απώλειες χωρίς στρατηγικά κέρδη, μεταβιβάζοντας το πλεονέκτημα απευθείας στα χέρια του εχθρού.

Ο Πόλεμος στις Μέρες μας

Το σύγχρονο πεδίο μάχης είναι ένα ολοκληρωμένο σύστημα συστημάτων που περιλαμβάνει διάφορους τύπους ηλεκτρονικού πολέμου (EW), τρεις βασικούς τύπους αεράμυνας, τέσσερις διαφορετικούς τύπους πυροβολικού, αμέτρητους τύπους αεροσκαφών, drones κρούσης και αναγνώρισης, παραδοσιακό πεζικό, σχηματισμούς τεθωρακισμένων και, κυρίως, υλικοτεχνική υποστήριξη. Το πυροβολικό έχει γίνει πιο επικίνδυνο χάρη στην αυξημένη εμβέλεια και την προηγμένη στόχευση, που επεκτείνουν το βάθος του πεδίου της μάχης.

Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι είναι ευκολότερο να εκτοξεύονται μαζικά πυρά παρά δυνάμεις. Ο βαθύς ελιγμός, ο οποίος απαιτεί τη συγκέντρωση της μαχητικής δύναμης, δεν είναι πλέον δυνατός επειδή οποιαδήποτε μαζική δύναμη θα καταστραφεί από έμμεσα χτυπήματα προτού μπορέσει να επιτύχει σε βάθος. Αντίθετα, μια επίθεση εδάφους απαιτεί ένα σφιχτό προστατευτικό πλέγμα για να αποκρούσει τα εχθρικά συστήματα κρούσης. Αυτό το πλέγμα δημιουργείται μέσω της διαστρωμάτωσης φίλιων πυρών αεράμυνας και EW. Η μετακίνηση πολλών αλληλοεξαρτώμενων συστημάτων είναι εξαιρετικά περίπλοκη και απίθανο να είναι επιτυχής. Οι “ρηχές” επιθέσεις κατά μήκος της  γραμμής επαφής των στρατευμάτων είναι πολύ πιθανό να είναι επιτυχείς με αποδεκτή αναλογία κόστους. Οι προσπάθειες μιας βαθιάς διείσδυσης θα εκτεθούν σε μαζικά κατασταλτικά πυρά τη στιγμή που θα βγουν από την προστασία του αμυντικού πλέγματος.

Η ενσωμάτωση αυτών των αλληλεπικαλυπτόμενων στοιχείων απαιτεί κεντρικό προγραμματισμό και εξαιρετικά καλά εκπαιδευμένα στελέχη προσωπικού, ικανά να ενσωματώσουν πολλαπλές δυνατότητες εν κινήσει. Χρειάζονται χρόνια για την εκπαίδευση τέτοιων Αξιωματικών, και ακόμη και η εμπειρία μάχης δεν δημιουργεί τέτοιες δεξιότητες σε σύντομο χρονικό διάστημα. Οι λίστες ελέγχου και οι υποχρεωτικές διαδικασίες μπορούν να μετριάσουν αυτές τις ελλείψεις, αλλά μόνο σε ένα λιγότερο περίπλοκο, στατικό μέτωπο. Οι δυναμικές επιθετικές επιχειρήσεις απαιτούν γρήγορους χρόνους αντίδρασης, τους οποίους οι ημιεκπαιδευμένοι Αξιωματικοί δεν είναι σε θέση να εκτελέσουν.

