Αποτελεσματική λειτουργία του κρατικού μηχανισμού, ανεξαρτήτως πολιτικών εναλλαγών, εχέγγυα διαφάνειας και ακεραιότητας στην κρατική λειτουργία και αποτελεσματικός συντονισμός της κυβερνητικής δράσης, είναι η βασική στόχευση των θεσμικών αλλαγών που εισάγει το νομοσχέδιο για το επιτελικό κράτος, το οποίο, από σήμερα Δευτέρα, τίθεται στην κρίση της Ολομέλειας.
Είναι το πρώτο νομοσχέδιο που κατέθεσε στη Βουλή η κυβέρνηση Μητσοτάκη και που ένα μεγάλο μέρος του συστηματοποιεί και κωδικοποιεί, σε ένα ενιαίο νομοθέτημα, το σύνολο των διατάξεων που διέπουν την οργάνωση, τη λειτουργία και τη διαφάνεια της κυβέρνησης, των κυβερνητικών οργάνων και της κεντρικής δημόσιας διοίκησης.
Προτού εισαχθεί στην Ολομέλεια, ο επισπεύδων υπουργός Γιώργος Γεραπετρίτης επέφερε σειρά τροποποιήσεων και βελτιώσεων που δεν αλλάζουν τη φιλοσοφία του σχεδίου νόμου αλλά ενσωματώνουν αρκετές από τις προτάσεις που κατατέθηκαν στη διαδικασία της επεξεργασίας του νομοσχεδίου στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή και στη δημόσια διαβούλευση.
Η σκέψη του συγκεκριμένου νομοθετήματος, είναι η δημόσια πολιτική να παράγεται πλέον, κατά ένα μεγάλο μέρος, από πάνω προς τα κάτω. Να υπάρχει δηλαδή, ένα συνεκτικό σχέδιο επιχειρησιακής κυβερνητικής πολιτικής, το οποίο θα υλοποιείται από τα επιμέρους υπουργεία, και γι’ αυτό, κατά τα λεγόμενα της κυβέρνησης, το υπουργικό συμβούλιο αποκαθίσταται, σύμφωνα με τη συνταγματική του προοπτική, ως ένα όργανο συλλογικό, διαβουλευόμενο, ένα όργανο από το οποίο θα εκπορεύεται η δημόσια πολιτική.
Επέρχεται επίσης σαφής διαχωρισμός της πολιτικής από την υπηρεσιακή διοίκηση, ώστε οι ρόλοι να είναι ξεκάθαροι και να διασφαλίζεται η συνέχεια του κράτους. Στην οργανική δομή της υπηρεσιακής διοίκησης θα προϊσταται ο Υπηρεσιακός Γενικός Γραμματέας, ένας ανά κάθε υπουργείο, πρόσωπο προερχόμενο από τη δημοσιοϋπαλληλία. Η κυβέρνηση έχει δηλώσει ότι το 80% της ύλης μεταφέρεται πλέον στο επίπεδο της διοικητικής ιεραρχίας και βεβαίως στην πολιτική ηγεσία παραμένει ο στρατηγικός σχεδιασμός των πολιτικών.
Με το νομοσχέδιο δημιουργείται μια νέα δημόσια αρχή, η Γενική Γραμματεία καλής νομοθέτησης και νομοτεχνικής. Έτσι οι βασικοί άξονες των νομοσχεδίων θα παράγονται από τα υπουργεία, αλλά η κατάρτισή τους θα γίνεται κεντρικά από αυτή την υπηρεσία, ώστε να παράγονται αρτιότεροι νόμοι.
Εισάγεται επίσης σύστημα προγραμματισμού και παρακολούθησης του κυβερνητικού έργου και σε επίπεδο κεντρικό, αυτό ανατίθεται στην Προεδρία της Κυβέρνησης. Οι υπουργοί και ολόκληρη η πολιτική ιεραρχία εξακολουθούν να έχουν πλήρη αρμοδιότητα, αλλά δημιουργείται ένα κεντρικό ολοκληρωμένο σύστημα προηγμένης τεχνολογίας στο οποίο θα εντάσσονται οι στόχοι, οι δράσεις και τα χρονοδιαγράμματα τους, ώστε ανά πάσα στιγμή ο πρωθυπουργός και οι καθ΄ύλην αρμόδιοι υπουργοί να μπορούν να δουν πού βρίσκεται κάθε έργο ή ύλη του υπουργείου. Ο πρωθυπουργός θα μπορεί να παρεμβαίνει συντονιστικά όπου υπάρχουν συναρμοδιότητες που οδηγούν σε καθυστερήσεις.
Δημιουργείται, τέλος, μια νέα δομή, η Εθνική Αρχή Διαφάνειας, η οποία θα ενσωματώσει όλα τα ελεγκτικά όργανα και που θα λειτουργεί στο πλαίσιο νέων δομών, κυρίως ηλεκτρονικού ελέγχου, δεν θα υπάγεται λειτουργικά στην πολιτική ηγεσία, θα ελέγχεται από τη Βουλή, θα αναδεικνύεται από αυξημένη πλειοψηφία από κοινοβουλευτική επιτροπή.
Παρά τις αλλαγές τις οποίες έχει αποδεχθεί ο Γιώργος Γεραπετρίτης, η αντιπολίτευση κρίνει ότι τα μεγάλα πολιτικά επίδικα παραμένουν και στέκεται απέναντι στο σχέδιο νόμου.