Ένα παράδειγμα αυτής της πολυπλοκότητας είναι μια επίθεση από μια διμοιρία 30 στρατιωτών. Αυτό θα απαιτούσε τα συστήματα EW να μπλοκάρουν τα εχθρικά drones, ένα άλλο σύστημα EW για παρεμπόδιση των επικοινωνιών του εχθρού αποτρέποντας τη ρύθμιση των εχθρικών πυρών, και ένα τρίτο σύστημα EW για παρεμπόδιση συστημάτων πλοήγησης στο διάστημα που αρνούνται – παρεμποδίσουν τη χρήση κατευθυνόμενων πυρομαχικών ακριβείας. Επιπλέον, τα πυρά απαιτούν ραντάρ counterbattery για να νικήσουν το εχθρικό πυροβολικό. Περαιτέρω περίπλοκος σχεδιασμός είναι το γεγονός ότι ο εχθρικός EW θα εντοπίσει και θα καταστρέψει οποιοδήποτε φιλικό ραντάρ ή πομπό EW που θα εκπέμπει για πάρα πολύ καιρό. Το μηχανικό θα πρέπει να διανοίξει μονοπάτια μέσα από ναρκοπέδια, ενώ τα φιλικά drones παρέχουν ISR και κατασταλτική υποστήριξη εάν χρειαστεί. Αυτό το έργο απαιτεί μεγάλη εκπαίδευση με τις μονάδες υποστήριξης για να αποφευχθεί η ρίψη πυρομαχικών σε φιλικά επιτιθέμενα στρατεύματα. Τέλος, το πυροβολικό πρέπει να παρέχει υποστήριξη τόσο στο πεδίο επίθεσης όσο και στο εχθρικό μετόπισθεν, στοχεύοντας εφεδρείες και καταστέλλοντας το πυροβολικό. Όλα αυτά τα συστήματα πρέπει να λειτουργούν ως μια ολοκληρωμένη ομάδα μόνο για να υποστηρίξουν 30 άνδρες με πολλά οχήματα που επιτίθενται σε άλλους 30 άνδρες ή λιγότερους. Η έλλειψη συντονισμού μεταξύ αυτών των πόρων θα οδηγήσει σε αποτυχημένες επιθέσεις και φρικτές απώλειες χωρίς να δεις καν ποτέ τον εχθρό. Καθώς το μέγεθος των εργασιών διεξαγωγής του σχηματισμού αυξάνεται, αυξάνεται και ο αριθμός και η πολυπλοκότητα των στοιχείων που πρέπει να ενσωματωθούν.

Οι Επιπτώσεις

Πυρά μεγάλου βεληνεκούς, περισσότερα από 100–150 km (η μέση εμβέλεια των τακτικών ρουκετών) πίσω από τη γραμμή του μετώπου στοχεύουν την ικανότητα του εχθρού να παράγει μαχητική ισχύ. Αυτό περιλαμβάνει εγκαταστάσεις παραγωγής, αποθήκες πυρομαχικών, εγκαταστάσεις επισκευής και υποδομές ενέργειας και μεταφορών. Ιδιαίτερης σημασίας είναι οι στόχοι που απαιτούν σημαντικές παραγωγικές δυνατότητες και είναι δύσκολο να αντικατασταθούν ή να επισκευαστούν, καθώς η καταστροφή τους θα προκαλέσει μακροπρόθεσμη ζημιά. Όπως συμβαίνει με όλες τις πτυχές του πολέμου φθοράς. Επίσης κάτι που βλέπουμε εδώ και δύο χρόνια να πραγματοποιεί η Ρωσία. Τέτοια χτυπήματα θα χρειαστούν σημαντικό χρόνο για να έχουν αποτέλεσμα, με τα χρονοδιαγράμματα να τρέχουν σε βάθος ακόμα και χρόνια. Οι χαμηλοί παγκόσμιοι όγκοι παραγωγής πυρομαχικών ακριβείας μεγάλης εμβέλειας, οι αποτελεσματικές ενέργειες παραλλαγής και απόκρυψης, τα μεγάλα αποθέματα αντιαεροπορικών πυραύλων και η τεράστια ικανότητα επισκευής συνδυάζονται για να παρατείνουν τις συγκρούσεις. Η αποτελεσματική διαστρωμάτωση της αεράμυνας πρέπει να περιλαμβάνει συστήματα υψηλών προδιαγραφών σε όλα τα υψόμετρα σε συνδυασμό με φθηνότερα συστήματα για την αντιμετώπιση των μαζικών πλατφορμών επίθεσης χαμηλού επιπέδου του εχθρού. Σε συνδυασμό με την παραγωγή μαζικής κλίμακας και την αποτελεσματική ικανότητα EW, αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να υπερνικήσει κάποιος τα όπλα του εχθρού με μεγάλο βεληνεκές.

Ο επιτυχημένος πόλεμος φθοράς επικεντρώνεται στη διατήρηση της δικής του μαχητικής δύναμης. Αυτό συνήθως μεταφράζεται σε ένα σχετικά στατικό μέτωπο που διακόπτεται από περιορισμένες τοπικές επιθέσεις για τη βελτίωση των θέσεων, χρησιμοποιώντας πυροβολικό για το μεγαλύτερο μέρος των μαχών. Η οχύρωση και η απόκρυψη όλων των δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένης της επιμελητείας, είναι το κλειδί για την ελαχιστοποίηση των απωλειών. Ο μεγάλος χρόνος που απαιτείται για την κατασκευή οχυρώσεων εμποδίζει τη σημαντική κίνηση του εδάφους. Μια επιτιθέμενη δύναμη που δεν μπορεί να περιχαρακωθεί και να καλυφθεί γρήγορα θα υποστεί σημαντικές απώλειες από τα πυρά του εχθρικού πυροβολικού.

Οι αμυντικές επιχειρήσεις κερδίζουν χρόνο για την ανάπτυξη σχηματισμών μάχης χαμηλού επιπέδου, επιτρέποντας στα νεοεπιστρατευμένα στρατεύματα να αποκτήσουν εμπειρία μάχης χωρίς να υποστούν μεγάλες απώλειες σε επιθέσεις μεγάλης κλίμακας. Η δημιουργία έμπειρων σχηματισμών μάχης χαμηλής βαθμίδας δημιουργεί τη δυνατότητα για μελλοντικές επιθετικές επιχειρήσεις.

Τα πρώτα στάδια του πολέμου φθοράς κυμαίνονται από την έναρξη των εχθροπραξιών μέχρι το σημείο όπου οι κινητοποιημένοι πόροι είναι διαθέσιμοι σε μεγάλους αριθμούς και είναι έτοιμοι για πολεμικές επιχειρήσεις. Σε περίπτωση αιφνιδιαστικής επίθεσης, μπορεί να είναι δυνατή μια γρήγορη επίθεση από τη μία πλευρά μέχρι ο αμυνόμενος να σχηματίσει ένα σταθερό μέτωπο. Μετά από αυτό, η μάχη σταθεροποιείται. Αυτή η περίοδος διαρκεί τουλάχιστον ενάμιση έως δύο χρόνια. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, θα πρέπει να αποφεύγονται μεγάλες επιθετικές επιχειρήσεις. Ακόμα κι αν οι μεγάλες επιθέσεις είναι επιτυχείς, θα οδηγήσουν σε σημαντικές απώλειες, συχνά για ανούσια εδαφικά κέρδη. Ένας στρατός δεν πρέπει ποτέ να δέχεται μια μάχη με δυσμενείς όρους. Σε πόλεμο φθοράς, οποιοδήποτε έδαφος που δεν έχει ζωτικό βιομηχανικό κέντρο είναι άσχετο. Είναι πάντα καλύτερο να υποχωρούμε και να διατηρούμε δυνάμεις, ανεξάρτητα από τις πολιτικές συνέπειες. Οι μάχες σε μειονεκτικά εδάφη “καίνε” μονάδες, χάνοντας έμπειρους στρατιώτες που είναι το κλειδί για τη νίκη. Η γερμανική εμμονή με το Στάλινγκραντ το 1942 είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα μάχης σε δυσμενές έδαφος για πολιτικούς λόγους. Η Γερμανία κατέστρεψε ζωτικές, κορυφαίες μονάδες που δεν είχε την πολυτέλεια να χάσει, απλώς για να καταλάβει μια πόλη που φέρει το όνομα του Στάλιν. Είναι επίσης συνετό να ωθήσουμε τον εχθρό να πολεμήσει σε μειονεκτικό έδαφος μέσω επιχειρήσεων πληροφόρησης, εκμεταλλευόμενοι πολιτικά ευαίσθητους εχθρικούς στόχους. Ο στόχος είναι να αναγκαστεί ο εχθρός να ξοδέψει ζωτικά υλικά και στρατηγικά αποθέματα σε στρατηγικά ανούσιες επιχειρήσεις. Λέγε με Μπαχμούτ στην περίπτωση της Ουκρανίας. Μια βασική παγίδα που πρέπει να αποφευχθεί είναι να συρθούμε στην ίδια παγίδα που έχει στηθεί για τον εχθρό. Στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Γερμανοί έκαναν ακριβώς αυτό στο Βερντέν, όπου σχεδίαζαν να χρησιμοποιήσουν τον αιφνιδιασμό για να καταλάβουν καίριο, πολιτικά ευαίσθητο έδαφος, προκαλώντας δαπανηρές γαλλικές αντεπιθέσεις. Δυστυχώς για τους Γερμανούς έπεσαν στη δική τους παγίδα. Δεν κατάφεραν να αποκτήσουν νωρίς βασικό, υπερασπίσιμο έδαφος και η μάχη μετατράπηκε σε μια σειρά από δαπανηρές επιθέσεις πεζικού και από τις δύο πλευρές, με πυρά πυροβολικού να καταστρέφουν το επιτιθέμενο πεζικό.

Όταν ξεκινήσει η δεύτερη φάση, η επίθεση θα πρέπει να ξεκινήσει σε ένα ευρύ μέτωπο, επιδιώκοντας να συντρίψει τον εχθρό σε πολλά σημεία χρησιμοποιώντας όπως είπαμε «ρηχές» επιθέσεις. Η πρόθεση είναι να παραμείνουμε μέσα στο πολυεπίπεδο πλέγμα των φιλικών προστατευτικών συστημάτων, ενώ παράλληλα να διαστείλουμε τα εξαντλημένα αποθέματα του εχθρού μέχρι να καταρρεύσει το μέτωπο. Υπάρχει ένα κλιμακωτό αποτέλεσμα κατά το οποίο μια κρίση σε έναν τομέα αναγκάζει τους υπερασπιστές να μετατοπίσουν τα αποθέματα από έναν δεύτερο τομέα, μόνο για να δημιουργήσουν μια κρίση εκεί με τη σειρά τους. Καθώς οι δυνάμεις αρχίζουν να υποχωρούν και να αφήνουν προετοιμασμένες οχυρώσεις, το ηθικό πέφτει κατακόρυφα, με το προφανές ερώτημα: «Αν δεν μπορούμε να κρατήσουμε το μέγα φρούριο, πώς μπορούμε να κρατήσουμε αυτά τα νέα χαρακώματα;» Η υποχώρηση στη συνέχεια μετατρέπεται σε ρήγμα. Μόνο τότε θα πρέπει η επίθεση να επεκταθεί προς στόχους βαθύτερα στα μετόπισθεν του εχθρού. Η επίθεση των Συμμάχων το 1918 είναι ένα παράδειγμα. Οι Σύμμαχοι επιτέθηκαν σε ένα ευρύ μέτωπο, ενώ οι Γερμανοί δεν είχαν επαρκείς πόρους για να υπερασπιστούν ολόκληρη τη γραμμή. Μόλις ο γερμανικός στρατός άρχισε να υποχωρεί, αποδείχθηκε αδύνατο να σταματήσει.

Η στρατηγική φθοράς, που επικεντρώνεται στην άμυνα, είναι αντιφατική για τους περισσότερους δυτικούς στρατιωτικούς. Η δυτική στρατιωτική σκέψη θεωρεί την επίθεση ως το μόνο μέσο για την επίτευξη του αποφασιστικού στρατηγικού στόχου. Να εξαναγκάσει δηλαδή τον εχθρό να έρθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με δυσμενείς όρους. Η στρατηγική υπομονή που απαιτείται για να τεθούν οι προϋποθέσεις για μια επίθεση έρχεται σε αντίθεση με την εμπειρία μάχης που έχουν αποκτήσει σε υπερπόντιες επιχειρήσεις κατά εξεγέρσεων, το σύνολο σχεδόν των δυτικών στρατών. Δεν ισχύει το ίδιο όμως για τον Ρωσικό στρατό.

Συμπέρασμα

Η διεξαγωγή των πολέμων φθοράς, είναι πολύ διαφορετική από τους πολέμους ελιγμών. Διαρκούν περισσότερο και καταλήγουν να δοκιμάζουν τη βιομηχανική ικανότητα μιας χώρας. Η νίκη εξασφαλίζεται με προσεκτικό σχεδιασμό, ανάπτυξη βιομηχανικών βάσεων και ανάπτυξη υποδομών κινητοποίησης σε περιόδους ειρήνης και ακόμη πιο προσεκτική διαχείριση των πόρων σε καιρό πολέμου.

Η νίκη μπορεί να επιτευχθεί αναλύοντας προσεκτικά τους πολιτικούς στόχους τους δικούς μας αλλά και του εχθρού. Το κλειδί είναι η αναγνώριση των πλεονεκτημάτων και των αδυναμιών των ανταγωνιστικών οικονομικών μοντέλων και ο εντοπισμός των οικονομικών στρατηγικών που είναι πιο πιθανό να δημιουργήσουν τους μέγιστους πόρους. Αυτοί οι πόροι μπορούν στη συνέχεια να χρησιμοποιηθούν για τη δημιουργία ενός τεράστιου στρατού χρησιμοποιώντας το μείγμα υψηλής/χαμηλής δύναμης και όπλων. Η στρατιωτική διεξαγωγή του πολέμου καθοδηγείται από γενικούς πολιτικούς στρατηγικούς στόχους, στρατιωτικές πραγματικότητες και οικονομικούς περιορισμούς. Οι επιχειρήσεις μάχης είναι ρηχές και επικεντρώνονται στην καταστροφή των εχθρικών πόρων και όχι στην απόκτηση εδάφους. Η προπαγάνδα χρησιμοποιείται για την υποστήριξη στρατιωτικών επιχειρήσεων και όχι το αντίστροφο. Με υπομονή και προσεκτικό σχεδιασμό, ένας πόλεμος μπορεί να κερδηθεί.

Δυστυχώς, πολλοί στη Δύση έχουν μια πολύ ιδιαίτερη στάση θεωρώντας ότι οι μελλοντικές συγκρούσεις θα είναι σύντομες και αποφασιστικές. Αυτό δεν ισχύει για τους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω. Ακόμη και οι μεσαίες παγκόσμιες δυνάμεις διαθέτουν τόσο τη γεωγραφία όσο και τον πληθυσμό και τους βιομηχανικούς πόρους που απαιτούνται για τη διεξαγωγή ενός καταστροφικού πολέμου. Η σκέψη ότι οποιαδήποτε μεγάλη δύναμη θα υποχωρούσε στην περίπτωση μιας αρχικής στρατιωτικής ήττας είναι ευσεβής πόθος στα καλύτερά της. Οποιαδήποτε σύγκρουση μεταξύ μεγάλων δυνάμεων θα θεωρούνταν από τις αντίπαλες ελίτ ως υπαρξιακή και θα επιδιωκόταν με τους πλήρεις πόρους που διαθέτει το κράτος. Ο πόλεμος που θα προκύψει θα είναι πόλεμος φθοράς και θα ευνοήσει το κράτος που έχει την οικονομία, το δόγμα και τη στρατιωτική δομή που ταιριάζει καλύτερα σε αυτή τη μορφή σύγκρουσης.

Εάν η Δύση θέλει να ανιχνεύσει μια πιθανή σύγκρουση μεγάλων δυνάμεων, πρέπει να εξετάσει προσεκτικά τη βιομηχανική της ικανότητα, το δόγμα κινητοποίησης και τα μέσα διεξαγωγής ενός παρατεταμένου πολέμου, αντί να διεξάγει πολεμικούς αγώνες που καλύπτουν έναν μόνο μήνα σύγκρουσης και να ελπίζει ότι ο πόλεμος θα τελειώσει μετά. Όπως δίδαξε ο πόλεμος στο Ιράκ, η ελπίδα δεν είναι μέθοδος. Σαφώς οι Ρώσοι δείχνουν να είναι πιο κοντά σε αυτά τα δεδομένα.

Νίκος Γκλεζάκος
Αμυντικός Αναλυτής

Ακολουθήστε το newsbreak.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις τελευταίες & σημαντικές ειδήσεις.

Ακολουθήστε το newsbreak.gr στο κανάλι μας στο YouTube για να είστε πάντα ενημερωμένοι.

Ακολουθήστε το newsbreak.gr στο κανάλι μας στο Viber για να είστε πάντα ενημερωμένοι.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο newsbreak.gr

Tο newsbreak.gr δημοσιεύει κάθε σχόλιο το οποίο είναι σχετικό με το θέμα στο οποίο αναφέρεται το άρθρο. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές και διατηρούμε το δικαίωμα να μην δημοσιεύουμε συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια όπου τα εντοπίζουμε. Σε κάθε περίπτωση ο καθένας φέρει την ευθύνη των όσων γράφει και το newsbreak.gr ουδεμία νομική ή άλλη ευθύνη φέρει.

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ

εισάγετε το σχόλιό σας!
Πληκτρολογήστε το όνομα σας

Περισσότερα Βίντεο

Latest News

Διαβάζονται τώρα

More Articles Like This